Η αναμενόμενη ήττα των δυνάμεων του τσαβισμού στη Βενεζουέλα πήρε τελικά διάσταση θριάμβου για τη δεξιά αντιπολίτευση, που κέρδισε τα 2/3 των εδρών της Εθνοσυνέλευσης και μπορεί πλέον ανοιχτά να δείξει τα δόντια της και να απειλήσει όλες τις θεμελιώδεις κατακτήσεις της 17ετούς πορείας της Μπολιβαριανής Επανάστασης.
Ήδη πρωτοκλασάτα στελέχη της αντιπολίτευσης την επάυριο των εκλογών προανήγγειλαν την πρόθεση ιδιωτικοποίησης μεγάλων εθνικοποιημένων εταιρειών, όπως η εταιρεία ύδρευσης και η εταιρεία ηλεκτρισμού, την κατάργηση του βασικού φιλεργατικού νόμου (labor and safety act), στοχεύοντας στο βάθος στην επανάκτηση του πετρελαϊκού πλούτου από τους ιδιώτες καπιταλιστές.
Παρά το γεγονός ότι οι μπολιβαριανές δυνάμεις κράτησαν τον αριθμό των ψήφων τους, η αντιπολίτευση ενισχύθηκε ιδιαίτερα, γεγονός που οφείλεται κατά κύριο λόγο στη σοβαρή οικονομική κρίση της τελευταίας διετίας, που είχε ως συνέπεια τον εξανεμισμό των λαϊκών εισοδημάτων λόγω του δυσθεώρητου πληθωρισμού και την αύξηση των τιμών των βασικών καταναλωτικών αγαθών στη λεγόμενη παράλληλη αγορά, που όμως είναι η κυρίαρχη.
Παρόλο που η νίκη αυτή δεν δημιουργεί άμεσες πολιτικές εξελίξεις, δεδομένου ότι τα βασικά κλειδιά της πολιτικής εξουσίας παραμένουν στον πρόεδρο Μαδούρο, η ήττα αυτή σε συνδυασμό με την επικράτηση της Δεξιάς στην Αργεντινή και την κόπωση του μπολιβαριανού στρατοπέδου δημιουργούν τη δεδομένη στιγμή έναν αρνητικό συσχετισμό δυνάμεων για τις λαϊκές δυνάμεις στη Βενεζουέλα.
Αυτήν τη στιγμή έχει ανοίξει μια ολόκληρη συζήτηση στη βενεζουελανική Αριστερά σχετικά με τα αίτια του αποτελέσματος, που ξεκινά από την έλλειψη ενός χαρισματικού ηγέτη σαν τον Τσάβες και φτάνει μέχρι σε κριτικές για τη γραφειοκρατικοποίηση του κυβερνώντος κόμματος, την έλλειψη σχεδίου προώθησης της αυτενέργειας των μαζών, καθώς και τη μονοδιάστατη οικονομική πολιτική γύρω από το πετρέλαιο, που κατέστησε τη Βενεζουέλα ιδιαίτερα ευάλωτη στις πιέσεις του αμερικανικού καπιταλισμού.
Είναι σίγουρο πως η επαναστατική διαδικασία που ξεκίνησε πριν από 17 χρόνια δεν έχει ολοκληρωθεί, καθώς το επόμενο διάστημα οι λαϊκές δυνάμεις θα κληθούν να υπερασπιστούν τα δικαιώματα και τις κατακτήσεις τους απέναντι στις ακραίες νεοφιλελεύθερες επιθέσεις.