Η αντιασφαλιστική μεταρρύθμιση της κυβέρνησης Τσίπρα αναδεικνύεται σε βαρόμετρο για την ίδια την πορεία της. Οι γενικευμένες κοινωνικές αντιδράσεις για το έκτρωμα Κατρούγκαλου και οι ασφυκτικές απαιτήσεις των δανειστών -που θέλουν περισσότερο «αίμα» συνταξιούχων- έχουν μεγαλώσει την ανησυχία του Μαξίμου, που βλέπει ότι η επιβολή του νεοφιλελεύθερου σχεδίου διάλυσης της κοινωνικής ασφάλισης μόνο περίπατος δεν θα είναι.
Μπροστά σε αυτές τις δυσκολίες, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ καταφεύγει στην ακατάσχετη δημαγωγία, επιλέγει την τεχνητή πόλωση με τη ΝΔ του Μητσοτάκη και προσπαθεί να περιορίσει τις κινητοποιήσεις, με όπλο τον «κοινωνικό αυτοματισμό» και τις διαρροές περί «βελτιώσεων» για τους αγρότες και τους ελεύθερους επαγγελματίες.
Όπως αναμενόταν, τα τεχνικά κλιμάκια του κουαρτέτου, αφού εξέτασαν το κυβερνητικό προσχέδιο για το Ασφαλιστικό, εκτιμούν ότι το 1,8 δισ. ευρώ που προβλέπει το μνημόνιο ως «εξοικονόμηση» από τη συνταξιοδοτική δαπάνη δεν καλύπτεται. Σύμφωνα με τη Huffington Post μάλιστα, το ΔΝΤ πιστεύει ότι ο στόχος μπορεί να επιτευχθεί μόνο με μειώσεις συντάξεων ύψους 15% μεσοσταθμικά. Συγχρόνως, το Ταμείο διαφωνεί με την αύξηση των εργοδοτικών εισφορών (κατά μόλις... 1%), ενώ ξαναβάζει στο τραπέζι τις αντιδραστικές ανατροπές στα εργασιακά (μείωση κατώτατου μισθού, ομαδικές απολύσεις, συνδικαλιστικός νόμος κ.ά.), επαναφέροντας έτσι τους εφιάλτες της μακρόσυρτης «αξιολόγησης», της χρηματοδοτικής ασφυξίας και της πολιτικής αστάθειας.
Δίπολο
Με τα μπλόκα των αγροτών να πολλαπλασιάζονται και τις εργατικές διαδηλώσεις να αποτελούν καθημερινή εικόνα στους δρόμους της Αθήνας (και όχι μόνο), η πρόσφατη συζήτηση στη βουλή για το Ασφαλιστικό ήταν αποκαλυπτική της κυβερνητικής απόπειρας να εμφανιστεί ανανεωμένο το δίπολο «κοινωνική δικαιοσύνη-νεοφιλελευθερισμός» ή «Αριστερά-Δεξιά», πάντα βέβαια με πυξίδα την πολιτική που ορίζει ο «αναγκαίος» μνημονιακός οδοστρωτήρας. Διαφορετικά, κινδυνεύει η «ευρωπαϊκή πορεία της χώρας», δηλαδή τα στρατηγικά συμφέροντα και η ανάκαμψη του ελληνικού κεφαλαίου, όπως ισχυρίζεται ο γνωστός εκβιασμός όλων των τελευταίων πρωθυπουργών.
Ο Τσίπρας, αφού έκανε μια δημοσιογραφική αναδρομή στη διαχρονική λεηλασία των ασφαλιστικών ταμείων, διεκδίκησε την πατρότητα της επιχειρούμενης κατεδάφισης του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης, την οποία βάφτισε «εξασφάλιση του δημόσιου και αναδιανεμητικού χαρακτήρα του» (!). Τον βοήθησε σε αυτό και η σκληρά νεοφιλελεύθερη παρουσία του Μητσοτάκη στην ίδια συζήτηση. Οι θέσεις που διατύπωσε ο Κυριάκος (επιμονή για πιστή εφαρμογή του προγράμματος, ανάπτυξη της ιδιωτικής ασφάλισης, μείωση μισθών στο Δημόσιο, άμεση εφαρμογή των περικοπών που εμπεριέχουν οι προβλέψεις του νόμου Λοβέρδου-Κουτρουμάνη για τις επικουρικές συντάξεις) έκαναν τα κυβερνητικά επιτελεία να «τρίβουν τα χέρια τους», εμφανίζοντας τον μεταλλαγμένο ΣΥΡΙΖΑ ως «λιγότερο επώδυνη» επιλογή απέναντι στον φανατικό οπαδό της αγοράς.
Αυτό βέβαια δεν εμπόδισε την κυβερνητική πλειοψηφία, που δήθεν υπερασπίζεται τους άνεργους και τους επισφαλώς εργαζόμενους, να φέρει στη βουλή και να ψηφίσει, μαζί με τα υπόλοιπα μνημονιακά κόμματα, την οδηγία της ΕΕ «Φερεγγυότητα ΙΙ». Με την επικύρωσή της ενσωματώνονται στο ελληνικό δίκαιο μια σειρά διατάξεις που ρυθμίζουν την ασφαλιστική αγορά στην κατεύθυνση της ενίσχυσης των ιδιωτικών ασφαλιστικών εταιρειών και της «πίτας» που τους αναλογεί. Εξάλλου, η μετατροπή της δημόσιας ασφάλισης σε προϊόν στοιχειώδους «κρατικής φιλανθρωπίας» ανοίγει το δρόμο για την επέκταση του συγκεκριμένου κλάδου, άρα απαιτείται και το ανάλογο ρυθμιστικό πλαίσιο.
Εξαπάτηση
Πέρα όμως από τις στημένες αντιπαραθέσεις Τσίπρα-Μητσοτάκη, συνεχίζονται και οι απόπειρες εξαπάτησης μισθωτών και συνταξιούχων από την κυβερνητική προπαγάνδα, όπως και οι «βελτιωτικές» προτάσεις Κατρούγκαλου, οι οποίες όμως δεν αλλάζουν την ουσία του αρχικού σχεδίου, που πλήττει τα ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά δικαιώματα όλων μας.
Στους συγκριτικούς πίνακες που έδωσε στη δημοσιότητα το υπουργείο Εργασίας, οι συντάξεις που προβλέπονται με το νέο σύστημα (εθνική σύνταξη 384 ευρώ + ανταποδοτικό μέρος) αποτυπώνονται ελαφρώς μεγαλύτερες από όσα προβλέπει ο διαβόητος Ν. 3863/2010. Μόνο που οι «φωστήρες» της απάτης «ξέχασαν» να παρουσιάσουν παραδείγματα ασφαλισμένων με 35+ έτη ασφάλισης (διαφορά έως και 600 ευρώ λιγότερα σε ορισμένες περιπτώσεις), ενώ οι συγκρίσεις αφορούν προβολή στοιχείων του μακρινού... 2045 στο σήμερα.
Ταυτόχρονα, παρά τα παζάρια των δεξιών ηγεσιών διάφορων επιστημονικών φορέων με την κυβέρνηση, τα αποτελέσματα του «διαλόγου» ήταν πενιχρά. Σύμφωνα με τη βελτιωμένη κυβερνητική πρόταση, οι ασφαλιστικές εισφορές δικηγόρων, γιατρών, μηχανικών, συμβολαιογράφων και λοιπών επιστημόνων από 20%, όπως προβλεπόταν αρχικά, διαμορφώνονται στο 14% για τα πρώτα 2 χρόνια και στο 17% για την επόμενη τριετία. Ακόμη και έτσι όμως, π.χ. για έναν μηχανικό η συνολική ασφαλιστική επιβάρυνση του 38,45% (αρχικό σχέδιο) παραμένει και πάλι εξαιρετικά υψηλή, στο 32, 45%. Για τους δε αγρότες, οι εξοντωτικές εισφορές διατηρούνται και το μόνο που εξετάζει ο Κατρούγκαλος είναι μια «επέκταση της μεταβατικότητας» των νέων διατάξεων.
Τα καθεστωτικά ΜΜΕ υποστηρίζουν ότι από τους 153 της κυβέρνησης δεν θα υπάρξει καμία έκπληξη, αν και εφόσον οι διαπραγματεύσεις καταλήξουν και έρθει για έγκριση το τελικό σχέδιο νόμου στη βουλή. Η απειλή Τσίπρα για κάλπες με λίστα (κατά το ανάλογο του Σεπτεμβρίου 2015) και τα σενάρια «ηρωικής εξόδου» χρησιμοποιούνται ως αντίβαρο στις εκδηλώσεις λαϊκής οργής που συναντούν στα χωριά τους οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ. Ακόμα και ο Μητσοτάκης, που συμφωνεί στο σφαγιασμό των συντάξεων, απορρίπτει την «οικουμενική» και αρνείται τις εκλογές, μέχρι να ανασυνταχθεί η ΝΔ και να βγάλει σε πέρας όλη τη «βρόμικη δουλειά» ο Τσίπρας. Όμως το τελευταίο δεν είναι καθόλου δεδομένο. Ειδικά αν η απεργία της 4ης Φλεβάρη πάρει χαρακτήρα γενικού ξεσηκωμού και υπάρξει συντονισμένη κλιμάκωση του αγώνα «από τα κάτω» επιταχύνοντας τις πολιτικές εξελίξεις. Γι’ αυτό και ο «παθών» Γιαννίτσης επιμένει ότι δεν αρκεί απλά η «συναίνεση» στο Ασφαλιστικό, αλλά απαιτείται «πολιτική σύμπραξη».