Είναι 27 Οκτώβρη 2005. Μια παρέα παιδιών παίζει μπάλα σε μια αλάνα στο Clichy-sous-Bois. Και έχουν ένα «ατύχημα». Δεν σκίζουν τα παπούτσια τους, δεν ματώνουν τα γόνατά τους, το παιχνίδι δεν διακόπτεται από τον διαιτητή. Το παιχνίδι διακόπτεται από την αστυνομία. Είναι μια περίοδος που έχουν ενταθεί οι έλεγχοι στην περιοχή. Τα παιδιά δεν έχουν χαρτιά μαζί τους. Ούτε κι εμείς κουβαλούσαμε ταυτότητα όταν παίζαμε μπάλα στα δεκαπέντε μας. Θέλουν λοιπόν να αποφύγουν τον έλεγχο. Θέλουν να γυρίσουν σπίτι τους και όχι να πάνε στο τμήμα. Το βάζουν στα πόδια και η αστυνομία τα κυνηγάει. Βρίσκουν καταφύγιο σε έναν υποσταθμό του ηλεκτρικού ρεύματος. Τρία από αυτά παθαίνουν ηλεκτροπληξία. Ο Muhittin Altun (17) επιβιώνει. Οι Zyed Benna (17) και Bouna Traoré (15) δεν είναι τόσο τυχεροί. Όταν πέφτει η νύχτα, η οργή ξεχειλίζει στους δρόμους των υποβαθμισμένων γαλλικών προαστίων.
Δεκαπέντε χρονών νεκρός από την αστυνομία. Κάτι μας θυμίζει κι εμάς, μια δική μας «επέτειο» που πλησιάζει. Στο Παρίσι οδοφράγματα, επιθέσεις στην αστυνομία και σε δημόσια κτίρια, πυροβολισμοί. Κάθε βράδυ μετριούνται εκατοντάδες καμένα αυτοκίνητα σε όλες τις πόλεις της Γαλλίας και όχι μόνο στο Παρίσι. Υπολογίζεται ότι κάηκαν πάνω από 10.000 αυτοκίνητα συνολικά. Είναι μια νεκρική πυρά που μεγαλώνει διαρκώς και μεταδίδεται. Ο Σαρκοζί δηλώνει ότι θα καθαρίσει τα αποβράσματα των προαστίων από τα πεζοδρόμια. Στις 8 Νοέμβρη επιβάλλεται κατάσταση έκτακτης ανάγκης, που διαρκεί τρεις εβδομάδες.
Τι είναι η κατάσταση
έκτακτης ανάγκης;
Η κατάσταση έκτακτης ανάγκης είναι η άρση βασικών ανθρώπινων δικαιωμάτων, η εγγραφή της ανομίας στον νόμο, είναι μια περίοδος που, όταν χτυπάει το κουδούνι, δεν ξέρεις αν είναι ο γαλατάς. Είναι η δικτατορία της αστικής τάξης που προβλέπεται από το Σύνταγμα της αστικής δημοκρατίας. Χαρακτηριστικά, απαγορεύονται οι συναθροίσεις και τα θεάματα. Μπορεί να απαγορευτεί η κυκλοφορία, επιβάλλεται η λογοκρισία του Τύπου, διατάσσεται κατά βούληση κατ’ οίκον περιορισμός, διευκολύνονται και πολλαπλασιάζονται οι έφοδοι στα σπίτια. Η εφαρμογή κατάστασης έκτακτης ανάγκης απαιτεί εξαίρεση από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ). Στη Γαλλία χρησιμοποιήθηκε ο νόμος του ’55.
Ο νόμος του ’55 ψηφίστηκε για να εφαρμοστεί στην Αλγερία. Τι να πρωτοπείς για την Αλγερία; Για τις συνοπτικές εκτελέσεις ή για τα εκλεπτυσμένα βασανιστήρια; Ας πούμε για μια χαρακτηριστική εφαρμογή του νόμου αυτού σε γαλλικό έδαφος. Στις 17 Οκτώβρη του 1961, το γαλλικό τμήμα του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου της Αλγερίας καλεί του Αλγερινούς της Γαλλίας να διαδηλώσουν ενάντια στα μέτρα που έχει επιβάλει ο διευθυντής της παρισινής αστυνομίας Maurice Papon. Η διαδήλωση είναι μη βίαιη και συμμετέχουν ολόκληρες οικογένειες, γυναίκες και παιδιά. Ο De Gaulle δίνει το ελεύθερο στην αστυνομία και οι διαδηλωτές πετιούνται νεκροί στον Σηκουάνα. Εκατοντάδες πτώματα πλέουν στο ποτάμι. Οι μετριοπαθείς υπολογισμοί μιλάνε για τουλάχιστον διακόσιους νεκρούς. Τον ακριβή αριθμό δεν θα τον μάθουμε ποτέ. Η δε Γαλλία αναγνώρισε τη σφαγή μόλις το 1997.
Αυτόν τον νόμο διάλεξε το γαλλικό κράτος για να επιβάλει την τάξη στις εξεγερμένες «cités», λέγοντας στους εξεγερμένους πως «από τότε που πνίγαμε τους γονείς και τους παππούδες σας στον Σηκουάνα, μη νομίζετε πως έχουν αλλάξει και πολλά». Εδώ πιάνουμε ένα νήμα. Το νήμα του ιμπεριαλισμού. Αλλά τι είναι οι «cités»;
Πόλεις-υπνωτήρια, μια κατάσταση διαρκούς εξαίρεσης
Είναι πολλοί αυτοί που δεν θέλουν να καταλάβουν τι συνέβη και γιατί. Τα γεγονότα χρησιμοποιήθηκαν μάλιστα ευρέως για να υποστηρίξουν τη δήθεν αποτυχία του πολυπολιτισμικού μοντέλου. Για να καταλάβουμε τι συνέβη, θα πρέπει να σκύψουμε πιο κοντά. Τι είναι οι πόλεις-υπνωτήρια;
Είδαμε ότι, ήδη από την εποχή της ψήφισής του, ο γαλλικός νόμος κατάστασης έκτακτης ανάγκης στοχεύει τον πληθυσμό της ιμπεριαλιστικής περιφέρειας, που έχει μεταφερθεί και στο εσωτερικό, και συμπληρώνει την εθνική, θρησκευτική, οικιστική και ταξική περιθωριοποίηση με το κατάλληλο νομικό οπλοστάσιο. Τίποτε από όλα αυτά δεν είναι τυχαίο ή μηχανικό. Οι γαλλικές πόλεις-υπνωτήρια προκύπτουν από την αρχή σε πλαίσιο έκτακτης ανάγκης, από την ανάγκη στέγασης μεταπολεμικά και η ανάγκη έχει τέτοιο χαρακτήρα, που αξιοποιείται σχεδόν αναλλοίωτο ακόμη και το στρατόπεδο συγκέντρωσης του Ντρανσί! Αλλά αυτή η κατάσταση μονιμοποιείται και γίνεται κατάσταση διαρκούς εξαίρεσης. Οι πόλεις-υπνωτήρια συνεχίζουν να αποτελούν βασική επιλογή στο σχεδιασμό των γαλλικών πόλεων και τη δεκαετία του ’60 και στεγάζουν τους Αλγερινούς και τους Γάλλους που εγκαταλείπουν την Αλγερία και στη συνέχεια κυρίως πρόσφυγες και μετανάστες, αλλά και φτωχοποιημένους εργάτες γενικότερα.
Τα συγκροτήματα αυτά δεν προέβλεπαν χώρους αναψυχής και κοινωνικής ζωής, δεν ήταν χτισμένα για να γίνουν ζωντανές πόλεις με μαγαζιά, σχολεία, παιδικές χαρές και το κυριότερο: αποτελούνταν κυρίως από ατομικά δωμάτια. Ο γαλλικός καπιταλισμός έχτιζε για τους ξένους εργάτες, δίχως να προβλέψει πως κάποια στιγμή θα φέρουν τις οικογένειές τους. Ήδη λοιπόν από τη δεκαετία του εβδομήντα, η επιστημονική κοινότητα διαπιστώνει το πρόβλημα. Διαπιστώνει την άνοδο της κατάθλιψης, του αλκοολισμού, της «αντικοινωνικής» συμπεριφοράς, της εγκληματικότητας, της γκετοποίησης και σημαίνει συναγερμό. Και ήδη οι φοιτητές του Μάη έχουν διαγνώσει πως «ο καπιταλισμός δεν στεγάζει τους εργάτες, τους αποθηκεύει». Θα περίμενε λοιπόν κανείς, μετά από τριάντα πέντε χρόνια, να έχει γίνει κάποια πρόοδος. Αλλά συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο. Και δέκα χρόνια μετά την εξέγερση συνεχίζει να συμβαίνει. Μιλάμε για πληθυσμούς που ζουν σε κατάσταση διαρκούς εξαίρεσης.
Εδώ πιάνουμε ένα ακόμη νήμα. Το νήμα του ταξικού αποκλεισμού, του ταξικού υπόβαθρου της εξέγερσης. Είναι τουλάχιστον παράλογο να επιχειρείται η αποδόμηση του πολυπολιτισμικού μοντέλου σε κουλτουραλιστική βάση, όταν η πολιτική, που ακολουθήθηκε για δεκαετίες ήταν πολιτική περιθωριοποίησης, αποξένωσης και καταστολής. Το μοντέλο που απέτυχε το 2005 δεν ήταν η συνύπαρξη διαφορετικών πολιτισμών, αλλά η βάρβαρη, ταξική, αποικιακή και μετααποικιακή πολιτική της γαλλικής «Ρεπουμπλίκ».
Η στάση της Αριστεράς τότε και σήμερα
Καθώς η κατάσταση έκτακτης ανάγκης είχε προετοιμαστεί από την ανοχή της κατάστασης διαρκούς εξαίρεσης, η καταστολή πέφτει πάνω στα γαλλικά προάστια με την ανοχή και την ανακούφιση της πλειοψηφίας της γαλλικής κοινωνίας και σημαντικού τμήματος της γαλλικής Αριστεράς. Η γαλλική Αριστερά δέχτηκε πάρα πολύ μεγάλες πιέσεις. Δυσκολεύτηκε να αναγνωρίσει αυτή την εξέγερση ως δική της. Ακόμη και η LCR και η LO δεν μπορούσαν εύκολα να σηκώσουν το βάρος επιθέσεων σε πυροσβέστες, σε ασθενοφόρα, σε σχολεία. Την κρίσιμη στιγμή ωστόσο, οι δύο αυτές οργανώσεις κράτησαν καλή στάση και τίμησαν τις επαναστατικές παραδόσεις. Αμφισβήτησαν στην πράξη την επιβολή κατάστασης έκτακτης ανάγκης και διαδήλωσαν. Αλλά διαδήλωσαν ενάντια στην κατάσταση έκτακτης ανάγκης, χωρίς επαφή με τα εξεγερμένα προάστια, επαφή που ήταν μάλλον αδύνατη εδώ και καιρό. Στις διαδηλώσεις της αμέσως επόμενης περιόδου πληρώνεται το τίμημα. Ομάδες νεαρών των προαστίων επιτίθενται σε φοιτητικές διαδηλώσεις.
Σήμερα η Γαλλία, μετά την πολύνεκρη τρομοκρατική επίθεση, έχει κηρυχτεί και πάλι σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, με το μάτι και πάλι στραμμένο στα υποβαθμισμένα προάστια. Οι γραμμές μοιάζουν να έχουν μείνει εκεί που τραβήχτηκαν πριν από δέκα χρόνια. Σύσσωμο το σύστημα και η ενσωματωμένη Αριστερά του PCF (αλλά και οι βουλευτές που έχουν σχέσεις με το Ensemble) υπερψήφισαν την επιβολή κατάστασης έκτακτης ανάγκης. Απέναντί τους η αντικαπιταλιστική Αριστερά αντέδρασε άμεσα, την έσπασε στο δρόμο με διαδηλώσεις υπέρ των μεταναστών και των προσφύγων και στη συνέχεια ενάντια στην COP21. Μόνο η αντικαπιταλιστική Αριστερά είναι σε θέση να αμφισβητήσει την κατάσταση έκτακτης ανάγκης, γιατί μόνο η αντικαπιταλιστική Αριστερά αμφισβητεί την κατάσταση διαρκούς εξαίρεσης. Αυτό το γαλλικό κράτος το γνωρίζει. Τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, ο ίδιος ο Μπεζανσενό και άλλοι 173 αγωνιστές κρατούνται μετά το άγριο σπάσιμο της συγκέντρωσης της Κυριακής στο Παρίσι. Το τέλος μένει να το δούμε, αλλά και μόνο που αμφισβητήθηκε η εθνική συναίνεση, η κατάσταση έκτακτης ανάγκης ως συνέχεια της κατάστασης διαρκούς εξαίρεσης, έχουμε ήδη νικήσει.