Με ένα σάπιο, ρατσιστικό, διακομματικό συμβιβασμό έληξε η διαμάχη για το Τείχος του Τραμπ. Εκβιάζοντας με ένα νέο «κλείσιμο του κράτους», 2 εβδομάδες μετά τη λήξη του προηγούμενου, οδήγησε τους Δημοκρατικούς σε υποταγή.
Ρατσιστική συναίνεση
Τα φιλελεύθερα ΜΜΕ στις ΗΠΑ (αλλά και κάποια προοδευτικά στην Ελλάδα) τονίζουν ότι «ο Τραμπ δεν πήρε τα 5,7 δισ. για το Τείχος 234 χλμ.» κι ότι οδηγήθηκε σε συμβιβασμό όπου πήρε μόνο 1,37 δισ. για ανέγερση φραχτών σε 55 χλμ. των συνόρων. Βέβαια πίσω από τη διαμάχη για το ποσό και το μήκος των φραχτών (χωρίς κανείς να αμφισβητεί την λογική «οχύρωσης των συνόρων»), περάσανε με συναίνεση διάφοροι… ελέφαντες: Το νομοσχέδιο προϋπολογισμού του Τμήματος Ασφάλειας της Πατρίδας δίνει 15 δισ. στην συνοριοφυλακή, και 7,6 δισ. στη διαβόητη αντιμεταναστευτική υπηρεσία ICE, που είναι γνωστή και ως «Γκεστάπο» για τις μεθόδους της.
Οι Δημοκρατικοί συμπεριφέρθηκαν για άλλη μια φορά ως το πιο υπεύθυνο κόμμα της αστικής τάξης. Ψηφίζουν όλα τα «αναγκαία» αντιμεταναστευτικά μέτρα και αντιπαρατίθενται με τους Ρεπουμπλικάνους με όρους «αποτελεσματικότητας», χαρακτηρίζοντας το σχέδιο για Τείχος από τη μια ακτή των ΗΠΑ στην άλλη ως μια ονείρωξη του Τραμπ, ενώ «η δουλειά στα σύνορα μπορεί να γίνει και αλλιώς».
Το Τείχος
Πράγματι, το Τείχος αποτελεί περισσότερο ένα «ιδεολογικό σύμβολο» για την κοινωνική βάση του Τραμπ. Αλλά ο Τραμπ αποδεικνύεται ένας φανατικός που είναι πρόθυμος να αποσταθεροποιήσει το σύστημα για να δείξει συνέπεια και πυγμή σε αυτήν την κοινωνική βάση. Αναζητώντας πόρους από αλλού, προχωρά σε κήρυξη κατάστασης έκτακτης ανάγκης! Είναι μια κίνηση με την οποία διαφωνούν και πολλά στελέχη των Ρεπουμπλικάνων και το ενδιαφέρον στρέφεται στο Κογκρέσο, όπου μπορεί να περάσει ψήφισμα που απορρίπτει την ύπαρξη «έκτακτης ανάγκης» που να δικαιολογεί την ενέργεια του προέδρου. Ενώ ήδη έχουν αρχίσει να γίνονται οι πρώτες μηνύσεις (από περιβαλλοντικές ομάδες, ιδιοκτήτες γης στα σύνορα, οργανώσεις δικαιωμάτων κ.ά.). Ο Τραμπ ήξερε ότι πάει σε σύγκρουση: «Θα καταλήξουμε στο Ανώτατο Δικαστήριο» δήλωσε καθώς εξηγούσε τα επόμενα βήματα, ενώ παραδέχτηκε ωμά ότι δεν υπάρχει πραγματικά «έκτακτη» ανάγκη: «Θα μπορούσα να χτίσω το Τείχος πιο αργά. Δεν χρειαζόταν να το κάνω αυτό, αλλά προτιμώ να το κάνω πιο γρήγορα».
Τιχουάνα
Εν τω μεταξύ, η υπαρκτή πολιτική αποτροπής αποδεικνύεται εξαιρετικά αποτελεσματική –και βάρβαρη. Η Συνοριοφυλακή δέχεται περιορισμένες αιτήσεις ασύλου την ημέρα, μόνο στο πέρασμα του Σαν Ισίδρο. Παραβιάζεται και η αμερικανική και η διεθνής νομοθεσία, που δεν προβλέπει πουθενά ότι οι αιτούντες άσυλο πρέπει να μπαίνουν στις ΗΠΑ από συγκεκριμένη είσοδο και απαγορεύει στη Συνοριοφυλακή να τους διώχνει. Αυτή η πρακτική έχει δημιουργήσει το χάος στην Τιχουάνα, όπου παραμένουν στοιβαγμένοι χιλιάδες μετανάστες. Σύμφωνα με μέλος της ISO που πήγε στην Τιχουάνα, μια συλλογικότητα που καταγράφει ανάγκες των μεταναστών έχει μιλήσει με 21.000 ανθρώπους κι εκτιμά ότι ο συνολικός αριθμός τους είναι διπλάσιος. Υπάρχουν 30 «καταυλισμοί» στην πόλη, άλλοι στοιχειωδώς ανθρώπινοι και άλλοι αυτοσχέδιες παραγκουπόλεις χωρίς πρόσβαση στα βασικά. Η Τιχουάνα είναι η πιο βίαιη πόλη σε μια πολύ βίαιη χώρα –κρατική και παρακρατική βία, καρτέλ ναρκωτικών, συμμορίες τράφικινγκ. Πολλά ασυνόδευτα ανήλικα αγνοούνται.
Μπροστά σε αυτήν την κατάσταση, πολλοί επιχειρούν να περάσουν στις ΗΠΑ «παράνομα». Αλλά από το Δεκέμβρη, αντικαταστάθηκε η πρακτική «προσαγωγή κι απελευθέρωση» (εν αναμονή της δίκης και της ακρόασης για άσυλο) με την πρακτική «προσαγωγή κι επαναπροώθηση». Ήδη οι πρώτες ομάδες αιτούντων άσυλο απελάθηκαν το Γενάρη. Στα σύνορα ΗΠΑ-Μεξικού, οι απειλές κατά των μεταναστών, αλλά και των αλληλέγγυων είναι σοβαρές και υπαρκτές (με τη συνεργεία του αμερικανικού κράτους που παρακολουθεί στενά και συχνά παρενοχλεί τη δράση ομάδων αλληλεγγύης).
Τι απάντηση;
Ο Kris Parker, που έκανε την ανταπόκριση από την Τιχουάνα, υπενθυμίζει κάτι κρίσιμο σε αυτές τις συνθήκες «Ο φανατισμός του Τραμπ για το Τείχος και η επιθετική προσέγγιση της κυβέρνησής του στο μεταναστευτικό αποτελούν εύκολους στόχους για κριτική, αλλά είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι οι ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και οι αντιμεταναστευτικές πολιτικές απολαμβάνουν ιστορικά διακομματική υποστήριξη».
Πράγματι, οι Δημοκρατικοί έχουν δείξει τα όρια του δήθεν «δικαιωματισμού» τους, αντιμέτωποι με το ζήτημα της «φύλαξης των συνόρων». Κάποιοι πιο «προοδευτικοί» (ή και ο Μπέρνι Σάντερς) δικαιολόγησαν την πρόσφατη ψήφο τους, τονίζοντας ότι ήθελαν να αποτρέψουν ένα νέο «κλείσιμο του κράτους» που θα κόστιζε στους εργαζόμενους. Κι όμως υπήρχε άλλη απάντηση στον εκβιασμό του Τραμπ: το προηγούμενο «κλείσιμο του κράτους» σταμάτησε από την κινητοποίηση των ίδιων των κρατικών υπαλλήλων, οι οποίοι απειλούσαν με γενική απεργία σε περίπτωση που ο Τραμπ επιχειρούσε να το πράξει ξανά. Στα ίδια τα σύνορα με το Μεξικό, είναι επίσης στις πλάτες των αγωνιστών του κινήματος να οργανώσουν τις απαντήσεις στον κρατικό ρατσισμό, προσφέροντας μια ριζοσπαστική πολιτική εναλλακτική στη διακομματική λογική της «φύλαξης των συνόρων», που πάντα οδηγεί σε αγριότητες…