Ο ι δημοτικές και οι περιφερειακές εκλογές, καθώς και οι ευρωεκλογές που θα γίνουν τέλη Μάη-αρχές Ιούνη, θεωρούνται πρόβα τζενεράλε των επερχόμενων βουλευτικών εκλογών, όποτε και αν γίνουν αυτές. Πιθανότατα μάλιστα να καθορίσουν και το χρόνο διεξαγωγής τους. Μέσα λοιπόν σε μια τόσο κρίσιμη προεκλογική περίοδο διεξάγονται οι εκλογές αντιπροσώπων για το 19ο Συνέδριο της ΟΛΜΕ.
Η σημασία των εκλογών ως δημοσκόπηση
Οι συνδικαλιστικές αυτές εκλογές έχουν μια διπλή σημασία. Πρώτα απ’ όλα αποτελούν μια πρώτης τάξεως δημοσκόπηση, σε ένα συνδικάτο που αριθμεί 75.500 μέλη, μόνιμους και αναπληρωτές εκπαιδευτικούς. Όχι τόσο για τα ποσοστά που θα καταγραφούν, μια και στην ΟΛΜΕ είναι ιδιαίτερα ενισχυμένη η Αριστερά, κάτι που δεν συμβαίνει στο σύνολο της κοινωνίας, όσο κυρίως για τις τάσεις που διαμορφώνονται.
Άλλωστε οι εκπαιδευτικοί δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης είναι ένας κλάδος που υποφέρει από τις μνημονιακές πολιτικές, όπως άλλωστε όλη η κοινωνία. Οι εκπαιδευτικοί, τα δύο τελευταία χρόνια που μεσολάβησαν από το προηγούμενο συνέδριο, είδαν τις εργασιακές συνθήκες τους να χειροτερεύουν, τα κενά να μη καλύπτονται από μόνιμους διορισμούς, ενώ αναγκάζονται να μένουν στη δουλειά μέχρι τα 67 χρόνια τους, παρότι φτάνουν έτσι να έχουν έως και 50 χρόνια διαφορά με τους μαθητές τους.
Είναι όμως και ένας κλάδος που έδωσε μεγάλο αγώνα ενάντια στο προσοντολόγιο Γαβρόγλου. Ο Γενάρης του 2019 ήταν ένας μήνας απεργιών, μαζικών κινητοποιήσεων και αντιδράσεων που, παρότι δεν μπόρεσαν να σταματήσουν την ψήφιση του νόμου και με δεδομένη την απραξία της ηγεσίας της ΟΛΜΕ, αναγκάζουν σήμερα την κυβέρνηση να προχωρήσει πιθανά στους διορισμούς που αναγκάστηκε να υποσχεθεί λόγω προεκλογικής περιόδου. Δυστυχώς είναι ταυτόχρονα, χάρη στο προσοντολόγιο, οι πρώτες προσλήψεις που εισάγουν την αξιολόγηση στην εκπαίδευση, με την ποινή της απόλυσης. Αυξάνεται έτσι δραματικά η ανασφάλεια των αναπληρωτών, μια και πρέπει συνεχώς να μαζεύουν τίτλους σπουδών για να εξασφαλίζουν την επαναπρόσληψή τους.
Η τάση λοιπόν που θα διαμορφωθεί, θα είναι μια πρώτη μεγάλη δημοσκόπηση λίγο πριν τις εκλογές, που σίγουρα δεν θα αφεθεί αναξιοποίητη ενόψει των εκλογικών μαχών που πλησιάζουν.
Η σημασία των εκλογών για την ανάδειξη της ηγεσίας του κλάδου
Οι εκλογές έχουν όμως και ένα πιο χειροπιαστό αποτέλεσμα. Διαμορφώνουν τους συσχετισμούς στο συνέδριο της Ομοσπονδίας. Το νέο ΔΣ της ΟΛΜΕ που θα προκύψει, θα έχει μπροστά του πολύ σοβαρά καθήκοντα. Το επόμενο διάστημα θα έχουμε να αντιμετωπίσουμε το προχώρημα της νεοφιλελεύθερης μεταρρύθμισης στην εκπαίδευση. Η εφαρμογή της αυτοαξιολόγησης της σχολικής μονάδας από τη νέα σχολική χρονιά, στην κατεύθυνση της αυτονομίας της, η σταδιακή εφαρμογή της αξιολόγησης των εκπαιδευτικών που έχει ήδη ξεκινήσει, το νέο Λύκειο του Γαβρόγλου που θα δείξει τα δόντια του, είναι μέτρα που αλλάζουν την πορεία της εκπαίδευσης.
Τα δύο προηγούμενα χρόνια η συνδικαλιστική απραξία της ΟΛΜΕ ήταν εκκωφαντική. Με ευθύνη της πλειοψηφίας της (ΣΥΝΕΚ, ΔΑΚΕ, ΠΕΚ) επιβλήθηκε μια παραλυτική αδράνεια, εχθρική σε κάθε κινητοποίηση του κλάδου, που συχνά δεν τηρούσε ούτε τα προσχήματα. Αυτή η κατάσταση πρέπει να αλλάξει.
Η ενότητα της Αριστεράς
μπορεί να αλλάξει
τους συσχετισμούς
Ο μεγαλειώδης αγώνας της φετινής χρονιάς ενάντια στο προσοντολόγιο του Γαβρόγλου έγινε εφικτός, γιατί η συνδικαλιστική Αριστερά δούλεψε σε μια ενιαία κατεύθυνση για να τον στηρίξει. Δυστυχώς η ενότητα στη δράση δεν εκφράζεται ως ενότητα και στην κάλπη. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα οι συσχετισμοί στην Ομοσπονδία να είναι αυτοί που είναι. Και αυτό το πρόβλημα δεν λύνεται τεχνικά, όπως δεν έχει λυθεί και το πρόβλημα των συσχετισμών στη ΓΣΕΕ. Μόνο η ενότητα των δυνάμεων της συνδικαλιστικής Αριστεράς μπορεί να βοηθήσει για να αλλάξει η κατάσταση. Εμπνέοντας τον κόσμο της εκπαίδευσης και ενώνοντας τις δυνάμεις που μπορούν να αλλάξουν το τοπίο. Αποτελώντας οδηγό και για άλλους χώρους. Όπως αρχίζει να γίνεται σε κάποιες ΕΛΜΕ, αλλά και στις αυτοδιοικητικές εκλογές, όπου τα ενωτικά ψηφοδέλτια αποκτούν εμβέλεια πολύ μεγαλύτερη από τις οργανωμένες τους δυνάμεις και δίνουν ελπίδα σε πολλούς αγωνιστές ότι υπάρχει δυνατότητα να αλλάξει η κατάσταση.
Δυστυχώς, ο χρόνος για να συμβεί αυτό δεν είναι άπειρος. Η αδυναμία να απαντηθούν οι επιθέσεις που κλιμακώνονται, έχει επιπτώσεις. Αρχικά στην αποσυσπείρωση όποιου ανένταχτου δυναμικού στηρίζει τα σχήματα της Αριστεράς. Αλλά τελικά και στις ίδιες τις οργανωμένες δυνάμεις. Με αποτέλεσμα να υποχωρεί η δύναμη της συνδικαλιστικής Αριστεράς, μεταφέροντας και στις ΕΛΜΕ την απραξία της ΟΛΜΕ.
Να το πούμε λοιπόν για μία φορά ακόμα. Η ενότητα των δυνάμεων της Αριστεράς είναι το κλειδί για την αλλαγή της κατάστασης. Και στο συνδικαλισμό και παντού. Η Αγωνιστική Ριζοσπαστική Ενότητα είναι μια δύναμη σταθερά προσηλωμένη σε αυτή την κατεύθυνση. Και γι’ αυτό αξίζει να την ενισχύσουμε!