Η συζήτηση με θέμα «Γάμος, σύμφωνο συμβίωσης, τεκνοθεσία για τα ομόφυλα ζευγάρια – Ταυτότητα φύλου και τρανσφοβία»
«Η αλληλεγγύη είναι το όπλο μας». Η φράση αυτή θα μπορούσε να συνοψίσει τη συζήτηση που άνοιξε την αυλαία στην 9η Αντιρατσιστική Γιορτή του Κυριακάτικου Σχολείου Μεταναστών (30/31 Μάη). Δεν ήταν τυχαίο που επιλέχτηκε αυτό το θέμα: ζούμε σε μια εποχή που κλιμακώνονται οι ομοφοβικές και ιδιαίτερα οι τρανσφοβικές επιθέσεις. Τα δικαιώματα για τους ΛΟΑΤ δεν μπορούν να περιμένουν. Όσο έστω κι ένα παιδί τραμπουκίζεται στο σχολείο του γιατί δεν είναι αρκετά «αρρενωπό» ή «θηλυκό», όσο έστω και μία τρανς πυροβολείται ή μαχαιρώνεται, η Αριστερά και τα κινήματα δεν μπορούν να μην μπαίνουν μπροστά στη μάχη.
Στη σημερινή συγκυρία, με την Αριστερά να αποτελεί τον κορμό της κυβέρνησης, είναι άλλες πλέον οι απαιτήσεις που έχουν οι καταπιεσμένοι/ες και χαρακτηριστικά η ΛΟΑΤ κοινότητα. «Από τα ευχολόγια να περάσουμε στη νομική κατοχύρωση και την έμπρακτη στήριξη με ουσιαστικά μέτρα» ζήτησαν ομιλητές/τριες, αλλά και πολύ εμφατικά το κοινό, που παρακολούθησε μια πολύ ζωντανή κουβέντα.
Η Στέλλα Μπελιά τόνισε την ανάγκη να δρομολογηθούν άμεσα αλλαγές, υπερβαίνοντας την παρωχημένη άποψη ότι τάχα η κοινωνία δεν είναι ακόμα έτοιμη για ένα τέτοιο βήμα. Διευκρινίστηκε ότι το σύμφωνο συμβίωσης είναι μια θετική εξέλιξη καθώς κατοχυρώνει ένα βασικό δικαίωμα και αίτημα της ΛΟΑΤ κοινότητας, όμως δεν προβλέπει τη δυνατότητα τεκνοθεσίας αρνούμενη στην ουσία το δικαίωμα στη γονεϊκότητα.
Η εκπρόσωπος του Σωματείου Υποστήριξης Διεμφυλικών, Άννα Κουρουπού, αναφέρθηκε εμφατικά στις συνεχείς τρανσφοβικές επιθέσεις των τελευταίων μηνών και στα κρούσματα bullying και σχολικού εκφοβισμού, εναντίον τρανς ανθρώπων. Κάλεσε την πολιτεία να αναλάβει τις ευθύνες της, ζητώντας πλέον «όχι μόνο λόγια αλλά έργα», αναγνωρίζοντας τα προβλήματα της σκληρής καθημερινότητας των τρανς. Αυτό, όμως, που κυρίως πρέπει να κάνει είναι να προχωρήσει στη νομική αναγνώριση φύλου χωρίς ιατρικές προϋποθέσεις (χειρουργική επέμβαση επαναπροσδιορισμού του φύλου), που αποτελεί το κυριότερο αίτημα της τρανς κοινότητας τα τελευταία χρόνια. Η κ. Κουρουπού στάθηκε ιδιαίτερα στο ζήτημα του θεσμικού ρατσισμού και στο ρόλο της αστυνομίας, που είναι εντελώς ανεκπαίδευτη να χειριστεί ζητήματα ρατσιστικής βίας.
Η Νέλλη Καούνη (Color Youth) επικεντρώθηκε στο ζήτημα του σχολικού εκφοβισμού, που μετά το τραγικό περιστατικό με το θάνατο του Βαγγέλη Γιακουμάκη άρχισε να συζητιέται πλέον ανοιχτά μέσα στην κοινωνία. Στάθηκε περισσότερο στο συναισθηματικό φορτίο που κουβαλούν τα ΛΟΑΤ άτομα, που νιώθουν συνεχώς ανασφαλή στο σπίτι, στο δρόμο, στο σχολείο ή ακόμα και μέσα στην οικογένειά τους. Επισήμανε τις τρομακτικές ελλείψεις σε επίπεδο νομοθεσίας και πόσο αυτό οδηγεί στη διατήρηση και ενδυνάμωση των κοινωνικών ανισοτήτων. Η ελάχιστη απαίτηση που μπορεί να αρθρώσει η ΛΟΑΤ κοινότητα είναι να σταματήσει να εισπράττει βία ένα ΛΟΑΤ άτομο.
Ο Στέφανος Παπακωνσταντίνου (ΟΛΚΕ) επισήμανε ότι ακόμα και με την κατοχύρωση του συμφώνου συμβίωσης, σε καμία περίπτωση δεν μπορούμε να ισχυριστούμε ότι έχει επιτευχθεί ισονομία. Τόνισε εμφατικά ότι αυτή η κατοχύρωση δεν θα πρέπει να αποτελέσει άλλοθι για την κυβέρνηση αποτρέποντάς την από την κατοχύρωση του ομόφυλου γάμου. Το δικαίωμα στον ομόφυλο γάμο αποκτά καίρια σημασία καθώς συνδέεται με μια σειρά από δικαιώματα. Αποτελεί παράλληλα ένα πρώτο βήμα για την κατοχύρωση επί της ουσίας της πραγματικής ισοτιμίας των ΛΟΑΤ ατόμων, συμβάλλοντας σε μεγάλο βαθμό όχι μόνο στην ορατότητά τους μέσα στην κοινωνία αλλά και στον αποστιγματισμό τους.
Οι εισηγήσεις ολοκληρώθηκαν με την τοποθέτηση της βουλευτίνας του ΣΥΡΙΖΑ Ιωάννας Γαϊτάνη, που τόνισε εξαρχής ότι οι συνθήκες είναι υπερώριμες για να κατοχυρωθούν νομοθετικά «οι αόρατοι άνθρωποι», με ένα κίνημα που πιέζει αποφασιστικά προς την κατεύθυνση των νομοθετικών αλλαγών. Τόνισε ως σημαντική εξέλιξη την αλλαγή που έχει μεσολαβήσει στις ανθρώπινες συνειδήσεις τα τελευταία χρόνια και το σημαντικό βήμα που έχει γίνει σε μια κατεύθυνση διάρρηξης των σχέσεων με συντηρητικούς θεσμούς. Χαρακτηριστικό είναι το πρόσφατο παράδειγμα του δημοψηφίσματος σε μια -καθολική και συντηρητική- Ιρλανδία, όπου το «ναι» στον ομόφυλο γάμο συγκέντρωσε συντριπτικά ποσοστά στις εργατικές συνοικίες.
Σύμφωνα με τα λόγια της Ι. Γαϊτάνη: «Οφείλουμε να είμαστε ξεκάθαροι. Το κόμμα δεν έκανε αυτό που έπρεπε. Δεν άνοιξε εκείνες τις κουβέντες που θα μπορούσαν να διαμορφώσουν συνειδήσεις στο εσωτερικό του, ώστε να μπορούν στη συνέχεια να διαμορφώσουν και συνειδήσεις εκεί έξω, στην κοινωνία». Η βουλευτίνα υποστήριξε την επιτακτική ανάγκη να παρεμβαίνουν στις οργανώσεις βάσης του κόμματος όσοι και όσες δραστηριοποιούνται σε αυτό το δικαιωματικό πεδίο, επιβάλλοντας με την παρουσία και το λόγο τους να ανοίγουν αυτά τα ζητήματα. Δεν μπορεί να είναι ανεκτό για έναν ΣΥΡΙΖΑ -που στάθηκε από την πρώτη στιγμή δίπλα στα κινήματα και τα στήριξε ακόμα και στα δύσκολα ζητήματα- στο πλαίσιο μιας συγκυβέρνησης να υποχωρήσει έστω και ένα βήμα για όλα αυτά για τα οποία έχουμε αγωνιστεί.
Η Ι. Γαϊτάνη έβαλε και το εξαιρετικά σημαντικό θέμα της σύνδεσης των δικαιωματικών κινημάτων με τους/τις εργαζόμενους/ες. Έφερε παραδείγματα τόσο από το παρελθόν (ανθρακωρύχοι στη Θάτσερ) όσο και από το σήμερα.
Τα εργατικά δικαιώματα είναι κομμάτι των συνολικών δικαιωμάτων. Ο ρατσισμός, η ομοφοβία και η τρανσφοβία σπάνε στην πράξη, στο δρόμο, όταν οι άνθρωποι αγωνιζόμαστε μαζί αντιλαμβανόμενοι/ες ότι απέναντί μας ορθώνεται ένας συνολικός καταπιεστής και άρα συνολική θα πρέπει να είναι και η δική μας η αντίδραση.