Η πρώτη εβδομάδα του Οκτώβρη παρουσίασε μία μεγάλη γκάμα εργατικών κινητοποιήσεων που δείχνουν ότι η συγκέντρωση δυνάμεων εργατικής αντίστασης στους δρόμους εξακολουθεί να είναι εφικτή. Υπάρχουν δυνατότητες, αλλά και προϋποθέσεις, που πρέπει όλοι μας να πάρουμε σοβαρά υπόψη για μία πραγματική ταξική αντεπίθεση.
Στους δρόμους της Αθήνας, εμφανίστηκαν διεκδικητικές κινητοποιήσεις σημαντικής μαζικότητας, με την πανελλαδική απεργία του «Βοήθεια στο σπίτι» (2/10), με την απεργία 12 ομοσπονδιών που κάλυπτε η ΑΔΕΔΥ, για τα βαρέα και ανθυγιεινά (3/10), αλλά και έξω από το Συμβούλιο της Επικρατείας, με τη συγκέντρωση γιατρών της ΟΕΝΓΕ και με τους συγκεντρωμένους εκπαιδευτικούς (αναπληρωτές και μόνιμους) στο Υπουργείο Παιδείας. Στις 5/10, η συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων έδειξε όχι απλά ότι έχει αυξημένα προβλήματα, αλλά και διάθεση να τα παλέψει.
Ολομέτωπη επίθεση
Τα περιτυλίγματα με τα οποία σερβίρονται οι αντεργατικές πολιτικές τόσο του ΣΥΡΙΖΑ όσο και της ΝΔ, είναι διαφορετικά, αλλά η ουσία, που είναι η πρόσδεση με τα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου, δεν μπορεί να κρυφτεί.
Την ώρα που η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ επιχειρεί να πείσει την πλειοψηφία της κοινωνίας ότι προσπαθεί σκληρά να φέρει μία στοιχειώδη δικαιοσύνη για τους εργαζόμενους, με τις φιλολογίες περί επαναφοράς των συλλογικών διαπραγματεύσεων, της δήθεν «αύξησης» του κατώτατου μισθού και την κατάργηση του υποκατώτατου, εφαρμόζει το νόμο Βρούτση, που νομοθετεί την κατάργηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων, ετοιμάζει τη θεσμοθέτηση ενός άλλου υποκατώτατου μισθού ανάλογα με την εργασιακή εμπειρία (και όχι ανάλογα με την ηλικία), ετοιμάζεται να απολύσει εργαζόμενους που έχουν προσληφθεί με ΑΣΕΠ στο «Βοήθεια στο σπίτι» επαναπροκηρύσσοντας 3.000 θέσεις (από τις 3.400 που καλύπτονται σήμερα), ετοιμάζεται να μειώσει το επίδομα για τα βαρέα και ανθυγιεινά, αλλά και τους κλάδους που το δικαιούνται, με επιπλέον επίπτωση στην ηλικία συνταξιοδότησης.
Και την ώρα που η κυβέρνηση μεταφέρει την αγωνία χιλιάδων ανθρώπων από μέρα σε μέρα για το αν θα της επιτραπεί από την ΕΕ και το ΔΝΤ να μην κόψει την προσωπική διαφορά στους συνταξιούχους πριν το 2016, έχει πετσοκόψει κατά 35-40% τις συντάξεις που δίνονται στους μετά το 2016 συνταξιούχους.
Την ώρα που ο υπουργός Παιδείας εξαγγέλλει για το αόριστο μέλλον και με αόριστο τρόπο, 15.000 προσλήψεις εκπαιδευτικών, στα σχολεία εμφανίζονται κενά μόνιμων θέσεων και ένα μήνα μετά το άνοιγμά τους, δεν είναι καν γνωστοί οι πίνακες για τις συγκεκριμένες ελλείψεις δασκάλων, καθηγητών και ειδικοτήτων.
Την ώρα που η κυβέρνηση ετοιμάζεται να δώσει αναδρομικά στους «φύλακες του συστήματος», στην αστυνομία και τους δικαστές, εκπρόσωπος του Υπουργείου Οικονομικών στο ΣτΕ εισηγείται ότι οι γιατροί δεν δικαιούνται να ζητάνε τα δικά τους αναδρομικά.
Όσο για την υποτιθέμενη αύξηση του κατώτατου μισθού είναι βέβαιο ότι θα εξανεμιστεί από τη μείωση και τη δυσκολία στο «χτίσιμο» του αφορολόγητου, ενώ ταυτόχρονα θα «γκρεμίζεται» η λαϊκή περιουσία, ιδιωτική και δημόσια, με τους πλειστηριασμούς των σπιτιών των εργαζομένων που θα ανακεφαλαιοποιούν τις τράπεζες ακόμα μία φορά και με τη μεταφορά όλων των ακινήτων του δημοσίου στο Υπερταμείο.
Η δε αντιμετώπιση της ανεργίας, θα γίνει μέσω επιδοτήσεων του ΟΑΕΔ των ιδιωτών εργοδοτών αλλά και στο Δημόσιο, για 12μηνη εργασία το πολύ. Οι ελαστικές σχέσεις εργασίας και οι επιδοτήσεις του ιδιωτικού τομέα έχουν επεκταθεί ραγδαία με την πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ και τις ευλογίες της Νέας Δημοκρατίας.
Στον αντεργατικό κατήφορο του ΣΥΡΙΖΑ, η ΝΔ δεν έχει να αντιτάξει κάτι ουσιαστικό. Είναι το κόμμα του άκρατου νεοφιλελευθερισμού και της αποθέωσης του ιδιωτικού τομέα.
Μετά από χρόνια σκληρής και ταξικά άδικης λιτότητας και με το βάρος της προδοσίας του ΣΥΡΙΖΑ, οι εργαζόμενοι ψάχνουν εναγωνίως για στοιχειώδη στηρίγματα και ελπίδα. Τα οικονομικά και τα αγωνιστικά αποθέματα λιγοστεύουν επικίνδυνα, οι άνθρωποι της δουλειάς έχουν στριμωχτεί οικονομικά και πολιτικά, οι απαντήσεις και η στάση ζωής δυσκολεύουν σε αφόρητο βαθμό.
Ο ρόλος της αριστεράς στα σωματεία, στους χώρους δουλειάς και στα κοινωνικά πεδία είναι να σέβεται τις ανάγκες του κόσμου, να υπολογίζει τις σκληρές συνθήκες που βιώνει ο καθένας και καθεμιά στον καπιταλισμό σε κρίση και να προσπαθεί να δίνει συλλογικές διεξόδους.
Το δίλημμα «Τσίπρας-Μητσοτάκης», που είναι στην ημερήσια διάταξη ειδικά στους χώρους δουλειάς, αν αντιμετωπιστεί αφ› υψηλού ή υποτιμηθεί, θα βγάλει χαμένο, πρώτα από όλα, το σύνολο των εργαζομένων, αλλά και τους σχηματισμούς της αριστεράς, όπου κι αν αυτοί δραστηριοποιούνται.
Η μόνη εναλλακτική, που απαντάει αποτελεσματικά στην πραγματική ζωή, σε αυτό το δίλημμα και που μπορεί να πείσει τον «κόσμο με τα χίλια προβλήματα» είναι η επανεμφάνιση των συλλογικών διεκδικήσεων στο δρόμο, με μαζικό τρόπο.
Πρωτοβουλίες για απεργία
Οι ενθαρρυντικές προσπάθειες σωματείων δύσκολων κλάδων του πιο άγριου ιδιωτικού τομέα για συντονισμένη απεργία την 1η Νοέμβρη, οι διάσπαρτες, αλλά συχνές, κινητοποιήσεις του φθινοπώρου χώρων του Δημοσίου, οι πρωτοβουλίες για διοργάνωση γενικής απεργίας στις 8 Νοέμβρη από Εργατικά Κέντρα, ομοσπονδίες και σωματεία του ιδιωτικού και δημόσιου τομέα, αλλά και η συζήτηση που το μνημονιακό προεδρείο της ΑΔΕΔΥ αναγκάζεται να ανοίξει για απεργιακό βήμα ακόμα και χωρίς τη ΓΣΕΕ, για τις 14 Νοέμβρη, δείχνουν ότι η αγανάκτηση στους χώρους δουλειάς από τη βάση είναι δεδομένη και ορατή ακόμα και στις συνδικαλιστικές δυνάμεις που προσπαθούν να την αποφύγουν (ΔΑΚΕ, πρώην ΠΑΣΚΕ, ΣΥΡΙΖΑ) και δείχνουν ότι μια απεργία το πρώτο δεκαπενθήμερο του Νοέμβρη είναι εφικτό να γίνει, με μισθολογικά, συνταξιοδοτικά, εργασιακά και κοινωνικά αιτήματα, αποσυνδεδεμένη από την τυπική απεργία του προϋπολογισμού (το Δεκέμβρη).
Αν οι δυνάμεις που παλεύουν για μία απεργία το πρώτο 15ήμερο του Νοέμβρη δεν αναλωθούν στο ποιος είπε πρώτος την καλύτερη ημερομηνία και επικεντρωθούν στο χρόνο που θα υπάρχει και στην ουσιαστική και μαζική οργάνωσή της, θα πρόκειται για μία απεργία που μπορεί να αλλάξει τις περαιτέρω εξελίξεις, ακόμη κι αν έχει προκηρυχθεί από τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία.
Η ημερομηνία δεν εμποδίζει κανέναν και σε τίποτα να προσπαθήσει να συνενώσει δυνάμεις και έτσι να απευθυνθεί στους χώρους δουλειάς, να την οργανώσει από τη βάση, με συνελεύσεις, συντονισμούς, συλλογικές προετοιμασίες σε γειτονιές και κοινωνικούς χώρους.
Το ΜΕΤΑ εδώ και καιρό έχει μπει με σεβασμό και προσοχή στις διαδικασίες του κινήματος σε αυτή τη συζήτηση, συνυπολογίζοντας τους παράγοντες τόσο των αιτημάτων και του πλαισίου (φέρνοντας επανειλημμένα σε κάθε συνεδρίαση της ΑΔΕΔΥ προτάσεις για επέκταση και βελτίωση των διεκδικήσεων), όσο και τον παράγοντα της δυνατότητας μαζικής απεύθυνσης στο σύνολο της εργατικής τάξης για να υπάρξει μία πετυχημένη απεργία. Το βασικό σκεπτικό είναι ότι η απεργία είναι απαραίτητη για την αλλαγή των ταξικών συσχετισμών και όχι για μία καταγραφή στο εσωτερικό ακροατήριο της Αριστεράς.