Η ευφορία στις γραμμές των καπιταλιστών, μετά τη νίκη του Κυριάκου Μητσοτάκη και το σχηματισμό αυτοδύναμης κυβέρνησης της ΝΔ, είναι ολοφάνερη. Μια ολοσέλιδη διαφήμιση της Eurobank κραύγασε: «Οι Επιχειρήσεις Μπροστά!». Αυτό το διαφημιστικό σύνθημα θα μπορούσε να πει κανείς ότι συνοψίζει το πρόγραμμα της νέας κυβέρνησης.
Δεν είναι χωρίς φραγμούς. Ένας πρώτος φραγμός είναι οι συμφωνίες του Τσίπρα με τους δανειστές, που ορίζουν τα δρακόντεια «πλεονάσματα» μέχρι το 2023, αφήνοντας όποια προοπτική μείωσής τους για… μετά.
Αυτό το τοπίο υπογραμμίστηκε στον Σταϊκούρα από τις πρώτες συναντήσεις του με την τρόικα. Έτσι, οι βαρύγδουπες διακηρύξεις για άμεσα μέτρα φοροελάφρυνσης των επιχειρήσεων, αλλά και της «μεσαίας τάξης», ίσως και των λαϊκών νοικοκυριών, δηλαδή οι υποσχέσεις που κυριάρχησαν στην προεκλογική καμπάνια της ΝΔ, μπήκαν ήδη στο ψαλίδι. Στα άμεσα μέτρα θα πρέπει να αναμένεται η φοροελάφρυνση των επιχειρήσεων, όπως και η «χαλάρωση» των προϋποθέσεων για τις 120 δόσεις, με στόχο να «χωρέσουν» περισσότερα Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου, δηλαδή περισσότερες επιχειρήσεις. Όσο για τα άλλα ζητήματα, όπως η μείωση του ΕΝΦΙΑ και κυρίως του ΦΠΑ που τσακίζει τη λαϊκή κατανάλωση, παραπέμπονται σε… ορίζοντα τετραετίας.
«Ιδεολογική» επίθεση
Αυτή η αίσθηση σπρώχνει την κυβέρνηση να δώσει την έμφαση στην επιτάχυνση των αντιμεταρρυθμίσεων σε τομείς κύρια «ιδεολογικού» περιεχομένου. Η Κεραμέως δηλώνει ότι θα αρκεί το τηλεφώνημα ενός ρουφιάνου για να μπαίνει η αστυνομία μέσα στους πανεπιστημιακούς χώρους. Με το άνοιγμα των σχολών θα διαπιστώσει ότι αυτή η θρασύδειλη πολιτική θα έχει μεγαλύτερες δυσκολίες να επιβληθεί απ’ όσες έχει τώρα που τη διατυπώνει στα ΜΜΕ.
Επίσης, αργά ή γρήγορα θα διαπιστώσει ότι στα πανεπιστήμια υπάρχουν πολλά άλλα και σοβαρότερα ζητήματα (όπως οι πόροι και η έλλειψη προσωπικού) πέρα από την υποτιθέμενη κυριαρχία της «ανομίας και της παραβατικότητας».
Ο Βρούτσης, σε μια κατάπτυστη πράξη (που χαρακτηρίστηκε «δεξιό σολάρισμα» ακόμα κι από το μαρινακικό «Βήμα») καταργεί τη δυνατότητα έκδοσης ΑΜΚΑ από τους πρόσφυγες και τους μετανάστες. Ξεχνά όμως ότι αυτή η δυνατότητα θεσπίστηκε μόλις πριν ελάχιστες βδομάδες από την απερχόμενη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, που επί χρόνια «λησμονούσε» αυτό το καθήκον, αφήνοντας την περίθαλψη των μεταναστών και των προσφύγων στις πρωτοβουλίες και στην αλληλεγγύη των εργαζομένων στα δημόσια νοσοκομεία. Και με αυτή την πραγματική δύναμη, εάν και όταν η ΝΔ επιχειρήσει να συγκρουστεί, θα διαπιστώσει ότι θα έχει μπροστά της ένα συσχετισμό δυνάμεων πολύ διαφορετικό απ’ ό,τι στην εκλογική αντιπαράθεση με τον ΣΥΡΙΖΑ και στις φιλικές κουβεντούλες στα «παράθυρα» των ΜΜΕ.
Πραγματικοί κίνδυνοι
Αυτά δεν σημαίνουν ότι δεν υπάρχουν και πιο πραγματικοί και πιο σοβαροί κίνδυνοι. Είναι κοινό μυστικό ότι στο κέντρο των αντιλήψεων των νέων κυβερνητικών στελεχών βρίσκεται η πολιτική μείωσης των δημόσιων/κοινωνικών δαπανών. Και εδώ ο Τσίπρας τους έχει στρώσει το δρόμο για τα καλά: το «Μεσοπρόθεσμο» πρόγραμμα της περιόδου 2019-2023, που έχει υπογραφεί από τον ΣΥΡΙΖΑ και την τρόικα, προβλέπει μείωση τουλάχιστον κατά 10% στις δαπάνες για την εκπαίδευση, την υγεία, την κοινωνική πρόνοια και τους μισθούς στο Δημόσιο, ενώ για τις συνολικές δαπάνες για τις συντάξεις προβλέπει μείωση κατά 1 δισ. ευρώ ετησίως! Το γεγονός ότι αυτό το «πρόγραμμα» θα το εφαρμόσουν με ενθουσιασμό άνθρωποι σαν τον Σταϊκούρα, αποτελεί ένα σημαντικό κίνδυνο για τους εργαζόμενους και τις λαϊκές τάξεις.
Ανάλογος είναι ο κίνδυνος στις ιδιωτικοποιήσεις. Ο Άδ. Γεωργιάδης ισχυρίζεται ότι στο Ελληνικό «θα μπουν μπουλντόζες», ανεξάρτητα από τις περιβαλλοντικές ή αρχαιολογικές προϋποθέσεις. Αυτή την υπόσχεση την ακούνε οι μεγαλοεργολάβοι που ήδη σημαδεύουν τους τελευταίους ελεύθερους δημόσιους χώρους και τους τρέχουν τα σάλια. Στην αιχμή είναι η ΔΕΗ. Ο Χατζηδάκης δηλώνει ότι αποτελεί «χρεοκοπημένη επιχείρηση» όπως παλιότερα η Ολυμπιακή (την οποία πούλησε ο ίδιος με αντίτιμο… 1 ευρώ!), κρύβοντας προς το παρόν τις ευθύνες της κυβέρνησης Τσίπρα και της τρόικα που υποχρέωσαν (δια νόμου!) τη ΔΕΗ να «υποχωρήσει» προς το 50% της αγοράς ενέργειας, ενώ η ίδια πουλά το ρεύμα προς τους «παρόχους» σε τιμές φτηνότερες από το κόστος παραγωγής, ώστε να διασφαλίζονται τα κέρδη τους. Η απειλή να ολοκληρωθεί αυτό το μεγάλο πλιάτσικο είναι σοβαρή και πρόκειται για μια μεγάλη μάχη, που δεν θα αφορά μόνο τους εργαζόμενους στη ΔΕΗ, αλλά όλους μας.
Στον φιλοκυβερνητικό Τύπο υπολογίζεται ότι οι απολύσεις εργαζομένων στις άμεσες ιδιωτικοποιήσεις, που σχεδιάζει η κυβέρνηση, θα ξεπεράσουν τις 15.000. Αυτή η κατεύθυνση επιτάχυνσης του νεοφιλελευθερισμού είναι επιθυμητή από την κυρίαρχη τάξη. Που θυμίζει όμως ότι χρειάζεται και τακτική, χρειάζεται και «τρόπος».
Σε αυτό υπενθυμίζουν τα πεπραγμένα Τσίπρα. Που «έτρεξε» τις μνημονιακές αντιμεταρρυθμίσεις, επιβάλλοντας και διατηρώντας κλίμα κοινωνικής ειρήνης. Αυτή η «κατάκτηση», αυτό το «κλίμα» είναι επίσης πολύ σοβαρό κεκτημένο για την κυρίαρχη τάξη, που δεν σκοπεύει να αφήσει διάφορους «μαθητευόμενους μάγους» του νεοφιλελευθερισμού να το θέσουν σε αιφνίδια δοκιμασία.
Νέα κρίση;;
Ένα γενικότερο όριο για την κυβέρνηση της ΝΔ είναι η διεθνής οικονομική συγκυρία. Η επιβράδυνση θεωρείται δεδομένη, ενώ όλο και περισσότεροι συστημικοί αναλυτές προειδοποιούν ότι μια νέα κρίση επωάζεται με ταχύτητα. Κάτι τέτοιο θα έβαζε σε άμεση δοκιμασία τα «συμφωνηθέντα» με τους δανειστές (που στηρίζονται σε υπεραισιόδοξες προβλέψεις) και θα οδηγούσε τον Μητσοτάκη μπροστά στον πολιτικό εφιάλτη της εκπόνησης και της επιβολής ενός νέου μνημονίου.
Αυτή η αίσθηση για τις δυσκολίες που είναι μπροστά εξηγεί την απρόσμενη αβρότητα μεταξύ των απερχόμενων και των τωρινών κυβερνητικών. Στις τελετές παράδοσης-παραλαβής των υπουργείων, η «φιλικότητα» προκάλεσε δηλητηριώδη σχόλια ακόμα και από τις φιλικότερες προς τη ΝΔ εφημερίδες. Στην ευρωβουλή, με οδηγία Μεϊμαράκη, οι εκπρόσωποι της ΝΔ ψήφισαν τον Παπαδημούλη, παραβιάζοντας τη γραμμή του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος. Στα κανάλια ο Άδωνις Γεωργιάδης συνιστά ψυχραιμία στους Συριζαίους, δηλώνοντας ότι «εκεί που ήσαστε ήμουν εγώ χθες, εκεί που είμαι εγώ σήμερα μπορεί να βρεθείτε αύριο εσείς». Δεν πρόκειται για μια αιφνίδια επιδημία «ποταμίσιου πολιτικού πολιτισμού». Πρόκειται για φόβο. Γιατί γνωρίζουν ότι ο κρατήρας της κρίσης του ελληνικού καπιταλισμού παραμένει ενεργός και ότι αυτός μπορεί να δώσει πολιτικούς σεισμούς με ανυπολόγιστες συνέπειες.
Το κοινωνικό-οικονομικό ζήτημα είναι αναμφίβολα το κεντρικό. Όμως δεν πρέπει να υποτιμηθεί το ζήτημα του θεσμικού ρατσισμού. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη ήδη ανακοινώνει μέτρα για την «ασφάλεια των συνόρων», μέτρα ενίσχυσης των ελέγχων στη θάλασσα, ενώ κάνει λόγο και για «ταχύτατη επαναπροώθηση όσων αποδειχθούν παράνομοι». Το αντιρατσιστικό-αντιφασιστικό ζήτημα θα παραμείνει κεντρικό στην ατζέντα του κινήματος αντίστασης.
Ο κόσμος που ψήφισε ΣΥΡΙΖΑ, με όποιες αυταπάτες, θα είναι χρήσιμος στην αντίσταση κατά του Μητσοτάκη. Όμως δεν ισχύει το ίδιο για το συγκροτημένο κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ και κυρίως για τη στελεχική εκπροσώπησή του. Γιατί η κυβέρνηση Μητσοτάκη, σε μεγάλο βαθμό, θα συνεχίσει το έργο της κυβέρνησης Τσίπρα, επιταχύνοντας στο δρόμο των αντεργατικών αντικοινωνικών νεοφιλελεύθερων πολιτικών.
Η αντίσταση θα πρέπει να στηριχτεί από τα κάτω και από Αριστερά.