Οι δράσεις αλληλεγγύης απέκτησαν, δικαιολογημένα, αίγλη κατά την περίοδο της μεγάλης κοινωνικής αντίστασης ενάντια στα Μνημόνια 1 και 2. Στις μέρες μας ξετυλίγεται μια συγκλονιστική αλληλεγγύη απέναντι στους πρόσφυγες, ένα πλατύ «πλέγμα» δραστηριοτήτων και παρεμβάσεων των λαϊκών δυνάμεων, που κλείνει κάποιες από τις «τρύπες» της ανάλγητης επίσημης κρατικής πολιτικής, κρατά ζωντανούς χιλιάδες πρόσφυγες και εμποδίζει τη μαζική ανάπτυξη ενός ακροδεξιού ρεύματος με αφορμή το προσφυγικό ζήτημα.
Όμως, όπως και σε πολλές άλλες σημαντικές πτυχές της κοινωνικής δραστηριότητας, έτσι και στην αλληλεγγύη η κυβερνητική πολιτική των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ οδηγεί σε σημαντικές ανατροπές.
Η κυβέρνηση Τσίπρα ξεκινά από τη βασική παραδοχή ότι θα εφαρμόσει στο «ακέραιο και εγκαίρως» τη συμφωνία της 13ης Ιουλίου, το Μνημόνιο 3. Αυτή η παραδοχή οδηγεί στη δραματική επιδείνωση των βασικών κοινωνικών δικαιωμάτων που καθορίζουν το επίπεδο ζωής εκατομμυρίων ανθρώπων: η επίθεση αφορά το μισθό, τη σύνταξη, τους φόρους, την κατάσταση στο δημόσιο σχολείο και νοσοκομείο κ.ο.κ.
Κέρδη
Οφείλουμε να μην ξεχνάμε ποτέ ότι μέσα στον οξύ κοινωνικό ανταγωνισμό, η δραματική επιδείνωση αυτών των μεγεθών συνδυάζεται με τη δραματική βελτίωση των συνθηκών και των πιθανοτήτων ανάκαμψης των βιομηχάνων, των τραπεζιτών και των εφοπλιστών από την κρίση του συστήματός τους. Στα 6-7 χρόνια των μνημονιακών πολιτικών βελτιώθηκαν θεαματικά τα περιθώρια κερδοφορίας των μεγάλων επιχειρήσεων, των επιχειρήσεων που περιμένουν να ολοκληρωθεί ο κύκλος καταστροφής των πιο καθυστερημένων και ετοιμόρροπων ομογάλακτων «αδελφών» τους για να κληρονομήσουν τα μερίδιά τους στην αγορά και να ελπίζουν, έτσι, στο ξεκίνημα ενός νέου «φωτεινού» κύκλου στην οικονομία τους.
Όμως για να λειτουργεί στοιχειωδώς ομαλά το σύστημα, για να διασφαλίζει η κυρίαρχη τάξη έναν κάποιο έλεγχο στις πολιτικές εξελίξεις, είναι αναγκαία κάποια μέτρα που θα δημιουργούν μια εντύπωση ενδιαφέροντος για το «γενικό καλό». Κάποια μέτρα που θα δίνουν την εικόνα προσπάθειας για να μην κυλάει αίμα στους δρόμους.
Και εδώ εμφανίζεται η κ. Φωτίου με τις «μαρμελάδες» και τα «γεμιστά» της, με τις νέες ιδέες για την αξιοποίηση των ακατάλληλων για κατανάλωση τροφίμων ώστε να τραφούν κάποιοι πεινασμένοι. Εδώ εμφανίζεται ο Ν. Φίλης που, αν και έχει αναλάβει να υλοποιήσει δραματικές περικοπές στους προϋπολογισμούς για την εκπαίδευση, εξαγγέλλει τη διανομή μερικών χιλιάδων «μικρογευμάτων» στους μαθητές των πιο εξαθλιωμένων σχολείων, σε συνεργασία «με την Εκκλησία και τον ιδιωτικό τομέα».
Τα μέτρα αυτά έχουν μια γενικότερη προβολή, απολύτως δυσανάλογη με τους προϋπολογισμούς που τα στηρίζουν. Αξίζει να θυμόμαστε ότι το άθροισμα των κονδυλίων που αφορούν στην «ανθρωπιστική κρίση» μετά βίας φτάνει τα 200 εκατ. ευρώ, ένα ποσόν ίσο με όσα σκέπτεται να διαθέσει η κ. Δούρου ως επιχορήγηση στους βαρόνους του ποδοσφαίρου για τον εκσυγχρονισμό των γηπέδων τους. Όμως η υποκρισία είναι, ίσως, το μικρότερο πρόβλημα σε αυτή την αντίληψη για την αλληλεγγύη.
Σοσιαλδημοκρατία
Η ιδέα για ένα «δίχτυ προστασίας των αδυνάτων» είναι ιδέα βαθιά συνδεδεμένη με την άνοδο του νεοφιλελευθερισμού. Πρωτοεμφανίστηκε στα μέσα της δεκαετίας του ’90, ενώ η πατρότητά της ανήκει στα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα κατά την περίοδο της προσαρμογής τους στο νεοφιλελευθερισμό. Ήταν το απαραίτητο συμπλήρωμα -ως νομιμοποιητικό στοιχείο- στη γενικευμένη επίθεση των σοσιαλδημοκρατικών κυβερνήσεων ενάντια στα «κεκτημένα» της εργατικής τάξης, ενάντια στις κατακτήσεις των μεγάλων δεκαετιών του ’60 και του ’70. Ήταν το απαραίτητο άλλοθι για τις σοσιαλδημοκρατικές ηγεσίες των συνδικάτων, που έκαναν τα «στραβά μάτια» απέναντι στη νεοφιλελεύθερη επιθετικότητα και χρειάζονταν κάποια υποκατάστατα ώστε να μπορούν να αναπαράγονται εκλογικά. Δεν είναι τυχαίο ότι το «δίχτυ προστασίας των αδυνάτων» πρωτοεξαγγέλθηκε ως αντίληψη στην Ελλάδα από τον Χρ. Πρωτόπαπα -πρώην πρόεδρο της ΓΣΕΕ και υφυπουργό Εργασίας, τότε, της κυβέρνησης Σημίτη. Ήταν η εποχή των «εναλλακτικών πολιτικών για την απασχόληση» που καταργούσε τα νόμιμα δικαιώματα των ανέργων, μείωνε τα ποσά και το χρόνο επιδότησής τους, ενώ έταζε στους ανέργους... προγράμματα επανακατάρτισης!
Σε χειρότερη, σε πιο διευρυμένη κλίμακα, ακριβώς το ίδιο κάνει σήμερα η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Επιδεινώνει δραματικά τη δυνατότητα να τρέφονται αξιοπρεπώς τα παιδιά (μέσω της μείωσης των μισθών και των συντάξεων των γονιών τους) και σε αντάλλαγμα τάζει... διανομές «μικρογευμάτων» στις πιο τραγικές των περιπτώσεων.
Κάποιοι σύντροφοι και παλιοί φίλοι θεωρούν αυτήν τη στάση ως αναγκαίο «ρεαλισμό» μπροστά σε μια πολύ δύσκολη κατάσταση. Ας δούμε πόσα σημαντικά πράγματα χάνει αυτός ο συλλογισμός.
Αριστερά
Η Αριστερά μετατρέπεται έτσι σε πολιτική δύναμη που λέει ότι η λιτότητα είναι αναγκαία, ότι τα «χοντρά» μέτρα του Μνημονίου 3 πρέπει να επιβληθούν και το μόνο που παραμένει ως αντίβαρο είναι τα μέτρα του «δικτύου προστασίας». Η Αριστερά παραιτείται έτσι από την πολιτική που ιστορικά διεκδικούσε μεταφορά πόρων από τους καπιταλιστές στους εργάτες, από τους πλούσιους στους φτωχούς. Κυρίως, όμως, η Αριστερά παραιτείται έτσι από την υπεράσπιση των μεγάλων εργατικών και κοινωνικών κατακτήσεων, που δεν είναι δυνατόν να αντικατασταθούν από μέτρα φιλανθρωπίας.
Ένα δευτερεύον αλλά όχι ασήμαντο απότοκο αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής μπορεί να είναι η κρατικοποίηση, μια ιδιόμορφη «ΜΚΟ-ποίηση» των δομών αλληλεγγύης. Εκατοντάδες ακτιβιστές που ανέπτυξαν δράση αυθεντικής κοινωνικής ευαισθησίας, συνδέοντας πάντα την αλληλεγγύη με την αντίσταση στα μνημόνια, πιέζονται σήμερα να μετατραπούν σε απολογητές των μνημονίων, που θα φτιασιδώνουν την απόπειρα επιβολής τους με κάποια ψίχουλα προς τους πιο αδύναμους από τους συνανθρώπους μας. Αυτή η ενίσχυση δεν μπορεί και δεν πρέπει να υποτιμηθεί. Αλλά δεν φτάνει.
Γιατί όπως έλεγαν και κάποιοι Λατινοαμερικάνοι ακτιβιστές της εποχής του μεγάλου κινήματος ενάντια στην καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση: Η Αριστερά δεν είναι -δεν ήταν ποτέ- μια πολιτική δύναμη που μόνο αγαπά τους φτωχούς. Ήταν και η πολιτική δύναμη που μάχεται ενάντια στους πλούσιους.