«Η σύνεση είναι τροχοπέδη, όχι κίνητρο. Κανένας ακόμη δεν ταξίδεψε πάνω σε τροχοπέδη, όπως κανένας δεν έχτισε ποτέ κάτι μεγάλο πάνω στη φρόνηση. Σύγκαιρα όμως οι μπολσεβίκοι ήξεραν πολύ καλά πως η πάλη απαιτεί υπολογισμό των δυνάμεων και πως πρέπει να είσαι συνετός για να έχεις το δικαίωμα να είσαι ριψοκίνδυνος». Λ. Τρότσκι
Το 1914 ξεκινούσε ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος και στη Ρωσία, όπως και στις άλλες εμπόλεμες χώρες, επικρατούσε πατριωτικός ενθουσιασμός. Η Αριστερά βρέθηκε σε τρομερή απομόνωση μέσα στην κοινωνία. Οι οργανώσεις της παρέλυσαν και οι αγωνιστές και οι αγωνίστριες βίωναν την πιο μεγάλη απογοήτευση.
Τριάμισι χρόνια μετά, η κυριότερη οργάνωση επαναστατών στη Ρωσία, οι μπολσεβίκοι, βρισκόταν στην εξουσία, επικεφαλής των συμβουλίων εργατών, στρατιωτών και αγροτών (σοβιέτ).
Η μετάβαση από το βάθος του γκρεμού στην κορυφή, δείχνει ακόμη πιο ασύλληπτη, επειδή στη Ρωσία υπήρχε τεράστιος αναλφαβητισμός, βαθιά πολιτιστική καθυστέρηση, χαώδης απόσταση ανάμεσα στη ζωή της πόλης σε σχέση με αυτή του χωριού. Ακόμη υπήρχε άβυσσος ανισοτήτων ανάμεσα στο ρωσικό πληθυσμό και τις εθνικές μειονότητες, που συνολικά αποτελούσαν πάνω από το 50% του πληθυσμού.
Κι όμως, οι πληθυσμοί που σέρνονταν στις πιο καθυστερημένες προλήψεις, που προσκυνούσαν τον «πατερούλη» τσάρο και μισούσαν με φανατισμό τους ξένους και τους Εβραίους, κερδήθηκαν το 1917 με το σοσιαλισμό και την παγκόσμια αδελφοσύνη των λαών. Οι μπολσεβίκοι τα κατάφεραν στη χώρα με τις δυσμενέστερες προϋποθέσεις.
Πώς έγινε αυτό;
«Ο στρατιώτης βέβαια, από την πρώτη μέρα του πολέμου, δεν είχε καμιά όρεξη ούτε να πολεμήσει ούτε να πεθάνει.
Μα το απεχθανόταν αυτό με τον ίδιο τρόπο που κι ένα άλογο του πυροβολικού δεν θέλει καθόλου να σύρει ένα βαρύ κανόνι μέσα στη λάσπη. Σαν το άλογο, ο στρατιώτης δεν πίστευε πως μπορούσε να απαλλαγεί από το φορτίο που είχε πέσει πάνω του. Ανάμεσα στη θέλησή του και στα γεγονότα του πολέμου δεν φαινόταν να υπήρχε κάποια σχέση.
Η Επανάσταση τού αποκάλυψε τη σχέση αυτή».
(Λ. Τρότσκι)
Μετά από τρία χρόνια πολέμου η Ρωσία είχε εκατομμύρια νεκρούς και τραυματίες και η πείνα απλώνονταν στα μετόπισθεν. Στην πρωτεύουσα Πετρούπολη, έπειτα από μια βδομάδα εργατικής εξέγερσης, το τσαρικό καθεστώς έπεσε σαν παραγινωμένο φρούτο. Ήταν η Επανάσταση του Φλεβάρη 1917.
Μα η προσωρινή «δημοκρατική» κυβέρνηση που ανέλαβε, δεν άλλαξε πολιτική: Συνέχισε τον πόλεμο και αρνήθηκε να μοιράσει τη γη των γαιοκτημόνων στους αγρότες.
Όμως, η καθημερινή ζωή στους στρατώνες, στις πόλεις και, ως ένα σημείο, στα χωριά, είχε ένα καινούργιο στοιχείο: Τα συμβούλια των εξεγερμένων. Εκατομμύρια εργάτες, στρατιώτες και αγρότες εντάχθηκαν σ’ αυτά. Τα σοβιέτ οργάνωναν την τροφοδοσία των ανθρώπων και την κανονική λειτουργία των υπηρεσιών και της παραγωγής και ελέγχανε, σε όλο και μεγαλύτερο βαθμό, τους ιδιοκτήτες του πλούτου και τη διοίκηση του στρατού.
Ντε φάκτο, στη Ρωσία υπήρχαν δύο εξουσίες: τα σοβιέτ, που συγκέντρωναν την πραγματική εξουσία, και η «προσωρινή κυβέρνηση», που απέμενε να έχει μόνο τους τίτλους και τα σύμβολα της κυριαρχίας.
Όμως, οι ηγέτες στα σοβιέτ, τα κόμματα των σοσιαλεπαναστατών και των μενσεβίκων, στήριζαν την κυβέρνηση και διαγκωνίζονταν για να αναλάβουν υπουργοί της.
(Β. Ι. Λένιν)
Την άνοιξη του 1917, οι μπολσεβίκοι ήταν μια μικρή μειοψηφία μέσα στα σοβιέτ. Υποστήριζαν πως ο πόλεμος είναι άδικος και πως πρέπει να μετατραπεί σε επανάσταση κατά των αφεντικών. Τα άλλα κόμματα και ο Τύπος τούς χλεύαζαν και τους λοιδορούσαν. Μα η κατάσταση άρχισε ν’ αλλάζει:
«Κάθε διαμαρτυρία καταπιεσμένων, κάθε δήμευση γης, κάθε πρόκληση αντεκδίκησης σε έναν μισητό αξιωματικό, αποδίδονταν από τις εφημερίδες στους μπολσεβίκους. Οι στρατιώτες συμπεράνανε απ’ αυτό πως οι μπολσεβίκοι είναι δίκαιοι άνθρωποι».(Λ. Τρότσκι)
Το κλειδί
Οι εργάτες και οι αγρότες στη Ρωσία είχαν δύο επιτακτικά ζητήματα που τους έκαιγαν και απαιτούσαν απαντήσεις:
1) Πώς θα σταματήσει ο πόλεμος,
2) Πώς θα πάρουν οι αγρότες τη γη από τους ευγενείς και την εκκλησία.
Οι μπολσεβίκοι απαντούσαν πως η μόνη λύση και για τα δυο είναι το να πάρουν την εξουσία τα σοβιέτ, οι επιτροπές των εργατών, των στρατιωτών και των αγροτών. Το «κλειδί» της επιτυχίας του κόμματος του Λένιν και του Τρότσκι ήταν το ότι τα συνθήματά του απαντούσαν στις προσδοκίες των μαζών που πάλευαν για να αλλάξει η ζωή τους.
Ένα κρίσιμο σημείο στην κατανόηση των γεγονότων ήταν ότι οι μπολσεβίκοι δεν ζητούσαν να τους ανατεθεί απλώς η αρχηγία, προσπαθούσαν να ξυπνήσουν την πρωτοβουλία και τη δράση των ανθρώπων από τα κάτω:
(Β. Ι. Λένιν, «Για το αγροτικό ζήτημα»)
Οι μπολσεβίκοι ζητούσαν πράγματα που φαινόταν να ξεπερνούν κάθε φαντασία: να μετατραπεί ο πόλεμος σε ταξικό εμφύλιο, να γίνει ντόμινο επαναστάσεων στη Γερμανία και σε όλη την Ευρώπη, να αδελφωθούν όλοι οι λαοί σε μια σοσιαλιστική κοινωνία. Για τους καθωσπρέπει αστούς, οι μπολσεβίκοι ήταν όλοι δραπέτες από τρελοκομείο.
Όμως για τους καταπιεσμένους, αυτή ήταν η γλώσσα που περίμεναν να ακούσουν. Τον Ιούνη του ’17 ένα σύνταγμα πολυβολητών στην Πετρούπολη έβγαλε σε γενική συνέλευση μια ανακοίνωση: «Από δω και μπρος, θα στέλνουμε μονάδες στο μέτωπο, μόνο αν ο πόλεμος θα έχει επαναστατικό χαρακτήρα». Όταν η κυβέρνηση απείλησε να διαλύσει το ανυπάκουο σύνταγμα, νέα συνέλευση απάντησε πως «θα διαλύσουν οι πολυβολητές, αν χρειαστεί, την κυβέρνηση, κι όσους την υποστηρίζουν».
Οι μπολσεβίκοι τους επόμενους μήνες θα διευρύνουν την επιρροή τους με την ταχύτητα χιονοστιβάδας. Ήταν η εκδίκηση των περιφρονημένων…
Για τα αφεντικά, αλλά και για την Αριστερά του συμβιβασμού και της «περιορισμένης ευθύνης», η επικράτηση των μπολσεβίκων τον Οκτώβρη του 1917, ήταν η νίκη της παλαβομάρας πάνω στη σωφροσύνη. Όμως οι μπολσεβίκοι διέθεταν τη φρονιμάδα και τη σύνεση να ακούν προσεκτικά και με υπομονή τις ανάγκες και τις απαιτήσεις των μαζών. Ταυτόχρονα είχαν την «απερισκεψία» να μην αποδέχονται σαν δεδομένο τον κάθε φορά συσχετισμό δυνάμεων.