Η κυβέρνηση παίζει με τα σπίρτα στην εύφλεκτη ανατολική Μεσόγειο
Η ένταση έχει ανέβει και πάλι επικίνδυνα στην Ανατολική Μεσόγειο, με τον γνώριμο πια «συνωστισμό» πολεμικών πλοίων να εξελίσσεται αυτή τη φορά γύρω από το τουρκικό ερευνητικό «Μπαρμπαρός»: Αυτό περιφρουρείται από τον τουρκικό στόλο, ενώ «μαρκάρεται» στενά από δύο ελληνικά πολεμικά πλοία, τα οποία συνδράμουν τέσσερα αμερικανικά αντιτορπιλικά πρώτης γραμμής.
Το επεισόδιο που παραλίγο να ξεσπάσει, όταν η ελληνική φρεγάτα «Νικηφόρος Φωκάς» επιχείρησε να ανακόψει την πορεία του ερευνητικού σκάφους, δείχνει ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ έχει εμπλακεί σε ένα επικίνδυνο παιχνίδι με τη φωτιά.
Τα ελληνικά ΜΜΕ έχουν πάψει πλέον να μας σοκάρουν με τη μονομερή ανάγνωση-παρουσίαση των εξελίξεων, που ενίοτε φτάνει στα όρια της αντιστροφής της πραγματικότητας: «Νέες τουρκικές προκλήσεις»! Το πρόβλημα γίνεται εντονότερο από την υιοθέτηση αντίστοιχων σχημάτων και από το μεγαλύτερο τμήμα της ελληνικής Αριστεράς. Πώς φτάσαμε σε μια νέα κλιμάκωση της έντασης;
Στα τέλη Σεπτέμβρη το κλίμα ήταν διαφορετικό. Στα περιθώρια της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, υπήρξε η συνάντηση Τσίπρα-Ερντογάν που θεωρήθηκε βήμα «εξομάλυνσης» (στον απόηχο και της απελευθέρωσης των δύο ελλήνων στρατιωτικών, που είχαν εισχωρήσει σε τουρκικό έδαφος). Υπήρξαν επίσης συναντήσεις Βρετανίας-Ελλάδας-Τουρκίας-Κύπρου, στα πλαίσια μιας πιθανής επανεκκίνησης των συνομιλιών για το κυπριακό.
Ποιος προκαλεί;
Ενώ υποτίθεται ότι συζητιέται η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης, ενώ υποτίθεται ότι διερευνάται μια επανεκκίνηση των διαπραγματεύσεων «από εκεί που έμειναν στον Κραν Μοντανά», έσκασαν οι ειδήσεις από την τριμερή Ελλάδας-Κύπρου-Αιγύπτου στην Ελούντα, στα μέσα Οκτώβρη. Από εκεί, ο Αλ. Τσίπρας ανακοίνωσε ότι συμφώνησε με τον δικτάτορα της Αιγύπτου, Σίσι, «τη μεγάλη σημασία που έχει η οριοθέτηση των ΑΟΖ μεταξύ των χωρών μας» και την ανάγκη «να προχωρήσουμε το συντομότερο δυνατό σε συμφωνία για το ζήτημα αυτό». Παράλληλα, ο Τσίπρας στήριξε σθεναρά την αξιοποίηση της κυπριακής ΑΟΖ από την κυβέρνηση Αναστασιάδη, «έναντι οποιασδήποτε απειλής τρίτης χώρας».
Φιλοκυβερνητικοί αναλυτές δηλώνουν αισιόδοξοι, κομπάζοντας για την «εξαιρετική συμμαχία» που οικοδομήθηκε «από όταν τα ηνία της χώρας ανέλαβε ο Αμπντέλ Φατάχ Αλ Σίσι». Μεγάλο παράσημο να βελτιώνονται ραγδαία οι σχέσεις με μια χώρα, μετά από αιματηρό πραξικόπημα σε αυτήν. Πράγματι ο Τσίπρας δεν ήταν καθόλου φειδωλός στις αβροφροσύνες ή στις διευκολύνσεις («ανάγκη να ανοίξει η συζήτηση για μια στρατηγική σχέση ΕΕ-Αιγύπτου») προς τον άνθρωπο που αγωνιστές ονομάζουν «Αιγύπτιο Πινοσέτ».
Το «κλίμα» της τριμερούς διαμορφώνει την προοπτική μιας συνεννόησης Ελλάδας-Κύπρου-Αιγύπτου που θα προβλέπει επήρεια στο Καστελόριζο και τη Στρογγύλη. Όχι άδικα, μερίδα του «πατριωτικού χώρου» μίλησε για «σπουδαία είδηση, που προκάλεσε νευρικό κλονισμό στην Άγκυρα». Στις τουρκικές αντιδράσεις, μετά την Ελούντα, αν η «εισβολή» είναι εθνικιστική υπερβολή, ο «στραγγαλισμός» είναι ακριβής περιγραφή.
Οι τουρκικές ανησυχίες εξελίσσονται σε ένα ευρύτερο φόντο. Η κλιμάκωση Τσίπρα σε επίπεδο προθέσεων συνέπεσε με το κλίμα «αναβάθμισης της αμυντικής σχέσης ΗΠΑ-Κύπρου» με εκατέρωθεν επισκέψεις υπουργών, τον προγραμματισμό για επανάληψη της άσκησης «Μέδουσα» με συμμετοχή του ελληνικού και του αιγυπτιακού πολεμικού ναυτικού τις επόμενες βδομάδες, τις συχνόπυκνες επαφές του Αρχηγού ΓΕΕΘΑ Ευάγγελου Αποστολάκη με τον Αρχηγό του Μικτού Επιτελείου των Αμερικανικών Ενόπλων Δυνάμεων, στρατηγό Ντάνφορντ, στην Ουάσινγκτον (ελάχιστο καιρό μετά τις επαφές τους στην Ελλάδα). Και όλα αυτά, ενώ πλησιάζει ένα πρώτο «σημείο καμπής»: η έναρξη των εργασιών της Exxon Mobile σε κυπριακό οικόπεδο.
Σε αυτό το φόντο, στάλθηκε το «Μπαρμπαρός» σε μια περιοχή ισχυρού συμβολισμού: εκεί όπου εφάπτονται οι (φερόμενες ως) ΑΟΖ της Ελλάδας, της Κύπρου και της Αιγύπτου. Ήταν ένα πρώτο σινιάλο από την Άγκυρα ότι «παραμένει παρούσα», ότι δεν θα αποδεχτεί «ήσυχα» τα τετελεσμένα και ότι το ζήτημα παραμένει ανοιχτό.
Ακολούθησε κλιμάκωση: Η ελληνική κυβέρνηση έστειλε τη φρεγάτα «Νικηφόρος Φωκάς» να εμποδίσει το «Μπαρμπαρός». Η τουρκική έστειλε στρατιωτική συνοδεία (τρία επιπλέον σκάφη και δύο υποβρύχια), η Αθήνα (και η Ουάσινγκτον…) απάντησαν και φτάσαμε στον σημερινό επικίνδυνο «συνωστισμό».
«Εθνικά δίκαια»;
Η είδηση εμφανίζεται ως «υπεράσπιση της ελληνικής υφαλοκρηπίδας», ενώ πρόκειται για πολεμικό τυχοδιωκτισμό. Δίνουμε το λόγο όχι σε κανέναν «εθνομηδενιστή», αλλά σε έναν αναλυτή του «πατριωτικού χώρου» που όμως δείχνει στοιχειώδη επαφή με την πραγματικότητα στο συγκεκριμένο ζήτημα:
«Ο “Νικηφόρος Φωκάς” και η “Σαλαμίς” δεν έχουν σταλεί να προστατεύσουν τη Χίο ή το Καστελλόριζο, αλλά κυριολεκτικά έχουν σταλεί στου διαόλου τη μάνα… Το σημείο που προκαλεί την παρούσα κρίση βρίσκεται πολύ μακριά από την Ελλάδα και είναι τελείως αμφίβολο αν οποιοδήποτε διεθνές δικαστήριο θα αναγνώριζε ότι εκεί βρίσκεται ελληνική υφαλοκρηπίδα… Στην περιοχή δεν υφίσταται τώρα ούτε ελληνική, ούτε τουρκική υφαλοκρηπίδα. Διότι απλούστατα, για να υπάρξει νόμιμα υφαλοκρηπίδα (όπως και ΑΟΖ), σύμφωνα με τη Διεθνή Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας του Μοντέγκο Μπέι του 1982, οφείλει να προηγηθεί η οριοθέτησή της μεταξύ των ομόρων κρατών, είτε με διμερή συμφωνία, είτε με παραπομπή σε διεθνή διαιτησία ή διεθνή δικαστική κρίση».
Είναι γνωστές οι προειδοποιήσεις εμπειρογνωμόνων ότι στη Χάγη δεν θα ήταν καθόλου σίγουρη μια δικαίωση των ελληνικών θέσεων, μιας και το δίκαιο της θάλασσας έχει μια σειρά κριτήρια, που παίρνουν υπόψη τη διαφορά ανάμεσα σε ένα νησί όπως το Καστελόριζο και μια μεγάλη ηπειρωτική χώρα με τη μεγάλη ακτογραμμή της Τουρκίας. Υπάρχουν άλλωστε αποφάσεις του Διεθνούς Δικαστηρίου που έχουν αρνηθεί πλήρη επήρεια σε νησιά (π.χ. Μαύρη Θάλασσα), σε αντίστοιχες ιδιαίτερες περιπτώσεις.
Αυτές τις δυσκολίες επιχειρεί να παρακάμψει η Αθήνα, διαμορφώνοντας «τετελεσμένα», με τις πλάτες των ιμπεριαλιστικών κυβερνήσεων και με τη διπλωματία των (ξένων) κανονιοφόρων. Απέναντι στη διαμορφούμενη απομόνωσή της, η Τουρκία απαντά με τη διπλωματία των δικών της κανονιοφόρων, ποντάροντας να επιβάλει μια επιστροφή στο δρόμο των διαπραγματεύσεων στην προοπτική της συνεκμετάλλευσης.
Σε αυτό το παιχνίδι νεύρων κι αντοχών, ο ρόλος των ΗΠΑ θα είναι κρίσιμος. Θα ήθελαν να συμπεριλάβουν και την Τουρκία στο παιχνίδι, αλλά φαίνεται να προκρίνουν τον «εκβιασμό» ως μέθοδο, στηρίζοντας τον άξονα Ελλάδα-Κύπρος-Ισραήλ-Αίγυπτος μέχρι να συμμορφωθεί πλήρως η Άγκυρα. Εκεί πατάει η ελληνική αλαζονεία.
Στην Τουρκία δεν επικρατεί τόσο «ανθελληνική» διάθεση, όσο «αντιαμερικανική». Ο σύμβουλος του Ερντογάν, Γιγίτ Μπουλούτ, αν και διανθίζει το άρθρο του με παλληκαρισμούς για το πώς θα θριαμβεύσει η Τουρκία σε πιθανή σύγκρουση, έχει ένα δίκιο όταν γράφει: «Ελπίζω η Ελλάδα να μην μπει σε αυτό το βρόμικο παιχνίδι, να μη γίνει εργαλείο, να μην αφήσει να τη χρησιμοποιήσουν… Ελπίζω να κερδίσει η λογική και η φιλία».
Η Αριστερά
Πού αφήνει αυτό την ελληνική Αριστερά; Κάθε άποψη, κάθε ανάλυση που φλερτάρει με κάποια «εθνικά δίκαια» ή «κυριαρχικά δικαιώματα», όταν μιλάμε για την εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων στην Ανατολική Μεσόγειο μόνο ζημιά κάνει στην κοινή προσπάθεια (όλων μας!) να οικοδομηθεί ένα αντιπολεμικό-αντιιμπεριαλιστικό κίνημα.
Αυτή η αντίφαση πρέπει να επιλυθεί. Για δύο λόγους: Στον καπιταλισμό-ιμπεριαλισμό τα «κυριαρχικά δικαιώματα» σε πλουτοπαραγωγικές πηγές αφορούν τους καπιταλιστές και τους ιμπεριαλιστές. Δεν είναι «εθνική προίκα» μιας κάποιας μελλοντικής «λαϊκής εξουσίας» από την οποία απέχουμε ακόμα και για την οποία αξίζει στο μεταξύ να παίξουμε με τα σπίρτα των εθνικιστικών αντιπαραθέσεων σε μια εύφλεκτη περιοχή. Είναι μια άποψη που πάει πίσω κι από έναν λελογισμένο αστικό κοσμοπολιτισμό που προτιμά τη συνεκμετάλλευση από το ρίσκο του πολέμου. Αλλά υπάρχει κι ένας δεύτερος: Στις συνθήκες της κλιματικής αλλαγής, με τον ΟΗΕ να υποχρεώνεται να χτυπήσει καμπανάκι, όταν αριστεροί αγωνιστές σωστά προειδοποιούν (βλ. σελ. 10-11) ότι «πρέπει να αφήσουμε το πετρέλαιο εκεί που είναι», αν θέλουμε να έχουμε κάποια πιθανότητα να προλάβουμε την επερχόμενη καταστροφή, το τελευταίο πράγμα που θα έπρεπε να κάνει ακόμα και μια μελλοντική «λαϊκή εξουσία» είναι να διεκδικήσει μερτικό στα πετρέλαια…
Για το αγαθό της ειρήνης, για την πάλη ενάντια στον ιμπεριαλισμό, για να αποτραπεί μια οικολογική καταστροφή, η Αριστερά πρέπει να σταθεί αποφασιστικά απέναντι στο μεγάλο παιχνίδι των υδρογονανθράκων. Κλείνουμε επιστρέφοντας στον ρεαλιστή αναλυτή του «πατριωτικού χώρου»: «Δεν θα υπάρξουν νικητές και ηττημένοι… θα υπάρξουν μόνο ηττημένοι… Το τελευταίο που χρειαζόμαστε τώρα είναι επίδοξοι Ιωαννίδηδες».