Η 8η Μάρτη επιχειρεί να απαντήσει στο κρίσιμο ερώτημα «τι συνιστά γυναικεία χειραφέτηση;». Τι σημαίνει μια γυναίκα να είναι πραγματικά ελεύθερη.
Ελεύθερη να διαθέτει το σώμα της καταπώς η ίδια επιθυμεί, χωρίς την κρατική ή όποια άλλη παρέμβαση. Ελεύθερη να εκφράζει τη σεξουαλικότητά της, πέρα από κοινωνικά κατασκευασμένες «κανονικότητες». Ελεύθερη να υπάρχει «εκεί έξω» με το σκούρο δέρμα να καλύπτει το σώμα της ή τη μαντίλα να καλύπτει το κεφάλι της. Ελεύθερη να συμμετέχει ισότιμα με τους άντρες εργαζόμενους, στην προσπάθεια να αλλάξουν οι όροι για τις ζωές όλων.
Όσο όλα αυτά δεν είναι διασφαλισμένα για όλες, η 8η Μάρτη στέκει ως ορόσημο στο δρόμο για τη συνολική ανθρώπινη χειραφέτηση. Στέκει ως υπόμνηση για όλα όσα έχουν κερδηθεί στην πορεία προς τη γυναικεία απελευθέρωση και ως κριτήριο για όλα αυτά που απομένει να κερδηθούν. Έρχεται να υπογραμμίσει ότι κοινωνίες όπου οι γυναίκες υφίστανται διακρίσεις είναι κοινωνίες ουσιαστικά ανελεύθερες.
Η 8η Μάρτη δεν είναι ημέρα γιορτής (ποιου πράγματος, αλήθεια;) για τις γυναίκες γενικά και αφηρημένα. Είναι μια μέρα με ξεκάθαρο ταξικό πρόσημο, για όλες εκείνες που υφίστανται κάποιου είδους καταπίεση, στον έναν ή τον άλλο βαθμό: επειδή έτυχε να γεννηθούν σε χώρα άλλη από εκείνη στην οποία κατοικούν, επειδή μιλάνε άλλη γλώσσα, επειδή δεν έχουν νομιμοποιητικά έγγραφα παραμονής στη χώρα στην οποία έχουν καταφύγει, επειδή ανήκουν σε διαφορετικό θρήσκευμα ή δεν πρεσβεύουν θρήσκευμα, επειδή η έκφραση της σεξουαλικότητάς τους δεν είναι συμβατή με τα στερεότυπα της συγκεκριμένης κοινωνίας, επειδή είναι σωματικά ανάπηρες ή ψυχικά ασθενείς, επειδή είναι άνεργες ή επισφαλώς εργαζόμενες, επειδή υφίστανται κάθε μορφής βία.
Η 8η Μάρτη δεν είναι μια άνευρη και χωρίς πολιτικό περιεχόμενο ημέρα. Είναι η μέρα εκείνη που θυμόμαστε την αγωνιστική δράση σπουδαίων γυναικών που σε καιρούς δυσκολότερους άνοιξαν δρόμους που –ίσως– ούτε οι ίδιες φαντάζονταν.
Πρωτοπόρες σε όλο αυτό το ταξίδι είναι οι εργάτριες στον τομέα της κλωστοϋφαντουργίας της Ν. Υόρκης, που στις 8 Μάρτη 1857 κατέβηκαν σε διαδήλωση. Διεκδίκησαν κάτι καλύτερο σε σχέση με τις απάνθρωπες εργασιακές συνθήκες που βιώνουν καθημερινά. Δούλευαν 16 ώρες τη μέρα. Διεκδικούσαν να μειωθεί η εργάσιμη μέρα στις 10 ώρες. Αμείβονταν με μισθούς μικρότερους σε σχέση με τους αντίστοιχους των αντρών για ίση εργασία. Διεκδικούσαν το αυτονόητο: ίση αμοιβή για εργασία ίσης αξίας. Οι εργαζόμενες μη αγγλοσαξονικής καταγωγής υφίσταντο διακρίσεις. Διεκδικούσαν την κατάργηση αυτών των διακρίσεων.
Η διαδήλωση καταστέλλεται βίαια από την αστυνομία. Οι εργοδότες καταφεύγουν στο δοκιμασμένο όπλο των ομαδικών απολύσεων και των πληρωμένων τραμπούκων. Τι απομένει απ’ όλο αυτό; Δύο χρόνια αργότερα ιδρύεται το πρώτο εργατικό σωματείο γυναικών στον κλάδο της κλωστοϋφαντουργίας.
Επόμενη στάση: 1908. Η Ν. Υόρκη ξανά στο επίκεντρο των αγωνιστικών διεκδικήσεων των γυναικών. Σε μια πορεία 15.000 γυναικών ακούστηκε για άλλη μια φορά το αίτημα για καλύτερες συνθήκες εργασίας, για καλύτερους μισθούς, ενώ προστέθηκε πλέον και το δικαίωμα ψήφου.
Το 1910, η Κλάρα Τσέτκιν, μία από τις κεντρικές φυσιογνωμίες του εργατικού και σοσιαλιστικού κινήματος, εισηγήθηκε στο Συνέδριο διεθνών σοσιαλιστριών στην Κοπεγχάγη την πρόταση για καθιέρωση της 8ης Μάρτη ως ημέρας μνήμης της αγωνιστικής δράσης.
Στις 23 Φλεβάρη 1917 (8 Μάρτη με το νέο ημερολόγιο) οι γυναίκες στη Ρωσία του τσάρου σε ανάμνηση της αιματηρής διαδήλωσης του 1857 βγήκαν στους δρόμους της εργατικής συνοικίας του Βίμποργκ στην Πετρούπολη απαιτώντας «Ψωμί». Οι γυναίκες ήταν πρωτοπόρες στην πάλη για το κέρδισμα των στρατιωτών με την επανάσταση, καθώς και στις οδομαχίες στις οποίες συμμετείχαν χιλιάδες εργάτες, που απαιτούν πλέον ανοιχτά να πέσει ο τσάρος και να σταματήσει ο πόλεμος.
Έτσι κάπως χαράχτηκαν τα πρώτα βήματα, πάνω στα οποία πατάμε για να προχωρήσουμε, με την επίγνωση πως «έξω οι δρόμοι αναπνέουν διψασμένοι, ανοιχτοί».