Αυτή την άποψη υιοθετούν με παραλλαγές όλες οι βασικές πολιτικές δυνάμεις των Παλαιστινίων (Φατάχ, Χαμάς) αλλά και μερίδα του κινήματος και της Αριστεράς στη Δύση. Αλλά αυτή η άποψη παραβλέπει ότι το Ισραήλ δεν είναι ένα κράτος «σαν όλα τα άλλα», αλλά ένα κράτος-έθνος εποίκων που η ύπαρξή του στηρίζεται στον αποκλεισμό/εκτοπισμό των Παλαιστινίων και που δρα σαν μαντρόσκυλο του ιμπεριαλισμού στην Μέση Ανατολή.
Η προϊστορία του παλαιστινιακού, από την αρχή του σιωνιστικού εποικισμού μέχρι το 1948 (η ίδρυση του κράτους του Ισραήλ με πόλεμο κι εθνοκάθαρση που οι Παλαιστίνιοι ονομάζουν «Νάκμπα», καταστροφή) κι από τον πόλεμο του 1967 ως το συμβιβασμό του Όσλο, μέχρι και την διαρκή αρπαγή εδαφών μέχρι σήμερα και τις περιοδικές βάρβαρες επιθέσεις στη Γάζα είναι αποκαλυπτικά. Απέναντι σε μια τέτοια πραγματικότητα, δεν μπορεί κανείς να προτείνει ως λύση τη συνθηκολόγηση του θύματος με το σφαγέα, βιαστή και κατακτητή του. Αυτό είναι το νόημα του συνθήματος «δεν υπάρχει ειρήνη χωρίς δικαιοσύνη». Λύση είναι η διάλυση του κράτους του Ισραήλ με τη σημερινή του μορφή.
Λένε ότι το αίτημα για διάλυση του Ισραήλ είναι αντισημιτικό, αλλά πρόκειται για ψέμα και υποκρισία. Ο σιωνισμός είναι ένα αντιδραστικό πολιτικό ρεύμα που ισχυρίζεται ότι Εβραίοι και μη Εβραίοι δεν μπορούν να ζήσουν μαζί, και αφιέρωσε όλες του τις δυνάμεις για να κάνει κράτος αρπάζοντας τα εδάφη της Παλαιστίνης κα ευημερώντας πάνω στα κόκαλα του γηγενούς πληθυσμού της, που σε τίποτα δεν έφταιγε για τον ευρωπαϊκό-αμερικανικό αντισημιτισμό. Το μίσος ενάντια στον κατακτητή δεν είναι ρατσισμός, είναι στοιχειώδης αντίδραση αξιοπρέπειας ενός λαού ενάντια στην αρπαγή του πλούτου, την εκμετάλλευση και την καταπίεση. Ενώ είναι η ίδια η λειτουργία και η μορφή του κράτους του Ισραήλ αυτή που κάνει τη σιωνιστική άποψη περί αδυναμίας συνύπαρξης να λειτουργεί ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Σε παλιά κείμενα αριστερών Εβραίων αντισιωνιστών θα βρει κανείς όλες τις προειδοποιήσεις για τον καταστροφικό «κύκλο» που θα άνοιγε η υλοποίηση του σιωνιστικού σχεδίου στην Παλαιστίνη.
Άλλωστε, ακόμα και η ικανοποίηση των στοιχειωδών δικαιωμάτων των Παλαιστινίων θα σήμανε τη διάλυση του ισραηλινού κράτους με τη σημερινή του μορφή. Τι θα σήμαινε η εφαρμογή πχ του δικαιώματος επιστροφής των προσφύγων; Ότι εκατομμύρια Άραβες θα εγκαθίσταντο στο Ισραήλ, εξαφανίζοντας τον αποκλειστικά εβραϊκό χαρακτήρα του κράτους. Τι θα σήμαινε η επιστροφή στα σύνορα του 1967; Ότι 300.000 έποικοι από τις πιο εύφορες περιοχές θα έπρεπε να φύγουν, κάτι που δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί δίχως μαζική βία. Η ίδια η πραγματικότητα στα παλαιστινιακά εδάφη, η ίδια η πρακτική του Ισραήλ έχει καταστήσει τη λύση των «δύο κρατών» ανέφικτη (αν μιλάμε για πραγματικό παλαιστινιακό κράτος και όχι για «μπαντουστάν» και αν το Ισραήλ συνεχίσει να επιδιώκει να έχει «εβραϊκό χαρακτήρα»).
Άλλωστε η «ειρηνευτική διαδικασία» μέσα από την οποία υποτίθεται θα φτάσουμε κάποτε σε αυτόν το στόχο, έχει αποδειχθεί ένα φύλλο συκής, πίσω από το οποίο συνεχίζεται απρόσκοπτα η εμπέδωση/επέκταση της κυριαρχίας του κράτους του Ισραήλ και η καταπίεση των Παλαιστινίων. Από την πρώτη υποχώρηση της Φατάχ μετά το 1970, στην αποδοχή των αποφάσεων του ΟΗΕ που διαμέλιζαν την Παλαιστίνη το 1974, στη συμφωνία του Όσλο και μέχρι σήμερα, έχει φανεί ότι κάθε υποχώρηση φέρνει αποθράσυνση. Αυτή η διαδικασία είναι δεδομένο ότι θα συνεχίζεται επ’ άπειρον - το διαρκές μακέλεμα Παλαιστινίων είναι η μόνη «ειρηνευτική διαδικασία» που μπορεί να υπάρξει από το Ισραήλ.
Στην εποχή του ιμπεριαλισμού η πάλη για εθνική απελευθέρωση δεν μπορεί να αποσυνδεθεί από τη μάχη για την κοινωνική ανατροπή και τη διεκδίκηση των δημοκρατικών δικαιωμάτων.
Ωστόσο η ταξική πάλη εντός του Ισραήλ εξασθενεί λόγω της φύσης του κράτους αυτού: η ανάπτυξη και η δύναμή του βασίζονται καθαρά στην οικονομική και στρατιωτική βοήθεια που παίρνει από τις μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, σήμερα κυρίως τις ΗΠΑ, και από αυτή τη βοήθεια εξαρτάται η βιομηχανική απασχόληση και το επίπεδο διαβίωσης της εβραϊκής εργατικής τάξης της χώρας. Η εμβληματική μελέτη για «τον ταξικό χαρακτήρα του κράτους του Ισραήλ» από τον Ισραηλινό μαρξιστή Μοσέ Μασόβερ ίσως χρειάζεται επικαιροποίηση. Αλλά ο πυρήνας του επιχειρήματος παραμένει. Ο Ισραηλινός δημοσιογράφος Γκιντεόν Λέβι, που ήρθε σε ρήξη με το σιωνισμό, έχει περιγράψει αναλυτικά πώς με τα χρόνια οικοδομήθηκε μια κοινωνία που «δεν ξέρει, ή δεν θέλει να ξέρει -πάντως σίγουρα δεν νοιάζεται» για το δράμα των Παλαιστινίων. Για να έρθουν οι Εβραίοι εργάτες σε ρήξη με το σιωνισμό χρειάζεται μια «εξωτερική βοήθεια». Κατά συνέπεια η απελευθέρωση των Παλαιστινίων εξαρτάται από την αμφισβήτηση του ιμπεριαλιστικού ζυγού και την ήττα του στην ευρύτερη περιοχή. Η μόνη δύναμη που μπορεί να το πετύχει αυτό είναι η εργατική τάξη της ευρύτερης περιοχής. Για να απελευθερωθούν οι Παλαιστίνιοι εργάτες πρέπει να αποτινάξουν τις αλυσίδες τους όλοι οι Άραβες εργάτες.
Αυτό μπορεί να οδηγήσει στην αχρήστευση των ιμπεριαλιστικών σχεδίων αλλά και στην αχρήστευση του ίδιου του κράτους του Ισραήλ ως κράτος αστυνόμευσης στη Μέση Ανατολή. Αν πάψει να επιτελεί αποτελεσματικά το «ρόλο» του, θα καταστεί άσκοπη ή και πολιτικό «βάρος» η αδρή χρηματοδότησή του, θα εκλείψουν τα υλικά προνόμια και θα απελευθερωθεί η ταξική πάλη στο εσωτερικό του. Μόνο έτσι μπορούν να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για να δημιουργηθεί ένα ενιαίο δημοκρατικό κράτος της Παλαιστίνης όπου Εβραίοι και Άραβες θα ζούνε ως ίσοι. Αυτό μόνο μπορεί να είναι το όραμα της Αριστεράς.