Ενώ έχουν υποκαταστήσει το κράτος με τις ΜΚΟ...
Βαρύτατες κατηγορίες αντιμετωπίζουν 30 μέλη Μη Κυβερνητικής Οργάνωσης (ΜΚΟ) με τρεις από αυτούς να έχουν ήδη συλληφθεί. Πρόκειται για τις κατηγορίες για δράση οργανωμένου εγκληματικού δικτύου, το οποίο δραστηριοποιούνταν συστηματικά στην κατ’ επάγγελμα διευκόλυνση της παράνομης εισόδου αλλοδαπών στην ελληνική επικράτεια, στην καταπάτηση του μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα της ΜΚΟ και στην… κατασκοπεία. Το περιστατικό δεν είναι το μοναδικό, καθώς παρόμοιες κατηγορίες αντιμετώπισαν δικαστικά –και αθωώθηκαν– επίσης πέντε άτομα μέλη ΜΚΟ φέτος τον Μάη.
Από το καλοκαίρι του 2015, όταν αυξήθηκαν δραματικά οι προσφυγικές ροές, βρισκόμαστε στο ίδιο έργο θεατές, καθώς η ΕΛΑΣ «εξαρθρώνει σπείρες διακινητών» επιτιθέμενη στις ΜΚΟ, αφήνοντας τους πραγματικούς διακινητές να δρουν ανενόχλητοι, ενώ δεν λείπουν και κατηγορίες για συνεργασία ελληνικού στρατού και διακινητών. Ταυτόχρονα, το κράτος φαίνεται να αγνοεί ή να μη θέλει να ελέγξει ποιοι κρύβονται στην πραγματικότητα πίσω από την εκμετάλλευση και τη διακίνηση των προσφύγων, ποιοι βάζουν τις «ταρίφες» για να βοηθήσουν τους πρόσφυγες να περάσουν τα σύνορα.
Αυτή τη στιγμή, στα νησιά του βόρειου Αιγαίου, η δράση των εθελοντών είναι ένας από τους λόγους που δεν θρηνούμε περισσότερους νεκρούς. Προφανώς υπάρχουν και άνθρωποι που μέσα από ΜΚΟ στήνουν παιχνίδια και κερδοσκοπούν στην πλάτη των προσφύγων, όμως πολύ σπάνια ο κρατικός μηχανισμός στρέφεται εναντίον τους. Αυτό που δημιουργεί τον κενό χώρο για την εκμετάλλευση των προσφύγων είναι η απουσία του κράτους. Η βοήθεια του κράτους είναι μηδενική τόσο στη θαλάσσια διάσωση, όσο και στη μετέπειτα ζωή των προσφύγων. Η αντικατάσταση του κράτους από ΜΚΟ το απαλλάσσει από τις ευθύνες του και κανονικοποιεί την απουσία του. Η κυβέρνηση μεταθέτει τις ευθύνες της στις ΜΚΟ και με αυτό τον τρόπο συντηρεί ένα «ανθρωπιστικό» προφίλ, αποκρύπτοντας της πολιτικές επιλογές της.
Η συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας, το κλείσιμο των συνόρων, οι επαναπροωθήσεις είναι όλα πολιτικές επιλογές της κυβέρνησης, τα οποία δεν λύνονται με την παρέμβαση των ΜΚΟ. Όσο βοηθητικοί κι αν είναι κάποιοι εθελοντές, το πρόβλημα δεν γίνεται να λυθεί από τις ΜΚΟ. Αρχικά, γιατί δεν έχουν αρκετές δυνάμεις και δεύτερον γιατί όσο το κράτος αδιαφορεί ή, ακόμα χειρότερα, επιτείνει το πρόβλημα και την ταλαιπωρία των προσφυγών, η κατάσταση θα συντηρείται και θα χειροτερεύει. Αυτές οι επιλογές είναι που θέτουν σε κίνδυνο καθημερινά τη ζωή των προσφύγων, που προσπαθούν να φτάσουν στη χώρα μας, ενώ υπάρχουν και συχνές καταγγελίες για παράνομες επαναπροωθήσεις που γίνονται από τον ελληνικό στρατό, τόσο στα νησιά, όσο και στα σύνορα του Έβρου.
Τόσο η επιλογή του να στοιβάζονται οι πρόσφυγες στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, ενώ θα έπρεπε να τους παρέχεται αξιοπρεπής στέγαση, όσο και οι άθλιες συνθήκες μέσα σε αυτά, καταδεικνύουν την απάνθρωπη και ρατσιστική πολιτική της κυβέρνησης. Οι καθυστερήσεις στις υπηρεσίες ασύλου, η άρνηση ασύλου στη συντριπτική πλειοψηφία των προσφύγων και η ρατσιστική αντιμετώπιση των μη Σύριων προσφύγων ολοκληρώνουν την εικόνα. Την ίδια στιγμή, η Ελλάδα κατέχει ενισχυμένη θέση στο ΝΑΤΟ, στηρίζοντας έμπρακτα και συμμετέχοντας στις πρακτικές που γεννούν κάθε μέρα νέους πρόσφυγες.
Η αλληλεγγύη των απλών ανθρώπων και η βοήθεια που παρέχουν οι ΜΚΟ είναι πραγματικά πολύτιμες, αλλά δεν καταφέρνουν από μόνες τους να λύσουν την κατάσταση. Για να λυθεί το πρόβλημα, χρειάζεται να αντιμετωπιστεί στη ρίζα του και αυτή είναι οι κεντρικές πολιτικές επιλογές της κυβέρνησης. Χρειάζεται ένα δυνατό, ενωτικό αντιρατσιστικό κίνημα που θα απαιτήσει την κατάργηση της συμφωνίας, το άνοιγμα των συνόρων, άσυλο, δικαιώματα και στέγη για τους πρόσφυγες. Ένα αντιρατσιστικό κίνημα που δεν θα μπαίνει σε διλλήματα «ΜΚΟ ή… βαρβαρότητα» και θα απαιτεί από το κράτος να αναλάβει τις ευθύνες του. Ένα αντιρατσιστικό κίνημα με αντι-νατοϊκές αναφορές, που θα εστιάζει στη «μεγάλη εικόνα»: τον λόγο δηλαδή που αυτοί οι άνθρωποι αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τις χώρες τους και να έρθουν στην Ευρώπη.