Τ ο ημερολόγιο γράφει 16 Οκτωβρίου του 1968, όταν στους Ολυμπιακούς Αγώνες στην Πόλη του Μεξικού βγαίνουν πρωταθλητές δύο μαύροι αμερικάνοι, ο Τόμι Σμιθ και ο Τζον Κάρλος.
Την ώρα που παίζει ο ύμνος των ΗΠΑ, οι δύο αθλητές σηκώνουν τις γροθιές τους στις οποίες φοράνε μαύρα γάντια. Ο λευκός συναθλητής τους από την Αυστραλία, Πίτερ Νόρμαν, ως ένδειξη αλληλεγγύης, φοράει στο πέτο του την κονκάρδα της αντιρατσιστικής «Ολυμπιακής Καμπάνιας για τα ανθρώπινα δικαιώματα», την ίδια που φοράνε ο Σμιθ και ο Κάρλος. Και οι τρεις αθλητές αποβλήθηκαν από τους Ολυμπιακούς αγώνες και τους απαγορεύτηκε η συμμετοχή στους επόμενους. Όμως η κίνησή τους έμεινε στην ιστορία ως μια θαρραλέα πολιτική κίνηση, που συμβόλιζε τον αγώνα των μαύρων για τα πολιτικά δικαιώματα.
Μόλις 14 μέρες πριν, στην Πόλη του Μεξικού είχε γραφτεί η κατάληξη για το «Μεξικάνικο ’68»: εκατοντάδες φοιτητές και φοιτήτριες σφαγιάστηκαν στην πλατεία των Τριών Πολιτισμών από τα σώματα ασφαλείας, γεγονός που έγινε γνωστό και ως η «σφαγή του Τλατελόλκο».
Τη δεκαετία του 1960 στο Μεξικό κυβερνά το Θεσμικό Επαναστατικό Κόμμα (PRI). Ο Ζαπάτα και ο Βίγια έχουν περάσει στην ιστορία ως εθνικοί ήρωες και το Σύνταγμα της χώρας θεωρείται «επαναστατικό», καθώς έχει προκύψει από τη δεκάχρονη επανάσταση του 1910-1920. Στην πραγματικότητα όμως το κυβερνόν κόμμα καμία σχέση δεν έχει με την επανάσταση, τα δημοκρατικά άρθρα του Συντάγματος δεν εφαρμόζονται ούτε στο ελάχιστο και η καθημερινότητα των Μεξικάνων καμία σχέση δεν έχει με οτιδήποτε το επαναστατικό. Εκείνη την περίοδο η χώρα επιλέγεται για να φιλοξενήσει τους Ολυμπιακούς Αγώνες ακριβώς για να «επιβραβευτεί» επειδή τα οικονομικά της στοιχεία πάνε πολύ καλά και το κυβερνόν κόμμα, παρά το όνομά του, έχει μετατρέψει το κράτος σε «φορέα σταθερότητας» σε μια περίοδο που η Κεντρική και η Βόρεια Αμερική βρίσκονται σε κατάσταση αναβρασμού.
Φοιτητικό κίνημα
Στις 22 Ιουλίου όμως αυτή η κατάσταση σταθερότητας θα διαταραχτεί. Αφορμή είναι ένα περιστατικό που υπό άλλες συνθήκες μπορεί να περνούσε και απαρατήρητο: δύο παρέες μαθητών από δύο σχολεία του κέντρου πλακώνονται στο ξύλο. Η επέμβαση της αστυνομίας θα ήταν υπό άλλες συνθήκες και το τέλος του περιστατικού. Όμως εκείνη τη μέρα, χωρίς κάποια προφανή αιτία, η αστυνομική βία παίρνει ασύλληπτες διαστάσεις: γραναδέρος (τα αντίστοιχα ΜΑΤ) εμφανίζονται, επιτίθενται στον κόσμο τριγύρω, εισβάλουν σε σχολεία και κάνουν συλλήψεις. Την επόμενη μέρα η Εθνική Ομοσπονδία Τεχνικών Σπουδαστών (FNET) καλεί σε διαδήλωση για τις 26 Ιουλίου. Η FNET δεν ήταν κάποιο επαναστατικό όργανο, το αντίθετο. Οι περισσότεροι συνδικαλιστές της ήταν ανερχόμενα στελέχη του Θεσμικού Επαναστατικού Κόμματος και δεν ήταν συνηθισμένοι σε αντικυβερνητικές διαδηλώσεις. Όμως ήταν τόσο απροκάλυπτη η χρήση ωμής βίας από την πλευρά των δυνάμεων καταστολής, που δεν μπορούσαν να μην καλέσουν σε πορεία.
Στις 26 Ιουλίου όμως πραγματοποιείται και η «επετειακή» διαδήλωση των οργανώσεων της Αριστεράς ως ένδειξη υποστήριξης στην κουβανική επανάσταση. Οι δύο φαινομενικά ασύνδετες μεταξύ τους διαδηλώσεις θα ενωθούν στην προσπάθειά τους να φτάσουν στο Σοκάλο, μια ιστορική πλατεία της Πόλης του Μεξικού όπου ποτέ δεν είχε καταφέρει να φτάσει διαδήλωση. Οι γραναδέρος επιτίθενται με αλόγιστη χρήση βίας. Δεκάδες συλλαμβάνονται και εκατοντάδες τραυματίζονται. Όμως αντί η βίαιη αυτή επίθεση να τρομάξει τον κόσμο που είχε βγει στο δρόμο, συμβαίνει το εντελώς αντίθετο. Για καθένα που συλλαμβάνεται, δεκάδες άλλοι βγαίνουν στο δρόμο και απαιτούν την απελευθέρωση όλων των συλληφθέντων. Ανάβουν οι πρώτες φωτιές και στήνονται τα πρώτα οδοφράγματα.
Στρατός
Τα γεγονότα συνεχίζονται για τέσσερις μέρες, μέχρι που η κυβέρνηση κατεβάζει τον στρατό. Το βράδυ της 30ής Ιουλίου μια μονάδα αλεξιπτωτιστών σπάει με μπαζούκα την πόρτα του σχολείου Σαν Ιδελφόνσο, τραυματίζοντας και κάνοντας συλλήψεις. Η πράξη αυτή συνιστά παραβίαση του ακαδημαϊκού ασύλου, καθώς τα προπαρασκευαστικά λύκεια ανήκουν στα πανεπιστήμια. Το γεγονός αυτό έμεινε χαραγμένο στη μνήμη των Μεξικανών, καθώς ήταν αυτό που σηματοδότησε την εξέγερση.
Η κυβέρνηση ξεκινάει αμέσως την προπαγάνδα. Μιλάει για δάκτυλο ξένων δυνάμεων, που προσπαθεί να καταλύσει την τάξη και την ασφάλεια στη χώρα. Υποστηρίζει πως δεν υπήρξε κανένα μπαζούκα, πως η πόρτα γκρεμίστηκε από μολότοφ των μαθητών. Ψάχνει έναν εύκολο στόχο και τον βρίσκει στους κομουνιστές. Τις ημέρες των συγκρούσεων γραναδέρος εισβάλουν στα γραφεία του –πολύ μικρού και με ελάχιστη παρέμβαση– Κομουνιστικού Κόμματος Μεξικού και στο τυπογραφείο του και κατάσχουν υλικό. Εκμεταλλευόμενοι το ψυχροπολεμικό κλίμα μιλάνε για απόπειρα της ΕΣΣΔ και των κομουνιστών να καταλύσουν τη νόμιμη κυβέρνηση του Μεξικού. Ο κόσμος όμως έχει πάρει ήδη θέση και δεν τους ακούει.
Τις επόμενες μέρες μια-μια βρίσκονται υπό κατάληψη εκατοντάδες πανεπιστημιακές σχολές σε όλο το Μεξικό. Τη σκυτάλη παίρνουν και τα λύκεια, με πιο μαχητικά τα Προπαρασκευαστικά 1, 2 και 3 που βρίσκονται στο κέντρο. Οι φοιτητές κηρύσσουν απεργία και ακυρώνουν όλα τα μαθήματα. Οι σχολές γίνονται κέντρα αγώνα. Από αυτές ξεκινάνε και οι μπριγάδες, οι ομάδες φοιτητών/τριών που παρεμβαίνουν σε γειτονιές, στα λεωφορεία και σε χώρους δουλειάς: Οι φοιτητές γρήγορα θυμούνται το δίδαγμα πως η εργατική τάξη είναι το επαναστατικό υποκείμενο και εξορμούν έξω από εργοστάσια, μοιράζοντας φυλλάδια και καλώντας τους εργάτες στον αγώνα τους.
Επιτροπές Αγώνα
Σε κάθε γειτονιά, κατειλημμένη σχολή ή σχολείο και εργατικό χώρο δημιουργούνται Επιτροπές Αγώνα, οι οποίες συναντιούνται στην Εθνική Απεργιακή Επιτροπή. Τα μέλη της Εθνικής Απεργιακής Επιτροπής είναι αιρετά και αλλάζουν συχνά, γεγονός που επιτρέπει να μη δημιουργηθεί μια «γραφειοκρατία του κινήματος». Ήδη από τις αρχές Αυγούστου έχουν διαμορφωθεί από τους φοιτητές τα 6 Σημεία, που θα γίνουν και βασικά σημεία διεκδίκησης όλου του κινήματος. Τα σημεία αυτά περιλαμβάνουν την απελευθέρωση των πολιτικών κρατουμένων, την αποζημίωση των οικογενειών των νεκρών από την κρατική βία, τη διάλυση του σώματος των γραναδέρος, την κατάργηση των νόμων που ποινικοποιούν τον αγώνα και την παραίτηση των στρατηγών που είναι υπεύθυνοι για τις επιθέσεις του στρατού. Γρήγορα τα σημεία αυτά διαδίδονται μέσω των μπριγάδων και γίνονται κοινό σημείο αναφοράς όλου του κόσμου του κινήματος ως βασικές διεκδικήσεις.
Η κυβέρνηση πανικοβάλεται και δρα σπασμωδικά. Ο στρατός και οι γραναδέρος είναι κάθε μέρα στο δρόμο, η χώρα κηρύσσεται σε έκτατη ανάγκη. Στις 27 Αυγούστου, η διαδήλωση που καλείται στο Σοκάλο –η οποία θα μείνει στην ιστορία ως η πιο μαζική όλου του κινήματος με περίπου μισό εκατομμύριο κόσμο. Στις 18 Σεπτέμβρη, ο στρατός εισβάλει με τανκς στα κατειλημμένα πανεπιστήμια. Περίπου 500 άτομα συλλαμβάνονται και το κίνημα χάνει τα βασικά κέντρα του αγώνα του. Αυτή η ημερομηνία ήταν και η αρχή του τέλους για τον «μεξικάνικο Μάη». Τις επόμενες μέρες οι συγκρούσεις μεταξύ στρατού, αστυνομίας και αγωνιστών συνεχίζονται.
Καταστολή
Η κρατική βία φτάνει στο αποκορύφωμα της στις 2 Οκτώβρη. Εκείνη την ημέρα είχε καλεστεί συγκέντρωση και πορεία με αφετηρία την πλατεία Τριών Πολιτισμών στη συνοικία του Τλεταλόλκο. Η Εθνική Απεργιακή Επιτροπή ακυρώνει την πορεία, καθώς είναι φανερό πως η κυβέρνηση ετοιμάζει κάτι μεγάλο. Η πλατεία είναι ασφυκτικά περικυκλωμένη από τον στρατό. Δύο πράσινες φωτοβολίδες πέφτουν από ελικόπτερο και ανάμεσα στον κόσμο εμφανίζονται «οι άνδρες με το λευκό χέρι», επίλεκτοι άνδρες του τάγματος Ολύμπια του στρατού που είχαν παρεισφρήσει μέσα στον κόσμο για να συντονίσουν την επίθεση.
Ο στρατός επιτέθηκε με τανκς, με πολυβόλα και με περίστροφα. Συμφωνά με ξένα ΜΜΕ ο αριθμός των νεκρών έφτασε τους 250 με 400, καθώς ήταν δύσκολο να υπολογιστεί με ακρίβεια, αφού πολλά πτώματα δεν παραδόθηκαν ποτέ, ενώ πολλοί από τότε θεωρούνται αγνοούμενοι. Λίγες μέρες μετά η Εθνική Απεργιακή Επιτροπή δέχεται την Ολυμπιακή εκεχειρία, αποδεχόμενη και την ήττα του κινήματος.
Η ήττα του κινήματος ήταν αποτέλεσμα της κρατικής βαρβαρότητας και όχι της παρακμής του ίδιου του κινήματος. Και αυτό είναι ένα από τα πιο σημαντικά διδάγματα του μεξικάνικου ’68. Μέσα από αυτό το κίνημα ο κόσμος «ξαναγνώρισε» τον Ζαπάτα και τον Βίγια όχι ως απαρχαιωμένες μορφές στα βιβλία της ιστορίας, αλλά ως ζωντανές επαναστατικές ιδέες. Η Αριστερά, που πριν ήταν πολυδιασπασμένη και αδύναμη, κατάφερε να παίξει σημαντικό ρόλο σε όλη τη διάρκεια του κινήματος, επειδή δεν το φοβήθηκε και βρέθηκε από την πρώτη στιγμή στις πρώτες γραμμές. Ο κόσμος του κινήματος ξαναδιάβασε τη Λούξεμπουργκ, τον Λίμπκνεχτ, τον Τρότσκι. Οι φοιτητές δημιούργησαν δεσμούς επικοινωνίας και συνδέθηκαν με τους εργάτες. Μπορεί η κρατική καταστολή να κατάφερε να τσακίσει το κίνημα στη συγκεκριμένη στιγμή και να ακινητοποιήσει έναν κόσμο που βρισκόταν σε αναβρασμό, όμως κινήματα σαν αυτό δεν μπορούν να καταστραφούν απλά από μια στρατιωτική μπότα. Και αυτό γιατί είναι πάντα εκεί να μας θυμίζουν τι μπορούν να καταφέρουν οι από τα κάτω, όταν συνειδητοποιήσουν τη δύναμή τους.