Παρά τις εξαγγελίες του υπουργείου, διατηρούνται η εντατικοποίηση και ο ταξικός χαρακτήρας της εκπαίδευσης
Η ειδησειογραφία του Αυγούστου κάθε χρόνο, περίπου στα μέσα του μήνα αναλώνεται με το ζήτημα των βάσεων των σχολών. Ποιες ανέβηκαν, ποιες είχαν πτώση, τι δείχνει αυτό για την κοινωνία και την κατάσταση της εκπαίδευσης και ούτω καθ’ εξής. Μάλιστα πολύ συχνά οι «πρώτοι των πρώτων» κερδίζουν δεκαπέντε λεπτά δημοσιότητας για να ενημερώσουν το κοινό για το πώς κατάφεραν να επιτύχουν. Όμως ό,τι υπάρχει πίσω από τη λάμψη των βάσεων και των επιτυχιών δεν κερδίζει τα φώτα της δημοσιότητας.
Οι πανελλήνιες αποτελούν την κορύφωση της εντατικοποίησης της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Από τα γυμνασιακά χρόνια ακόμα, οι μαθητές και οι μαθήτριες καλούνται να μην ασχολούνται με «ασήμαντα» πράγματα για να εστιάσουν στη μελλοντική επιτυχία τους. Τα τελευταία χρόνια μάλιστα είναι πολύ συχνό το φαινόμενο οι γονείς να στρέφουν τα παιδιά τους στη φροντιστηριακή εκπαίδευση από το Γυμνάσιο κιόλας, με την ελπίδα πως σε λίγα χρόνια θα ανήκουν στους πρώτους των πρώτων. Από αυτόν τον αγώνα ταχύτητας φυσικά εξαιρούνται οι μαθητές/ριες των οικογενειών που δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να τους/τις στείλουν φροντιστήριο.
Ο ταξικός χαρακτήρας της εντατικοποίησης της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και των πανελληνίων είναι έκδηλος. Όσοι/ες δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν οικονομικά σε αυτήν την «κούρσα» εξαιρούνται αυτονόητα και πολλές φορές μάλιστα δεν προσπαθούν καν, γνωρίζοντας υποσυνείδητα ή και μη πως έχουν ελάχιστες ελπίδες. Αυτός είναι και ο λόγος που σε πιο υποβαθμισμένες και φτωχές γειτονιές είναι μικρότερη η συμμετοχή των μαθητών/ριών στις εξετάσεις για την εισαγωγή στο πανεπιστήμιο. Φαίνεται λοιπόν πως το καθολικό δικαίωμα για δημόσια και δωρεάν παιδεία καταργείται στην πράξη με έμμεσους τρόπους, καθώς εξαιρούνται από αυτό τα παιδιά των κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων.
Εάν κάτι θα έπρεπε μια κυβέρνηση να αντιμετωπίσει δραστικά –πόσο μάλλον αν θέλει να λέγεται αριστερή– θα ήταν πρώτον το εξοντωτικό ανταγωνιστικό σύστημα των πανελλαδικών εξετάσεων, που καταστρέφει τις ζωές των μαθητών/ριών και τους/τις «εκπαιδεύει» περισσότερο σε ένα μοντέλο ακραίου ανταγωνισμού ώστε να μπορούν μετά να «αποδεχθούν» ευκολότερα τον κοινωνικό κανιβαλισμό που επικρατεί στην αγορά εργασίας. Δεύτερον και σε άμεση συνάρτηση με το προηγούμενο, είναι η αντιμετώπιση του φαινομένου των φροντιστηρίων που πλουτίζουν πάνω στις αγωνίες χιλιάδων οικογενειών για το μέλλον των παιδιών τους, εκμεταλλευόμενα και τη συστηματική υποβάθμιση του δημόσιου σχολείου από το σύνολο των μνημονιακών κυβερνήσεων. Απ’ ό,τι φαίνεται, προς το παρόν η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ απέχει πολύ από το να πάρει τέτοιες πολιτικές πρωτοβουλίες, αντίθετα συνεχίζει να εμπαίζει τους μαθητές και τις μαθήτριες, αφού και η πολυαναμενόμενη κατάργηση των πανελλαδικών εξετάσεων είναι εκτός ατζέντας του υπουργείου και οι όποιες αλλαγές θα αφορούν τάχα μου τη μείωση της δυσκολίας και του όγκου των μαθημάτων. Άρα, ο εξοντωτικός και ανταγωνιστικός χαρακτήρας του συστήματος εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση παραμένει, απλά «μεταμφιεσμένος».
Οι εκάστοτε κυβερνήσεις, ακόμα και... οι «αριστερές», προσπαθούν με κάθε μέσο να αυξήσουν την εντατικοποίηση στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση και να οξύνουν το ταξικό πρόσημο της εκπαίδευσης. Γι’ αυτόν το λόγο το μαθητικό κίνημα πρέπει να είναι πανταχού παρόν, σε κάθε προσπάθεια να χαθεί –ακόμα και παραμορφωμένος– ο χαρακτήρας της δημόσιας και δωρεάν εκπαίδευσης.