Η κυβέρνηση κατεδαφίζει εργασιακά δικαιώματα που είχαν αφήσει ανέγγιχτα τα προηγούμενα μνημόνια!
Σ το ΦΕΚ (Φύλλο Εφημερίδας Κυβερνήσεως) αριθμός 80 της Πέμπτης 16 Ιουλίου 2015, περιλαμβάνεται το τέλος, η ταφόπλακα των ελπίδων που η εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα είχαν εναποθέσει στον ΣΥΡΙΖΑ για άμεση βελτίωση της ζωής τους μέσα από το τέλος των πολιτικών λιτότητας.
Η κυβέρνηση Τσίπρα όχι μόνο αθέτησε όλες τις προεκλογικές της υποσχέσεις, όχι μόνο έγραψε στα παλαιότερα των υποδημάτων της το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά ψήφισε ένα μνημόνιο το οποίο, αν εφαρμοστεί, την κατατάσσει στις νεοφιλελεύθερες κυβερνήσεις. Στέλνοντας με εκκωφαντικό τρόπο το μήνυμα στους εργαζόμενους ότι εντός ΕΕ το μόνο που τους περιμένει είναι η σκλαβιά και η υποδούλωση στα χέρια των εργοδοτών τους.
Μέτρα
Ποια είναι όμως αυτά τα νεοφιλελεύθερα μέτρα όπως περιγράφονται στο ΦΕΚ;
Χτύπημα πρώτο: Η λειτουργία των καταστημάτων όλες τις Κυριακές του χρόνου (βλέπε σελίδα 8) χωρίς τη διασφάλιση ανάλογων μισθολογικών δικαιωμάτων.
Χτύπημα δεύτερο: Η ανεργία που θα προκύψει από το άνοιγμα επαγγελμάτων όπως αυτό των φαρμακοποιών. Ο στόχος του, να μπουν μη συνταγογραφούμενα φάρμακα στα σούπερ μάρκετ, θα οδηγήσει στο κλείσιμο φαρμακείων, ενώ πρώτα θύματα, πριν από το κλείσιμο, θα είναι οι εργαζόμενοι σε αυτά, καθώς χωρίς συλλογικές συμβάσεις εργασίας θα είναι ο πρώτος εύκολος στόχος για να μειώσουν τη ζημιά τους οι φαρμακοποιοί.
Χτύπημα τρίτο: Η ιδιωτικοποίηση του ΑΔΜΗΕ. Τόσο για τους εργαζόμενους σε αυτόν, που θα χάσουν μισθολογικά και ασφαλιστικά δικαιώματα, όσο και μέσα από την αύξηση της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος για όλους τους υπόλοιπους. Για να μη γίνει αυτό, η κυβέρνηση πρέπει να δώσει σαφή ισοδύναμα μέτρα. Αν είχε τέτοια πρόθεση η κυβέρνηση Τσίπρα, θα είχε ήδη προχωρήσει σε αύξηση της φορολογίας των μεγάλων επιχειρήσεων. Κάτι τέτοιο όμως αποδεικνύεται ότι δεν ήταν στις προθέσεις της. Οπότε η ιδιωτικοποίηση του ΑΔΜΗΕ είναι κάτι παραπάνω από πιθανό ότι θα προχωρήσει. Γι’ αυτόν το λόγο αντικαταστάθηκε και ο αρμόδιος υπουργός Παναγιώτης Λαφαζάνης που διαφωνούσε. Εκτός βέβαια και αν η πρόθεση αυτή ανατραπεί από τους ίδιους τους εργαζόμενους.
Χτύπημα τέταρτο: Η δέσμευση να προχωρήσει η κυβέρνηση σε «αυστηρή αναθεώρηση και εκσυγχρονισμό των συλλογικών διαπραγματεύσεων». Αποδεχόμενη «τη βέλτιστη πρακτική» των ομαδικών απολύσεων. Και παρακάτω: «Οι πολιτικές της αγοράς εργασίας θα πρέπει να εναρμονισθούν με διεθνείς και ευρωπαϊκές βέλτιστες πρακτικές και θα πρέπει να αποφευχθεί επιστροφή σε πολιτικές του παρελθόντος που δεν είναι συμβατές με την προώθηση μιας ανάπτυξης βιώσιμης και χωρίς αποκλεισμούς».
Προσπαθώντας να κάνουμε λιανά αυτό το χτύπημα, εκτός από το προφανές, την απελευθέρωση δηλαδή των ομαδικών απολύσεων, η κυβέρνηση μπορεί να εφαρμόσει πρακτικές που αφήνουν το περιθώριο να το παίξει φιλολαϊκή αλλά που στην ουσία καταργούν τα συνδικάτα και κάνουν δεδομένο το ότι οι εργαζόμενοι δεν θα πάρουν αύξηση ποτέ. Για παράδειγμα, απαγόρευση απεργιών με αιτήματα που βάζουν σε κίνδυνο τη δημοσιονομική σταθερότητα και αυξήσεις μισθών μόνο αν συνδέονται με αύξηση της παραγωγικότητας κ.λπ.
Χτύπημα πέμπτο: Όπως περιγράφεται στο ΦΕΚ, «η ελληνική κυβέρνηση θα επανεξετάσει με σκοπό την τροποποίηση τη νομοθεσία που εισήχθη σε αντίθεση με τη συμφωνία της 20ής Φεβρουαρίου, υπαναχωρώντας σε δεσμεύσεις προηγούμενων προγραμμάτων, ή θα προσδιορίσει σαφή ισοδύναμα αντισταθμιστικά μέτρα για τα κεκτημένα δικαιώματα που δημιουργήθηκαν στο μεσοδιάστημα».
Σε μετάφραση: Αν δεν βρεθούν ισοδύναμα αντισταθμιστικά μέτρα, οι σχολικοί φύλακες, οι καθαρίστριες του υπουργείου Οικονομικών, οι εκπαιδευτικοί και όσοι διαθέσιμοι επαναπροσλήφθηκαν θα κινδυνεύουν να απολυθούν. Στην καλύτερη δε περίπτωση η κυβέρνηση, με βάση τη λογική του μνημονίου που υπέγραψε, θα κρατήσει αυτούς τους νόμους αλλά επιβάλλοντας ακόμη βαρύτερη φορολογία στους έχοντες χαμηλά και ανύπαρκτα πια εισοδήματα, με αποτέλεσμα να δημιουργήσει και κλίμα επιθετικό στην κοινωνία σε βάρος όλων των παραπάνω.
Χτύπημα έκτο: Η αύξηση της εισφοράς κοινωνικής αλληλεγγύης, που θα έχει άμεσο αντίκτυπο στη μείωση μισθών και συντάξεων. Αν και με το Ν. 4305/2014 υπήρξε μια τύπου «αύξηση» στους μισθούς, καθώς η εισφορά αλληλεγγύης μειώθηκε κατά 30%, πλέον, με το Μνημόνιο 3, τα δεδομένα αλλάζουν και η εισφορά αλληλεγγύης θα υπολογιστεί το τρέχον έτος, και δη από 1/1/15, με συντελεστές από 0,7% μέχρι 8%, σε συνάρτηση με το ύψος του εισοδήματος.
Σε αυτά πρέπει να συμπεριληφθούν το χτύπημα στις συντάξεις και το Ασφαλιστικό που ξεκίνησε και θα ολοκληρωθεί τον Οκτώβριο, η βαριά φορολογία μέσω ΦΠΑ 23% σε είδη καθημερινής ανάγκης, η διατήρηση του ΕΝΦΙΑ κ.λπ.
Σύμφωνα με το ΙΕΛΚΑ, 157 ευρώ παραπάνω το χρόνο θα καλείται να καταβάλει το κάθε νοικοκυριό για τις αγορές τροφίμων, με βάση την αύξηση του ΦΠΑ στα συσκευασμένα τρόφιμα στο 23%. Ειδικότερα, σύμφωνα με λεπτομερείς υπολογισμούς και με τη βασική υπόθεση ότι η κατανάλωση θα παραμείνει στα επίπεδα του 2013 και ότι η αύξηση του ΦΠΑ θα μεταφερθεί στις τιμές των προϊόντων, το ΙΕΛΚΑ υπολογίζει ότι η αναμενόμενη συνολική ετήσια επιβάρυνση για το σύνολο των νοικοκυριών είναι 650 εκατ. ευρώ.
Τα σωματεία και η ευθύνη τους
Είναι σαφές ότι η εφαρμογή όλων των παραπάνω είναι ανοιχτή κήρυξη πολέμου προς τους εργαζόμενους. Ενός πολέμου που μπορεί να λήξει μόνο με δύο τρόπους: Την ήττα των αριστερών δυνάμεων εντός του ΣΥΡΙΖΑ και τη συνολική απογοήτευση πλατιών τμημάτων της εργατικής τάξης που είχαν εναποθέσει τις ελπίδες τους στην κυβέρνηση με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ. Ή την αντίσταση που μπορεί και πρέπει να ξεκινήσει άμεσα σε κάθε χώρο δουλειάς, σε κάθε σωματείο ή/και ανεξάρτητα, με τη νίκη των αριστερών δυνάμεων εντός ΣΥΡΙΖΑ.
Είναι γεγονός ότι την πλειοψηφία στις δυνάμεις του ΜΕΤΑ την έχει η αριστερή πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ που διαφωνεί με το μνημόνιο. Πέρα από το κεντρικό πολιτικό σκηνικό, η συμπεριφορά αυτών των δυνάμεων σε συνδικαλιστικό επίπεδο θα είναι καθοριστική για το κίνημα και την Αριστερά.
Χρειάζεται η δημιουργία ενός πλατιού μετώπου σωματείων και αγωνιστών βάσης στους χώρους, μαζί με τις δυνάμεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και τη συνεχή ανοιχτή πρόσκληση στις δυνάμεις του ΠΑΜΕ και του ΚΚΕ για την από κοινού δράση ενάντια στο μνημόνιο και την κυβέρνηση. Με πρόταγμα την εναλλακτική λύση που οι αγώνες των εργαζομένων μπορούν να επιβάλουν, την εφαρμογή ενός μεταβατικού προγράμματος ικανού να βγάλει τους εργαζόμενους από το αδιέξοδο των πολιτικών λιτότητας και με αυτή την έννοια πιθανά και την έξοδο από το ευρώ και την ΕΕ.
Ενός μετώπου που θα οργώσει τους χώρους δουλειάς, οργανώνοντας τις κινητοποιήσεις, σπάζοντας την απογοήτευση και μετατρέποντας την ήττα που γνώρισαν οι εργαζόμενοι από τη νεοφιλελεύθερη στροφή της ηγεσίας Τσίπρα σε οδό προς τα εμπρός για το κίνημα και την Αριστερά. Σε αυτή την κατεύθυνση οφείλουν οι παρατάξεις της Αριστεράς να αξιοποιήσουν και το κάλεσμα που έκανε η ΑΔΕΔΥ σε 140 ομοσπονδίες και συνδικάτα του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα κατά του Μνημονίου 3.
Η ευθύνη για όλες τις συνδικαλιστικές παρατάξεις της Αριστεράς είναι πλέον μεγάλη.