Ο Sergio Grez (SG) είναι καθηγητής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Χιλής (Σαντιάγκο) και ο Franck Gaudichaud (FG) λέκτορας Λατινοαμερικανικού Πολιτισμού στο Πανεπιστήμιο της Γκρενόμπλ (που αυτήν την εποχή κάνει ερευνητική δουλειά στο Πανεπιστήμιο της Χιλής). Τη συνέντευξη έδωσαν στο ελβετικό περιοδικό SolidaritéS. Εδώ παραθέτουμε μια περιορισμένη εκδοχή, όπως δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «L’Anticapitaliste» του Νέου Αντικαπιταλιστικού Κόμματος (NPA) στη Γαλλία.
Σε τι κατάσταση είναι το χιλιανό φοιτητικό κίνημα σήμερα;
FG: Ιστορικά, το μαθητικό και φοιτητικό κίνημα ήταν σημαντικός παράγοντας στις κοινωνικές εξελίξεις στη Χιλή, και στη διάρκεια της δικτατορίας. Επί «νεοφιλελεύθερης» δημοκρατίας, υπήρξε μια ανασυγκρότηση των φοιτητικών αγώνων, που κορυφώθηκαν το 2011 με τη μαζική κινητοποίηση για δωρεάν και υψηλής ποιότητας δημόσια εκπαίδευση. Σήμερα το κίνημα έχει εμπλακεί ξανά σε έναν πολύ μαχητικό αγώνα, με καταλήψεις λυκείων και πανεπιστημίων, αφότου ξεπέρασε τις πρώτες δυσκολίες στο να αντιμετωπίσει το νέο πολιτικό σκηνικό με την εκλογή της προέδρου Μπασελέ, η οποία παραχώρησε εν μέρει κάποια από τα βασικά αιτήματα του κινήματος, για παράδειγμα στην εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, αλλά ενσωματώνοντας μια σοσιαλφιλελεύθερη προοπτική που δεν έρχεται σε ρήξη με τη νεοφιλελεύθερη δημοκρατία που οικοδομήθηκε τη δεκαετία του ’90. Μετά τους αγώνες του 2011-12, οι οποίοι ήταν τεράστιοι και ριζοσπαστικοί και συντάραξαν συνολικά το πολιτικό σύστημα, η χρονιά που πέρασε ήταν περίοδος προσαρμογής, καθώς η CONFECH (Συνομοσπονδία των Φοιτητικών Ενώσεων) έπρεπε να αντιμετωπίσει μια πραγματικότητα όπου η κυβέρνηση πρότεινε μεταρρυθμίσεις «από τα πάνω». Η ηγεσία του φοιτητικού κινήματος εν μέρει έπεσε στην παγίδα του «διαλόγου» που πρόσφερε το υπουργείο Παιδείας. Από την άλλη, κάποιες ηγετικές προσωπικότητες του φοιτητικού κινήματος, όπως η Καμίλα Βαγέχο (ΚΚ) για παράδειγμα, είναι σήμερα στη βουλή και/ή στη συγκυβέρνηση. Φέτος, βλέπουμε ότι οι φοιτητικές ενώσεις ξανάπιασαν το νήμα του αγώνα με πιο ξεκάθαρο προσανατολισμό, και από το Μάη έχουν υπάρξει τεράστιες διαδηλώσεις με πάνω από 100.000 ανθρώπους.
Ένα άλλο ενδιαφέρον στοιχείο είναι πως, καθώς κάποιοι από τους ηγέτες του 2011 βρέθηκαν στο κοινοβούλιο ή/και στην κυβέρνηση, είναι οι πολιτικές δυνάμεις στα αριστερά του Κομουνιστικού Κόμματος που κυριαρχούν πλέον στην CONFECH, κι έτσι είναι ανεξάρτητη από τη συγκυβέρνηση.
Ποια είναι τα άλλα κοινωνικά κινήματα;
SG: Ανάμεσα στα πιο σημαντικά κινήματα αυτήν τη στιγμή είναι κατ’ αρχάς οι Μαπούτσε, των οποίων το κίνημα δεν είναι ακριβώς κοινωνικό, καθώς περιλαμβάνει ένα εθνικό πολιτικό αίτημα, για αυτονομία και για την ανάκτηση δικαιωμάτων που τους έχουν αρνηθεί, ιδιαίτερα το δικαίωμα στη γη και τα πολιτικά δικαιώματα. Υπάρχει επίσης ένα αρκετά ισχυρό κίνημα ενάντια στο συγκεντρωτισμό του κράτους. Το κίνημα των λιμενεργατών είναι πολύ ενδιαφέρον. Στη Χιλή, η θάλασσα έχει ιδιωτικοποιηθεί: ανήκει σε 7 μεγάλους οικονομικούς ομίλους, και μόνο μικρά κομμάτια της ακτογραμμής έχουν αφεθεί στους μικρούς ψαράδες. Το κίνημα οργανώνεται εδώ και χρόνια γύρω από τα συνδικάτα στα λιμάνια, που δεν είναι νόμιμα, αλλά εμπλέκει και επίσημα συνδικάτα. Οργάνωσαν πολύ σημαντικές απεργίες και κινητοποιήσεις το 2014. Είναι ένα σημαντικό κίνημα, γιατί μπορεί να απειλήσει τα συμφέροντα των μεγάλων εξαγωγέων (φρούτα, ξυλεία). Επίσης γιατί αποδείχθηκε ικανό να κινητοποιήσει τους εργαζόμενους κατά μήκος όλης της ακτής, σε αλληλεγγύη με τους λιμενεργάτες του Mejillones, που διεκδικούσαν 1 ώρα διάλειμμα αντί για 30 λεπτά. Σχεδόν όλοι οι εργάτες σε όλα τα λιμάνια κινητοποιήθηκαν για να τους στηρίξουν. Είναι ένα κίνημα που αναζωογόνησε τις παραδόσεις αλληλεγγύης μεταξύ των εργατών, που είχαν τσακιστεί από τη δικτατορία και έπειτα από το νεοφιλελεύθερο μοντέλο της σημερινής δημοκρατίας.
Ποια είναι η κατάσταση στη ριζοσπαστική Αριστερά;
FG: Πρώτα απ’ όλα, πρέπει να πούμε ότι το σημερινό –ακόμα αδύναμο– επίπεδο ταξικών αγώνων είναι ο πρώτος λόγος που περιορίζει την ανάκαμψη των πολιτικών δυνάμεων της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς, οι οποίες παραμένουν σκόρπιες και διαιρεμένες. Σε αυτό το πλαίσιο, είναι δύσκολο να φανταστούμε μια «στην ψύχρα» ενοποίηση ριζοσπαστικών και επαναστατικών αριστερών δυνάμεων, της οποίας οι παράμετροι ακόμα δεν έχουν διευκρινιστεί.
Για παράδειγμα, αν μιλήσουμε για το φοιτητικό κίνημα, υπήρξαν απόπειρες, όπως το «Bloc de conduccion» που συνένωσε την Αυτόνομη Αριστερά (Izquierda Autonoma), την Εθνική Φοιτητική Ένωση (UNE) και το Μέτωπο Ελευθεριακών Φοιτητών (FEL). Αυτές οι δυνάμεις μαζί είχαν σχετική ηγεμονία στην ηγεσία του φοιτητικού κινήματος. Αλλά αυτό το μέτωπο –θα μπορούσε να το πούμε «πλατύ αντινεοφιλελεύθερο»– έσπασε λίγους μήνες μετά από έλλειψη εσωτερικής συνοχής. Γενικότερα η ενοποίηση είναι δύσκολη και ανάμεσα στις διάφορες μικρές ομάδες και επαναστατικές συλλογικότητες, από διάφορα πολιτικά ρεύματα που έχουν συχνά μια περιορισμένη επιρροή σε κάποιους κοινωνικούς χώρους ή εργατικούς κλάδους. Αυτές οι δυνάμεις παραμένουν μειοψηφικές, αλλά κάποιες έχουν αναπτυχθεί μετά το 2011, με την ώθηση της αναζωπύρωσης των κοινωνικών αγώνων.
Πώς μπορούμε να εκτιμήσουμε την κυβέρνηση Μπασελέ;
FG: Η κυβέρνηση της προέδρου Μπασελέ είναι μια σοσιαλφιλελεύθερη συμμαχική κυβέρνηση που καλύπτει το χώρο από την Κεντροδεξιά (με τους χριστιανοδημοκράτες) μέχρι το ΚΚ, και η οποία είναι μέρος του πλαισίου ενός νεοφιλελεύθερου, ημιαυταρχικού καπιταλισμού που εγκαθιδρύθηκε μετά το τέλος της δικτατορίας. Έχω πει πως πρόκειται για κυβέρνηση «σοσιαλφιλελεύθερου μετασχηματισμού». Με μια έννοια, αυτή η κυβέρνηση ανταποκρίνεται στους αγώνες και στο κίνημα του 2011, επιχειρώντας να σταθεροποιήσει το υπάρχουν μοντέλο μέσα από μερικές μεταρρυθμίσεις. Σε αυτό το ζήτημα υπάρχει άμεση αντιπαράθεση με τις αναλύσεις του ΚΚ. Σήμερα, η κυβέρνηση αντιμετωπίζει μια κρίση νομιμοποίησης που δεν έχει προηγούμενο μετά το 1990, με απανωτές τεράστιες υποθέσεις διαφθοράς που έχουν αγγίξει όλο το πολιτικό σύστημα τους τελευταίους μήνες. Αυτό αποκάλυψε το επίπεδο των δεσμών ανάμεσα στις μεγάλες εταιρείες, το κεφάλαιο και όλο το πολιτικό προσωπικό.
Τι μπορούμε να πούμε για την αναθεώρηση του Συντάγματος;
SG: Η Χιλή έχει ήδη προκηρύξει μια «συνταγματική διαδικασία», αλλά αυτήν τη στιγμή όλοι επικεντρώνονται στο πώς θα διεξαχθεί αυτή η μεταρρύθμιση. Υπάρχουν δύο τρόποι: Να οριστεί από την κυβέρνηση μια επιτροπή που θα επεξεργαστεί ένα νέο σύνταγμα, η πρότασή της να εγκριθεί από το κοινοβούλιο και τελικά να τεθεί η πρόταση ως «πακέτο» συνολικά σε δημοψήφισμα. Ο άλλος τρόπος είναι να εκλεγεί μια συντακτική συνέλευση. Θα ήταν ένα ελεύθερο και κυρίαρχο σώμα, του οποίου το έργο θα είχε σαφή χρονικά όρια και το οποίο θα αντιπροσώπευε το λαό πολύ πιο δημοκρατικά. Σύμφωνα με πρόσφατες δημοσκοπήσεις, το 60% των Χιλιανών υποστηρίζουν μια τέτοια διαδικασία. Το πρόβλημα είναι πως σήμερα δεν υπάρχει νομικό, θεσμικό πλαίσιο που να κάνει εφικτή τη δημιουργία συντακτικής συνέλευσης. Οπότε είναι αναγκαία κάποιου είδους «παράκαμψη», και αυτή μπορεί να γίνει εφικτή μόνο με ισχυρή κοινωνική και πολιτική πίεση από τα κάτω. Μετά το 2011, το αίτημα για Συντακτική Συνέλευση αποκτά όλο και μεγαλύτερη υποστήριξη στον πληθυσμό. Αυτήν τη στιγμή οργανώνουμε ένα «σχολείο συντάγματος», το οποίο εκπαιδεύει ακτιβιστές να εξηγούν αυτήν την ιδέα στο λαό και να επιχειρούν να πείσουν ότι έτσι μπορεί ο λαός να υπερασπιστεί τα συμφέροντά του. Σκεφτόμαστε επίσης τους τρόπους με τους οποίους θα διεξαχθεί η όλη διαδικασία. Μια ιδέα για παράδειγμα είναι να εισαχθεί το όριο των 2/3 για να ψηφιστεί μια συνταγματική αλλαγή και αν αυτό το όριο δεν ξεπεραστεί, να προχωρήσουμε σε ψηφοφορίες επί συγκεκριμένων ζητημάτων, αντί να πάρουμε μόνο μία απόφαση πάνω σε ένα τελικό «πακέτο». Αυτό θα διασφάλιζε μια αυθεντική δημοκρατική συμμετοχή που θα ήταν η πλατύτερη δυνατή και θα ήταν συμβατή με το παλιό σύνθημα της εποχής της Λαϊκής Ενότητας: «Crear poder popular» (Δημιουργήστε τη λαϊκή εξουσία).