Τ ην ώρα που η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ κλείνει την 4η αξιολόγηση στις 14 Ιούνη, με ακόμα ένα νομοσχέδιο
-εξπρές, με καινούργια μνημονιακά, αντεργατικά-αντιλαϊκά μέτρα, επιχειρεί να μας πείσει ότι «με όπλο την ανάπτυξη των ιδιωτών και του μεγάλου κεφαλαίου θα έρθει το τέλος των μνημονίων από τον Αύγουστο του 2018 και θα τελειώσουν τα βάσανα του εργαζόμενου λαού».
Η προπαγάνδα της «κανονικότητας» που εξαπολύει η κυβέρνηση είναι η «κανονικότητα των μνημονίων».
Αυτή η κυβέρνηση, όπως και η εν αναμονή Νέα Δημοκρατία και όλα τα μνημονιακά κόμματα, έχουν δεσμευτεί, στο ελληνικό κεφάλαιο (ΣΕΒ) και στους «θεσμούς», ότι όλη η μνημονιακή νομοθεσία θα παραμείνει άθικτη και, ακόμα χειρότερα, θα εμπλουτίζεται διαρκώς μέχρι και το 2060, που ισχύει η επιτροπεία την οποία έχουν υπογράψει οι ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
Η οικονομική αφαίμαξη, η εργασιακή κόλαση και η κοινωνική καταστροφή των εργαζόμενων στρωμάτων είναι ήδη συμφωνημένες και αποτυπώνονται στα πρωτογενή πλεονάσματα του ΑΕΠ (το 2022 θα πρέπει να φτάσουν στο 5,19%). Δηλαδή μετά από 12 χρόνια απάνθρωπης λιτότητας, το 2022 θα χρειαστούν νέες περικοπές 10,8 δισ. ευρώ!
Το υπερταμείο (αρμόδιο για τις ιδιωτικοποιήσεις), με νέες αρμοδιότητες, θα μπορεί να ρευστοποιεί αυτόματα δημόσια περιουσία, για να πληρώνει τις δόσεις.
Από τις αρχές του 2019, με τη μείωση του αφορολόγητου, τις περικοπές και τον επανυπολογισμό των συντάξεων, οι μισθωτοί θα χάσουν τουλάχιστον έναν μισθό και οι συνταξιούχοι έως τρεις συντάξεις το χρόνο.
Τα βάρη στα εργατικά νοικοκυριά θα πολλαπλασιάζονται από τη θανατηφόρα διάλυση της Δημόσιας Υγείας, από τη νομοθετημένη καταστροφή της Δημόσιας Παιδείας, από την κατάργηση των προνοιακών επιδομάτων, από την κατάρρευση των κοινωνικών υπηρεσιών.
Η θηλιά θα σφίγγει με τα εξώδικα της ΔΕΗ, με τις ιδιωτικοποιήσεις νερού, ενέργειας, μεταφορών και τους πλειστηριασμούς της λαϊκής περιουσίας.
Σε αυτό το περιβάλλον πραγματοποιήθηκε το Γενικό Συμβούλιο του ΜΕΤΑ, στις 9 Ιουνίου.
Γενικό Συμβούλιο του ΜΕΤΑ: Σχεδιάζοντας τη μαχητική παρέμβαση στους εργατικούς χώρους με ενωτικό και ριζοσπαστικό τρόπο
Η σύνθεση και η συζήτηση ήταν εμπλουτισμένη, τροφοδοτούμενη από τη ζωντανή δράση του ΜΕΤΑ στους χώρους δουλειάς, τη σταθερή επιλογή της στήριξης ακόμα και των πιο αδύναμων εργαζομένων (που συχνά βρίσκονται εκτός συνδικάτων να παλεύουν με τέρατα, όπως τις ελαστικές σχέσεις εργασίας) και την επιμονή στην ενωτική δράση των ευρύτερων ριζοσπαστικών δυνάμεων για την ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος.
Όπως ήταν αναμενόμενο, οι προβληματισμοί αναπτύχθηκαν γύρω από τη διαταξική «Κοινωνική Συμμαχία» που πρωτοεμφάνισαν οι μνημονιακές συνδικαλιστικές ηγεσίες των ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ, στις 30 Μάη, τις εκτιμήσεις για την ποιοτική τομή που έγινε και τις προτάσεις αντιμετώπισης που ξετυλίχτηκαν το αμέσως προηγούμενο διάστημα.
Οι εντεινόμενες επιθέσεις στα εργατικά-λαϊκά στρώματα, η απροκάλυπτη μετατόπιση των πλειοψηφιών σε ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ προς την πλευρά του κεφαλαίου και το εργατικό κίνημα μετά το προδοτικό πλήγμα του ΣΥΡΙΖΑ το 2015, θα διέγραφαν ένα ασφυκτικό τοπίο για τους εργαζόμενους, αν δεν διαφαίνονταν σημάδια ελπίδας το τελευταίο διάστημα.
Ο Γιώργος Χαρίσης (γραμματέας του ΜΕΤΑ), στο άνοιγμά του, αναφέρθηκε στη δραστηριότητα με κινητοποιήσεις που, παρά τις δυσκολίες, εμφανίζονται σε διάφορους κλάδους.
Η αντιμετώπιση της «πανεθνικής μέρας δράσης», των ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ-φορέων της αγοράς στις 30 Μάη, από ένα σημαντικό τμήμα των ριζοσπαστικών δυνάμεων της Αριστεράς σε συνδικαλιστικό και εργατικό επίπεδο, με κοινή πρωτοβουλία για απεργιακή συγκέντρωση στο Πολυτεχνείο, δημιουργεί ελπιδοφόρες προοπτικές, συγκεντρώνοντας υπαρκτό πολύτιμο δυναμικό, που κατευθύνεται στη δράση και τη διεκδίκηση, που απευθύνεται μαζικά στους εργαζόμενους, προτείνοντας δράση για τη συλλογική διεκδίκηση της κατάργησης των μνημονίων, ξανά στο δρόμο, κόντρα στην απραξία και την παραλυτική καταγγελία, που απλώς διώχνουν τον κόσμο ακόμα πιο μακριά από τα σωματεία και τις συλλογικότητες της Αριστεράς.
Μεγάλο μέρος της συζήτησης αφιερώθηκε στη συνέχεια της κοινής πρωτοβουλίας. Για το ΜΕΤΑ είναι φυσιολογικό να δίνει έμφαση σε αυτή την εξέλιξη. Από καιρό έχει δηλώσει ξεκάθαρα την επιλογή της ενωτικής και ριζοσπαστικής στάσης στα σωματεία και τους εργατικούς χώρους, την έχει υπηρετήσει με προσήλωση και έχει αποδείξει στην πράξη τις ειλικρινείς προθέσεις τους.
Η ενότητα των αριστερών και ριζοσπαστικών δυνάμεων είναι κομβικός παράγοντας για την ανάκαμψη του εργατικού κινήματος και δεν αρκεί να εξαγγέλλεται, ούτε να ισχύει μόνο για τους άλλους, όπως συμβαίνει σε πολλές περιπτώσεις «συντονισμών», ακόμα και του ίδιου του ΠΑΜΕ. Για να υλοποιηθεί χρειάζεται η κάθε συνδικαλιστική ή πολιτική δύναμη, που το διατυπώνει, να είναι διατεθειμένη, πραγματικά, να συνυπάρξει με τις υπόλοιπες δυνάμεις του χώρου ισότιμα, με επιμονή και υπομονή.
Η συνέχεια της κοινής πρωτοβουλίας της 30 Μάη είναι απαραίτητο να είναι άμεση και ανοιχτή σε περισσότερες δυνάμεις σωματείων, συλλογικοτήτων, φορέων και αγωνιστών και ένας πρώτος σταθμός ήταν η διοργάνωση κινητοποιήσεων για τα νέα αντιλαϊκά και ιδιαιτέρως σκληρά μέτρα της 4ης αξιολόγησης.
Οι προοπτικές περισσοτέρων κοινών δράσεων υπάρχουν και φαίνεται ότι ένα μεγαλύτερο τμήμα συνδικαλιστών, αγωνιστών, συλλογικοτήτων και σωματείων μοιράζεται την αντίστοιχη αγωνία με το ΜΕΤΑ και φαίνεται να μη θέλει να χαθούν και άλλες ευκαιρίες.
Τα επόμενα βήματα θα κρίνουν την εδραίωση ευρύτερων συμμαχιών που θα αντιπαρατεθούν σε κυβέρνηση, μνημονιακές δυνάμεις, κεφάλαιο και συνδικαλιστική γραφειοκρατία, με όρους μαζικότητας και πιθανότητες νίκης. Τα βήματα αυτά δεν θα είναι ούτε αυτόματα, ούτε εύκολα, αφού, το διάστημα μετά την προδοσία του ΣΥΡΙΖΑ, στο κίνημα και την Αριστερά έχει επικρατήσει μία κατάσταση μεγάλου κατακερματισμού, καχυποψίας και επιλογές «περιορισμένης, αλλά καθαρής απεύθυνσης». Τα βήματα αυτά χρειάζονται συνειδητή φροντίδα και σταθερή υποστήριξη, για να βγάλουν ένα ορατό αποτέλεσμα στον κόσμο της δουλειάς.
Το δίλημμα «Τσίπρας ή Μητσοτάκης», που έρχεται μέσω των εκλογικών σεναρίων, θα επηρεάζει τον κόσμο στους εργατικούς χώρους και χρειάζεται καθημερινή απάντηση και οργάνωση των αντιστάσεων, για να χτίζεται η εναλλακτική, που δεν περιλαμβάνει κανέναν από αυτούς.
Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε ο Κώστας Νικολάου (συνδικαλιστής από την Εθνική Τράπεζα): «Αλλάζει η σελίδα, τα μνημόνια “τελειώνουν” και ψάχνουν ποιος θα πληρώσει την “ανάπτυξη” του επόμενου διαστήματος».
Στο ΓΣ του ΜΕΤΑ είχαν προσκληθεί και μίλησαν οι συμβασιούχοι από το Κέντρο Αγώνα των Απολυμένων Συμβασιούχων ΟΤΑ στην πλατεία Κλαυθμώνος, όπως η Μαργαρίτα Σελτσιώτη και ο Θοδωρής Γόγαλης, συμβασιούχος επί 18 χρόνια στη Δημοτική Επιχείρηση Ύδρευσης Άρτας. Και οι δύο περιέγραψαν την εργασιακή ομηρία των συμβάσεων και τον αγώνα τους για μόνιμη και σταθερή δουλειά .
Ο Δημήτρης Τσίτκανος (εκ μέρους της Πανελλαδικής Ανεξάρτητης Ταξικής Εργατικής Κίνησης) παρευρέθηκε μαζί με αντιπροσωπεία της παράταξής του, δηλώνοντας ότι υπάρχουν σημεία συμφωνίας με το ΜΕΤΑ και, αν αξιοποιηθούν, μπορεί να βγουν θετικά αποτελέσματα. Η κοινωνική δυσαρέσκεια δεν είναι σίγουρο αν θα εκδηλωθεί με αντιδραστικό τρόπο ή θα υπάρξει μια νέα έκρηξη αγώνων.
Ο Γιώργος Λιάγκος (ηλεκτρολόγος μηχανικός, ΤΕΕ) αναφέρθηκε στην «Κοινωνική Συμμαχία» και στους φορείς που την απαρτίζουν, οι οποίοι συμμετέχουν ταυτόχρονα στη μνημονιακή πολιτική. Και για το άμεσο μέλλον τόνισε ότι χρειάζεται να βρεθεί ένας οδικός χάρτης για να προχωρήσουμε.
Ο Σωτήρης Μάρταλης (εκπαιδευτικός, Κόκκινο Δίκτυο Εργαζομένων) αναφέρθηκε στις δυνατότητες που συνεχίζουν να υπάρχουν στο εργατικό κίνημα, αφού η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ μπορεί να είναι η μακροβιότερη μνημονιακή, αλλά δεν είναι σταθεροποιημένη. Με αυτό το κριτήριο ως βάση, καθορίζονται τα συγκεκριμένα καθήκοντά μας ως συνδικαλιστική-εργατική παράταξη.
Ως Κόκκινο Δίκτυο Εργαζομένων θέσαμε τα ζητήματα του πολέμου και του θεσμικού ρατσισμού (με έξαρση στην Ιταλία, Γαλλία και την ΕΕ γενικότερα), την επείγουσα ανάγκη να απασχολήσουν αυτά τα ζητήματα ενεργά τους ίδιους τους εργαζόμενους και να μη θεωρούνται δευτερεύοντα, καθώς και τη σύνδεση των εργατικών αιτημάτων με τις δαπάνες των πολεμικών εξοπλισμών, που ρουφάνε δημόσιο χρήμα από τις κοινωνικές ανάγκες.
Ειδικά για την εμπλοκή της ελληνικής κυβέρνησης στους ιμπεριαλιστικούς και πολεμικούς σχεδιασμούς στην ευρύτερη περιοχή για λογαριασμό του κεφαλαίου, θεωρούμε ότι χρειάζεται μια αντιπολεμική πρωτοβουλία που να περιλαμβάνει όλες τις δυνάμεις της Αριστεράς για να αντιμετωπιστεί ένα τόσο σοβαρό θέμα με πιθανότητες επιτυχίας και μαζική συσπείρωση της εργαζόμενης κοινωνίας.