Τους τελευταίους μήνες υπάρχει ένα πρωτοφανές κύμα αλληλεγγύης προς τους πρόσφυγες, το οποίο έχει κυρίως ανθρωπιστική βάση και ξεκινάει από τη συντριβή που νιώθουν οι άνθρωποι μπροστά στο δράμα των προσφύγων που εκτυλίσσεται μπροστά στα μάτια τους.
Άνθρωποι ξεριζωμένοι από τη φρίκη του πολέμου έρχονται μέσα σε λαστιχένιες βάρκες, ναυαγούν, διασώζονται ή πνίγονται, και σε κάθε περίπτωση υφίστανται απίστευτες κακουχίες στα ελληνικά νησιά, στις πλατείες της Αθήνας, στα σύνορα που προσπαθούν να περάσουν για να συνεχίσουν το ταξίδι τους. Οι εικόνες των πνιγμένων παιδιών, των μωρών που βγαίνουν μισοπνιγμένα από τη θάλασσα, των οικογενειών που προσπαθούν να επιβιώσουν στις χειρότερες συνθήκες έχοντας ξεχάσει για πάντα την ασφάλεια και την ηρεμία που είχαν στο παρελθόν, είναι αδυσώπητες. Τόσο που συντρίβουν αυτόματα κάθε φόβο των ντόπιων, κάθε επιχείρημα που έχουν επανειλημμένα ακούσει για τους κινδύνους ισλαμοποίησης της Δύσης, από την περίοδο που ΜΜΕ και κυβερνήσεις προσπαθούσαν να δημιουργήσουν εχθρότητα προς τους πρόσφυγες με την ισλαμοφοβία.
Σε κάθε γωνιά της Ελλάδας έχουν δημιουργηθεί επιτροπές και συλλογικότητες που προσπαθούν με όποιον τρόπο μπορούν να βοηθήσουν. Η ανταπόκριση του κόσμου σε κάθε κάλεσμα για συλλογή ειδών πρώτης ανάγκης για τους πρόσφυγες είναι συγκινητική. Ωστόσο το κίνημα αυτό της συμπαράστασης πρέπει να αποκτήσει κάποια χαρακτηριστικά ώστε να γίνει πραγματικά αποτελεσματικό.
Πρώτα απ’ όλα είναι σημαντικό να γίνει από όλους κατανοητό ότι η αλληλεγγύη προς τους πρόσφυγες δεν διαφέρει από την αλληλεγγύη ανάμεσα στα θύματα των μνημονίων. Οι πρόσφυγες είναι σαφέστατα σε πολύ πιο δυσχερή θέση από οποιονδήποτε από εμάς, αλλά δεν είναι κάτι έξω από εμάς. Είναι τα θύματα του ιμπεριαλισμού, των πολέμων, σε τελική ανάλυση του συστήματος της εκμετάλλευσης του ανθρώπου από άνθρωπο. Είμαστε κι εμείς θύματα αυτού του συστήματος, και κανείς δεν μας εξασφαλίζει ότι δεν θα βρεθούμε κάποτε στην ίδια ακριβώς θέση με τους πρόσφυγες. Ιδιαίτερα στις σημερινές σκληρές συνθήκες, ποτέ δεν ήταν πιο επίκαιρο το ότι «μας ενώνουν πολύ περισσότερα από όσα μας χωρίζουν». Δεν μιλάμε για ανθρώπους ανέγγιχτους από την κρίση που προσπαθούν να βοηθήσουν ανθρωπιστικά τους λιγότερο προνομιούχους συνανθρώπους τους. Μιλάμε για την ταξική αλληλεγγύη των «από κάτω», που χτίζει δεσμούς μεταξύ τους, που αποτρέπει τον «κοινωνικό κανιβαλισμό».
Το δεύτερο χαρακτηριστικό είναι ότι η αλληλεγγύη πρέπει να αποκτήσει περισσότερο διεκδικητικό χαρακτήρα. Είναι γεγονός ότι οι περισσότεροι άνθρωποι είναι πολύ περισσότερο πρόθυμοι να συλλέξουν είδη, να μαγειρέψουν για τους πρόσφυγες, να προσφέρουν οποιαδήποτε έμπρακτη βοήθεια μπορούν, ενώ πολύ λιγότεροι κινητοποιούνται για τη διεκδίκηση των αιτημάτων που αν ικανοποιούνταν θα μπορούσαν να βάλουν τέλος σε αυτή την κατάσταση. Αλλά οφείλουμε να κάνουμε ό,τι περνά από το χέρι μας για να μετασχηματίσουμε την πρόθυμη αλληλεγγύη σε διάθεση αντίστασης, εξηγώντας σε όλους εκείνους που ευαισθητοποιούνται τη χρησιμότητα του αγώνα:
Όσους πρόσφυγες και αν διασώσουμε από τα παγωμένα νερά, θα εξακολουθούν να μπαίνουν σε βάρκες και να πνίγονται αν δεν πέσει ο φράχτης του Έβρου. Όσα γεύματα κι αν ετοιμάσουμε, θα εξακολουθούμε να έχουμε ανθρώπους που ζουν σε άθλιες συνθήκες σε πλατείες πόλεων ή σε σύνορα μεταξύ χωρών, αν δεν απαιτήσουμε να ανοίξουν τα σύνορα. Η έμπρακτη βοήθεια πρέπει να συνεχιστεί, αλλά πρέπει να γίνουν ηχηρές και δυναμικές οι φωνές που θα απαιτήσουν γκρέμισμα του φράχτη και άνοιγμα των συνόρων τώρα, γιατί κάθε μέρα που περνάει και δεν το πετυχαίνουμε χάνονται κι άλλες ζωές.
Αλληλεγγύη απ’ όπου
κι αν προέρχεται;
Γι’ αυτούς τους λόγους, η αλληλεγγύη που έχει πραγματική σημασία είναι εκείνη που μπορεί να αντιμετωπίσει και τις αιτίες, όχι μόνο τα συμπτώματα. Είτε πρόκειται για αλληλεγγύη στα θύματα των μνημονίων είτε στα θύματα των πολέμων, το πιο σημαντικό είναι ως διαδικασία να ριζοσπαστικοποιεί τον αλληλέγγυο κόσμο και να μαζικοποιεί τους αγώνες που θα βάλουν τέλος στην καταστροφή. Δεν έχει νόημα να κάνουμε μαθήματα στα παιδιά των ανέργων αν ταυτόχρονα δεν διεκδικούμε ένα δημόσιο σχολείο που θα παρέχει παιδεία σε όλα τα παιδιά. Δεν έχουν νόημα τα κοινωνικά ιατρεία χωρίς τη διεκδίκηση καθολικής πρόσβασης στην υγεία.
Επομένως, αν θέλει η Εκκλησία να προσφέρει συσσίτιο στους άπορους και οι διάφορες ΜΚΟ να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους με το αζημίωτο, ας το κάνουν. Όμως πρόκειται για «φιλανθρωπία» που ίσως να απαλύνει τον πόνο κάποιων συνανθρώπων μας, αλλά δεν στοχεύει στο να λύσει το πρόβλημα –σε κάποιες περιπτώσεις «τρέφεται» κιόλας από την αναπαραγωγή του. Συνεπώς το κίνημα και η Αριστερά δεν έχουν καμία σχέση με τέτοιου είδους «αλληλεγγύη».
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ από τη μία φέρνει τους πλειστηριασμούς πρώτης κατοικίας και αντιασφαλιστικά νομοσχέδια κι από την άλλη προσπαθεί να παρουσιαστεί ως ευαίσθητη στον ανθρώπινο πόνο, ντόπιων και προσφύγων. Τα μέτρα για την ανθρωπιστική κρίση είναι ψίχουλα που δεν μπορούν να ανακουφίσουν κανέναν –όπως το πρόγραμμα επισιτιστικής συνδρομής του ΤΕΒΑ που στην ουσία ήταν τρόφιμα αξίας 70 ευρώ κάθε μήνα σε οικογένειες με εισόδημα κάτω από 3.000 ευρώ το χρόνο. Όσο για το ενδιαφέρον και τη συγκίνηση του πρωθυπουργού για τα προσφυγόπουλα, μόνο υποκριτικά μπορούν να χαρακτηριστούν, τη στιγμή που είναι στο χέρι της κυβέρνησης να γκρεμίσει το φράχτη και να μην πνίγονται μωρά.
Την ίδια στιγμή, στηρίζει μια «φιλο»-προσφυγική πολιτική χωρίς φράγκο, στις πλάτες των αντιρατσιστών εθελοντών που επιχειρούν με πενιχρά μέσα να κάνουν τη δουλειά που δεν κάνει η κυβέρνηση. Ιδιαίτερα αυτός ο κόσμος, που είναι ενεργός στο αντιρατσιστικό κίνημα, θα πρέπει να μην περιοριστεί σε μια «σισσύφεια» προσπάθεια υποκατάστασης των ανύπαρκτων κρατικών δομών πρόνοιας, αλλά και να αγωνιστεί ενάντια σε αυτήν την κυβέρνηση, διεκδικώντας συνολικότερες λύσεις.
Αριστερά και αγώνες
Επειδή στη συνείδηση μεγάλης μερίδας του κόσμου η κυβέρνηση αυτή εξακολουθεί να είναι αριστερή, το «ενδιαφέρον» της για τους πρόσφυγες δεν είναι μόνο υποκριτικό, μπορεί να έχει και αρνητικά αποτελέσματα. Όταν η κυβέρνηση, που έφερε το σκληρότερο μνημόνιο που εξαθλιώνει ακόμα περισσότερο τον ήδη σκληρά δοκιμασμένο κόσμο, μας μιλάει για μέτρα ανακούφισης των προσφύγων, αυτό μπορεί να ενεργοποιήσει αντανακλαστικά ανταγωνιστικά. Δίνει πάτημα σε φασίστες να διαδίδουν τα συκοφαντικά τους ψέματα, ότι πολύ περισσότερα χρήματα ξοδεύονται για τους πρόσφυγες παρά για τους φτωχούς Έλληνες, ότι υπάρχει μέριμνα για τη στέγαση των προσφύγων αλλά όχι των άστεγων Ελλήνων και πάει λέγοντας. Και όσο τα αποτελέσματα των μνημονίων θα βαραίνουν περισσότερο τον κόσμο, τόσο θα μεγαλώνουν τα περιθώρια για την ακροδεξιά να εκμεταλλευτεί την αγανάκτηση του κόσμου, αν δεν υπάρξει συνολική απάντηση από την Αριστερά, που θα κινητοποιεί ενάντια στον πραγματικό εχθρό, που θα απαντά στις ανάγκες όλων των φτωχών, ντόπιων και ξένων, οργανώνοντας δεσμούς αλληλεγγύης μέσα από τον κοινό αγώνα για τη βελτίωση των ζωών μας.
Ξεκινώντας από το κορυφαίο ζήτημα της περιόδου, το προσφυγικό (και είναι κορυφαίο γιατί η ανάγκη να λυθεί είναι παραπάνω από επιτακτική), η Αριστερά οφείλει να βάλει το πλαίσιο που θα ενώσει όλους τους αγώνες. Ο αλληλέγγυος κόσμος δεν αρκεί να βοηθάει τους πρόσφυγες, πρέπει να καταλάβει γιατί έγιναν πρόσφυγες. Πρέπει να δει ότι η αιτία που του ίδιου του παίρνουν το σπίτι, του στερούν το δικαίωμα στη σύνταξη, του αφαιρούν τα εργασιακά δικαιώματα, είναι στην ουσία η ίδια. Και γι’ αυτό η πάλη είναι κοινή
Ο φράχτης πρέπει να πέσει και τα σύνορα της Ευρώπης να είναι ανοιχτά, πρώτα και κύρια επειδή αλλιώς χάνονται ζωές. Αλλά δεν είναι μόνο αυτός ο λόγος. Δεν θέλουμε σύνορα ανοιχτά για τους πρόσφυγες γιατί είμαστε μεγαλόψυχοι και τους λυπόμαστε, αλλά γιατί εκείνοι είναι το ίδιο με εμάς. Γιατί έχουμε κοινούς αγώνες να δώσουμε μαζί τους. Γιατί αν δεν παλέψουμε μαζί τους, κανείς δεν μας εξασφαλίζει ότι αύριο δεν θα είμαστε στη θέση τους.