Το βρετανικό κοινοβούλιο ενέκρινε την πρόταση του Κάμερον για επέκταση των βομβαρδισμών κατά του ΙΚ και στο συριακό έδαφος (επιχειρούσε ήδη στο Ιράκ). Τη σκυτάλη πήρε το γερμανικό κοινοβούλιο, που επίσης έδωσε το πράσινο φως στον γερμανικό στρατό να αναπτύξει δυνάμεις στον πόλεμο στη Συρία. Εν τω μεταξύ, έχουν ήδη ξεκινήσει οι γαλλικοί βομβαρδισμοί στη Ράκα, που προστέθηκαν στους αμερικανικούς και τους ρωσικούς βομβαρδισμούς στη Συρία.
Όλοι ισχυρίζονται ότι επιχειρούν στρατιωτικά για το καλό των Σύρων. Κι όμως οι μαρτυρίες από το συριακό έδαφος δεν δείχνουν κανέναν ενθουσιασμό για το έργο των «σωτήρων» τους, το αντίθετο. Οι περισσότερες δηλώσεις κατοίκων και ακτιβιστών στρέφονται ενάντια στους βομβαρδισμούς. Όχι άδικα.
Ο πρώτος μήνας ρωσικών βομβαρδισμών εκτιμάται ότι έχει κοστίσει γύρω στους 350 άμαχους νεκρούς, ενώ έχει πλήξει και υποδομές (φούρνους, υδραγωγεία) που είναι πολύτιμες για την επιβίωση των «εσωτερικά εκτοπισμένων» Σύρων που είχαν βρει καταφύγιο στη βόρεια Συρία, όπου απέφευγαν να χτυπήσουν τα αεροπλάνα του Άσαντ.
Οι επιθέσεις της γαλλικής αεροπορίας στη Ράκα μέχρι στιγμής δεν έχουν πλήξει αμάχους, παρά μόνο «υποδομές». Πίσω από την ουδέτερη λέξη «υποδομές» κρύβεται το γεγονός ότι χάθηκε η πρόσβαση σε νερό και ρεύμα για χιλιάδες κατοίκους της ταλαίπωρης πόλης.
Ο απολογισμός των αμερικανικών βομβαρδισμών είναι πολύ πιο δύσκολος. Έχουν εξαπολύσει γύρω στις 8.000 επιδρομές τον ενάμιση χρόνο που επιχειρούν στον ουρανό του Ιράκ και της Συρίας, με ανυπολόγιστες συνέπειες, σίγουρα σοβαρότερες από αυτές που αναφέραμε παραπάνω.
Ακτιβιστής από τη Ράκα, μέλος της πρωτοβουλίας «Η Ράκα εξοντώνεται σιωπηλά», την επομένη της ψηφοφορίας στο βρετανικό κοινοβούλιο, περιέγραψε την πολύπαθη πόλη ως «το έδαφος όπου εκδηλώνεται η παγκόσμια εκδικητικότητα»:
«Αν ένα αεροπλάνο ανατιναχτεί πάνω από την Αίγυπτο, βομβαρδίζεται η Ράκα. Αν καταρριφθεί ένα ιορδανικό αεροπλάνο, βομβαρδίζεται η Ράκα. Μετά τις επιθέσεις στο Παρίσι, βομβαρδίζεται η Ράκα». Ο ίδιος τονίζει ότι μιλάνε για την «πρωτεύουσα του Ισλαμικού Κράτους» και ξεχνούν ότι εκεί ζουν –σχεδόν αιχμάλωτοι– 500.000 άνθρωποι. Τα μικρά παιδιά στη Ράκα δεν φοβούνται πια τους ήχους των βομβαρδιστικών. Αντίθετα, το παιχνίδι που παίζουν είναι με βάση τον ήχο να μαντεύουν αν είναι ρωσικό, συριακό ή αμερικανικό. Οι περισσότεροι κάτοικοι θεωρούν «καλό καιρό» τις καταιγίδες: ξέρουν ότι με καταιγίδες δεν σηκώνονται συχνά τα βομβαρδιστικά πάνω από την πόλη.
Τα βομβαρδιστικά –ρωσικά, αμερικανικά, συριακά, γαλλικά και σύντομα βρετανικά κι ενδεχομένως γερμανικά– όχι μόνο σπέρνουν αυτήν την καταστροφή, αλλά δεν πρόκειται να πετύχουν τον διακηρυγμένο στόχο τους, να σταματήσουν το ΙΚ. Για να είμαστε πιο ακριβείς, ίσως πετύχουν στρατιωτικά πλήγματα εναντίον του, αλλά πιθανότατα θα γεννήσουν άλλα παρόμοια τέρατα. Κανείς δε δικαιούται να ξεχνά ότι αυτή η νέα μορφή τζιχαντισμού αναδύθηκε με εντυπωσιακή ορμή στο φόντο της στρατιωτικής ήττας της Αλ Κάιντα. Κανείς δεν μπορεί να υποτιμά τη δήλωση πρώην χειριστή drone (τα τηλεκατευθυνόμενα βομβαρδιστικά) σε συνέντευξη Τύπου που έδωσε πρόσφατα με άλλους 2 πρώην συναδέλφους του: «Σκοτώνουμε 4 και δημιουργούμε 15».
Η υστερία που θέλει το ΙΚ ως ένα «Απόλυτο Κακό», ως δημιούργημα του «εξτρεμιστικού Ισλάμ» ή και ως «όργανο ξένων δυνάμεων» δυσκολεύει την κατανόηση του φαινομένου. Και η κατανόησή του έχει σημασία για να μην οδηγηθούμε σε λάθη ως προς την αντιμετώπισή του.
Τί έθρεψε το ΙΚ;
Δεν υπάρχει εδώ ο χώρος για την πλήρη ανάλυση ενός ιδιαίτερα σύνθετου φαινομένου. Αλλά θα μπορούσαμε να πούμε συνοψίζοντας ότι το Ισλαμικό Κράτος είναι «παιδί» του πολέμου στο Ιράκ (που καταστρέφοντας τις κρατικές δομές δημιούργησε ένα κενό το οποίο έσπευσε να καλύψει το «χαλιφάτο», που ριζοσπαστικοποίησε τμήματα του σουνιτικού πληθυσμού τα οποία μεγάλωσαν στον πόλεμο αλλά και στις διώξεις και τον αποκλεισμό μετά το «ξήλωμα» του μπααθικού κράτους), «παιδί» της καλλιέργειας ενδομουσουλμανικού μίσους (μεταξύ σουνιτών-σιιτών) για πολιτικούς λόγους τόσο από τις περιφερειακές δυνάμεις (Σαουδική Αραβία και Ιράν αντίστοιχα) όσο και από την Ουάσινγκτον (για να αποτρέψει την ανάδυση μιας «πανεθνικής» αντίστασης στο Ιράκ) και «παιδί» των πολιτικών του Μπασάρ Αλ Άσαντ ενάντια στη σουνιτική πλειοψηφία των Σύρων (που πήρε διαστάσεις μαζικών εγκλημάτων μετά το ξέσπασμα της εξέγερσης το 2011).
Αυτά δεν ήταν απλά οι αιτίες ανάδυσης του ΙΚ αλλά και οι παράγοντες από τους οποίους «θρέφεται» μέχρι σήμερα. Το ΙΚ ζει για τον πόλεμο (τον επιδιώκει και του δίνει λόγο ύπαρξης), ενισχύεται από το χάος (το οποίο σπεύδει να «διαχειριστεί», αποκαθιστώντας μια «τάξη» στις περιοχές που κατακτά), και βρίσκει υποστήριξη ή έστω ανοχή ως «μικρότερο κακό» όσο ολόκληροι πληθυσμοί αισθάνονται πως κινδυνεύουν θανάσιμα από καθεστώτα όπως του Άσαντ ή όπως η κυβέρνηση της Βαγδάτης.
Με αυτά τα δεδομένα, δείχνει αδιανόητη η σκέψη πως μπορούν να σταματήσουν την ανάπτυξή του όλες οι εκδοχές ξένης παρέμβασης: Είτε μια συμμαχία των «δυτικών σταυροφόρων» (τους οποίους δείχνει να ανυπομονεί να υποδεχτεί στη Ράκα, καθώς μια τέτοια σύγκρουση συμβαδίζει απόλυτα με την ιδεολογία του, σύμφωνα με την οποία οι πράξεις του ΙΚ «εκπληρώνουν τις γραφές» με τελικό σταθμό τον Αρμαγεδδώνα –την τελική μάχη μεταξύ «πιστών» και «άπιστων» σε ένα χωριό κοντά στη Ράκα). Είτε η ρωσική υποστήριξη στο καθεστώς Άσαντ, η παραμονή του οποίου στην εξουσία διασφαλίζει μια βάση στήριξης στο ΙΚ: Όχι άδικα, πολλοί ακτιβιστές τούς περιγράφουν ως «δύο όψεις του ίδιου επικίνδυνου νομίσματος».
Υπάρχει ένας ακόμα παράγοντας που οδήγησε στην άνοδο του ΙΚ, και έχει σημασία στην προσπάθεια να εντοπίσουμε ποια είναι η απάντηση στην απειλή που πρεσβεύει ενάντια στους λαούς της περιοχής. Το ΙΚ είναι και «παιδί» της ματαίωσης των προσδοκιών της αραβικής επανάστασης. Ήταν οι βαριές ήττες –κυρίως σε Αίγυπτο και Συρία– που δημιούργησαν κλίμα ματαίωσης και απελπισίας, πάνω στο οποίο απέκτησε κάποιο έρεισμα η υπόσχεση για το «χαλιφάτο». Ήταν η συντριβή των δυνάμεων που ενώθηκαν πέρα από δόγματα και θρησκευτικές διαφορές για να διεκδικήσουν «κοινωνική δικαιοσύνη», πάνω στην οποία άνθησε το τέρας του θρησκευτικού μίσους.
Ενώ όμως η επανάσταση δεν μπόρεσε να εδραιωθεί, το ίδιο ισχύει και για την αντεπανάσταση, που αδυνατεί να αντιμετωπίσει τις δομικές αιτίες των αραβικών εξεγέρσεων και άρα να αποκαταστήσει την τάξη. Σε αυτήν την «εποχή των τεράτων» ανήκει και το ΙΚ.
Η ελπίδα στις εξεγέρσεις
Αυτή η δεύτερη διαπίστωση, μαζί με την επίγνωση ότι οι σπουδαίοι αγώνες του 2011-12 δεν είναι τόσο μακρινοί, υπενθυμίζουν ότι υπάρχουν ακόμα στην περιοχή οι λαϊκές δυνάμεις που μπορούν να σταματήσουν το ΙΚ, πιάνοντας ξανά το νήμα των αγώνων τους. Σήμερα είναι «στη γωνία», αλλά το «παράθυρο» που άνοιξε το 2011 παραμένει ανοιχτό.
Για να ξαναπιάσουν το νήμα όμως, θα χρειαστούν «χώρο», τον οποίο τους στερούν οι ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και οι ανταγωνισμοί, οι οποίοι ρίχνουν κι άλλο λάδι στη φωτιά που καίει και απειλεί να κατακάψει όλες τις ελπίδες που γέννησε το 2011.
Η ελάχιστη βοήθεια που μπορούμε να τους προσφέρουμε, αυτή που «περνά από το χέρι μας», είναι να βάλουμε φρένο στις πολεμικές εξορμήσεις των «δικών μας» κυβερνήσεων και να στηρίξουμε τα θύματα όταν χτυπούν την πόρτα της Ευρώπης, να ανοίξουμε τα σύνορα στους πρόσφυγες. Και ας σκεφτούν εδώ οι «πολέμιοι του ΙΚ» ότι για την ηγεσία του η ξενοφοβία στη Δύση είναι βούτυρο στο ψωμί του, τόσο για να πουλήσει τη θεωρία του «πολέμου μεταξύ δύο κόσμων» όσο και για την προσπάθειά του να πείσει τους μουσουλμάνους ότι «μόνο στο χαλιφάτο είναι καλοδεχούμενοι και ασφαλείς»...