Το χτύπημα κατά της Συρίας από ΗΠΑ-Αγγλία-Γαλλία αποτελεί μνημείο ιμπεριαλιστικού κυνισμού. Σε μια επίθεση 60 λεπτών, περίπου 100 πύραυλοι εξαπολύθηκαν ενάντια σε στρατιωτικές εγκαταστάσεις και ερευνητικά κέντρα σε συριακό έδαφος.
Η κλιμάκωση δείχνει προς το παρόν να αποφεύχθηκε. Η Ρωσία είχε ενημερωθεί εκ των προτέρων για την επίθεση, ώστε να αποφευχθεί να πληγούν δικές της στρατιωτικές δυνάμεις (ενώ οι μηχανισμοί επικοινωνίας για αποφυγή εμπλοκής δεν έπαψαν να λειτουργούν στιγμή). Η Μόσχα με τη σειρά της είχε ειδοποιήσει τη Δαμασκό, η οποία κατάφερε να «απορροφήσει» το χτύπημα, εκκενώνοντας τους στόχους της επίθεσης.
Σε αυτή τη φάση, ούτε για τις ΗΠΑ, ούτε για τη Ρωσία υπήρξε σοβαρό κίνητρο το οποίο να αξίζει μια κλιμάκωση. Ο Λευκός Οίκος εξακολουθεί να έχει ως προτεραιότητα την Κίνα, με την ομάδα Τραμπ να δείχνει αποφασισμένη να υλοποιήσει πιο αποφασιστικά από τον Ομπάμα το –στοιχειωμένο από τους μπελάδες στη Μέση Ανατολή– «πίβοτ στον Ειρηνικό», ενώ στη Συρία εξακολουθεί να πορεύεται χωρίς συνεκτική στρατηγική. Είναι ενδεικτική η στάση του υπουργού Άμυνας, Μάτις: Ο άνθρωπος που κέρδισε το προσωνύμιο «λυσσασμένο σκυλί», πρωτοστάτησε σε ενστάσεις πριν το χτύπημα, αλλά και σπουδή να ρίξει τους τόνους μετά την ολοκλήρωσή του. Για τον Πούτιν, οι φιλοδοξίες στη Συρία είναι σε μεγάλο βαθμό κατοχυρωμένες, για να ρισκάρει μια άμεση απάντηση.
Όπως γράφει ο Κώστας Ράπτης στο άρθρο του με τον εύγλωττο τίτλο «Μια επιδρομή που έγινε για να γίνει...»:
«…οι μεν δυτικές δυνάμεις όρισαν κατά το δοκούν μία “αποστολή” που θα μπορούσε να ολοκληρωθεί αυθημερόν με διάσωση του γοήτρου τους, η δε ρωσική πλευρά αναγνώρισε στην πράξη την ανάγκη να τους δοθεί μια εύσχημη διέξοδος από το σπιράλ κλιμάκωσης στο οποίο είχαν αυτοπαγιδευτεί, κυρίως για εσωτερικούς πολιτικούς λόγους».
Μια γενικευμένη πολεμική επιδρομή κατά της Συρίας ήταν εξαρχής εκτός συζήτησης. Λίγο καιρό πριν ο Τραμπ δήλωνε την πρόθεσή του να αποσύρει ακόμα και τις ήδη υπάρχουσες αμερικανικές δυνάμεις από την περιοχή. Όμως, σχεδόν ένα χρόνο μετά το προηγούμενο πυραυλικό χτύπημα (από 50 τόμαχοκ), όλοι ανέμεναν ότι οι ΗΠΑ θα υποχρεώνονταν να «κλιμακώσουν», κάνοντας πιθανό ένα σενάριο πολυήμερων χτυπημάτων που θα αποδυνάμωναν σημαντικά τις ένοπλες δυνάμεις του καθεστώτος. Τελικά και αυτή η επιλογή θεωρήθηκε υψηλού ρίσκου και η –αναγκαία για το δημόσιο προφίλ των ιμπεριαλιστών– κλιμάκωση αφορούσε τον διπλασιασμό των πυραύλων φέτος, αλλά και τη συνδρομή Αγγλίας και Γαλλίας.
Παρά τον περιορισμό της επίθεσης, αυτή παραμένει εξοργιστική. Ήταν ένας μονομερής τσαμπουκάς από τρεις «πρόθυμους» που παρέκαμψαν κι αυτό το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ και αποφάσισαν να εξαπολύσουν ένα πρωί πυραύλους εναντίον μιας χώρας. Δεν περίμεναν καν να ολοκληρώσει την αποστολή του το κλιμάκιο του Οργανισμού για την Απαγόρευση των Χημικών Όπλων, το οποίο είχε φτάσει στη Συρία την ημέρα που έγινε η επίθεση. Αφού οι Μεγάλες Δυνάμεις μπλόκαραν η μία το ψήφισμα της άλλης για τα μέτρα που θα μπορούσαν να παρθούν για να διερευνηθεί η υπόθεση της χρήσης χημικών στη Ντούμα και να αποδοθούν ευθύνες, το ελάχιστο που μπορούσε να γίνει ήταν να αποφανθούν οι ειδικοί του ΟΑΧΟ αν συνέβη το περιστατικό (δεν μπορούν να αποδώσουν ευθύνη). Ούτε αυτό δεν περίμεναν οι «πρόθυμοι» για να εξαπολύσουν μια πειρατική επίθεση, που θα τόνωνε το γόητρό τους στη διεθνή σκακιέρα.
Άλλωστε είναι τουλάχιστον αφελής όποιος πίστεψε ότι το ζήτημα ήταν η προστασία των αμάχων. Για τις «ανθρωπιστικές» έγνοιες των ιμπεριαλιστών μιλάει το παρελθόν τους στην παγκόσμια «περιφέρεια» (Αφγανιστάν, Ιράκ, Λιβύη, Μάλι, Σομαλία κ.ο.κ.). Αλλά και οι σημερινές τους πράξεις: οι ΗΠΑ βομβαρδίζουν τη Συρία (και το Ιράκ) από το 2014, στα πλαίσια του πολέμου ενάντια στο Ισλαμικό Κράτος, με αποτέλεσμα χιλιάδες άμαχους νεκρούς. Οι ΗΠΑ επίσης, που τάχα κόπτονται να σώσουν ζωές, δεν δέχονται πρόσφυγες από τη Συρία, ενώ και τα τείχη της Ευρώπης-Φρούριο παραμένουν κλειστά. Εκείνοι οι βουλευτές της δεξιάς πτέρυγας των Εργατικών που έδειξαν «ευαισθησία» για τη Συρία, υποστηρίζοντας πιθανά χτυπήματα, είναι οι ίδιοι ακριβώς που μπλόκαραν ψήφισμα που προωθούσε το Εργατικό Κόμμα για την απαγόρευση πώλησης όπλων στη Σαουδική Αραβία που αιματοκυλά την Υεμένη.
Ξεχωρίζει ανάμεσα στην «τρόικα» που εξαπέλυσε την επίθεση, ο Μανουέλ Μακρόν: Ο ήρωας του «ακραίου κέντρου» αποδείχθηκε αποφασιστικότερος του Τραμπ στην προθυμία να εξαπολύσουν την επίθεση.
Μιλώντας για υποκριτές, η ρητορική διαφοροποίηση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ είναι κακόγουστο αστείο, τη στιγμή που η Σούδα αποτελεί βασικό ορμητήριο των αμερικανικών πολεμικών πλοίων στην Ανατολική Μεσόγειο...
Το χτύπημα στη Συρία ήταν ένα «μήνυμα». Θυμίζει μια αντίστοιχη πυραυλική επίθεση του Κλίντον στο Σουδάν το 1998. Το μήνυμα έχει απίστευτο κυνισμό. Θυμίζει τον διάλογο από μια τηλεοπτική σειρά, όπου λέγεται ότι ένας μαφιόζος «Σκότωσε έναν συγγραφέα, απλά για να στείλει μήνυμα. –Ποιο ήταν το μήνυμα; –Μπορώ να σκοτώσω έναν συγγραφέα».
Αν και αυτό το επεισόδιο του πολέμου αποδείχθηκε περιορισμένο, δεν χωράει εφησυχασμός. Τη βδομάδα που προηγήθηκε, φάνηκε πόσο ρευστή κι επικίνδυνη είναι η κατάσταση στο φόντο της όξυνσης των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών. Έχουμε μπει σε μια εποχή που 100 πύραυλοι αντιμετωπίζονται ως «πταίσμα», και αυτό τα λέει τα όλα. Στη Συρία ή αλλού, οι «δοκιμές των αντοχών του αντιπάλου» και τα «μηνύματα ισχύος» μπορούν να οδηγήσουν σε ένα ανεξέλεγκτο σπιράλ, οι ανταγωνισμοί μπορεί να οδηγήσουν σε πιο αιματηρές και καταστροφικές αναμετρήσεις, αν κάποια υπερδύναμη κρίνει ότι ήρθε η ώρα να λύσει λογαριασμούς με αυτόν τον τρόπο...