Ερευνητές/τριες και Διδάσκοντες/σσες σε πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα
Ερευνήτριες και ερευνητές: Ένα επάγγελμα και ένας κλάδος άγνωστος και αόρατος, ίσως, στην πλειοψηφία του κόσμου, ιδιαίτερα γνωστός και αναγκαίος, όμως, στο χώρο των πανεπιστημίων και των ερευνητικών κέντρων στην Ελλάδα και διεθνώς, τις περισσότερες φορές υπό καθεστώτα μόνιμης επισφάλειας για πολλά χρόνια.
Σε επίπεδο αντικειμένου, μπορεί να περιλαμβάνει, ενδεικτικά, όσους και όσες εργάζονται σε ιατρικά εργαστήρια προάγοντας έρευνα και νέα γνώση, στις θετικές επιστήμες δουλεύοντας πάνω στην εξέλιξη της τεχνολογίας και την καινοτομία, σε ζητήματα κοινωνικών και ανθρωπιστικών επιστημών καταδεικνύοντας – μεταξύ άλλων – κοινωνικές ανισότητες σε διάφορους τομείς της κοινωνικής ζωής.
Σε επίπεδο ακαδημαϊκής ιδιότητας, περιλαμβάνει καταρχάς ένα σημαντικό αριθμό Υποψηφίων Διδακτόρων/ισσών που εκπονούν την διδακτορική τους διατριβή ή/και ταυτόχρονα εργάζονται σε κάποιο ερευνητικό πρόγραμμα σε κάποιο ίδρυμα. Περιλαμβάνει μεταδιδάκτορες/ισσες (post-doc) που έχουν ολοκληρώσει τη διατριβή τους και είτε εργάζονται σε ερευνητικά προγράμματα ή αναζητούν την επόμενη ευκαιρία απασχόλησής τους (ή και συχνά αυτοαπασχόλησης) μέσω προκηρύξεων για χρηματοδότηση από το ΕΛΙΔΕΚ (Ελληνικό Ίδρυμα Έρευνας & Καινοτομίας), το ΙΚΥ (Ίδρυμα Κρατικών Υποτροφιών), ή προγράμματα ΕΣΠΑ, και οι οποιοι/ες συχνά μετατρέπονται σε περιπλανώμενους επισφαλώς εργαζόμενους από το ένα πανεπιστήμιο ή ερευνητικό κέντρο στο άλλο. Μπορεί να περιλαμβάνει, επιπλέον, ακόμα και μεταπτυχιακούς φοιτητές/τριες που εργάζονται στην έρευνα στα εργαστήρια πανεπιστημίων ή σε ερευνητικά κέντρα. Mαζί με τους ερευνητές/τριες και οι συμβασιούχοι Διδάσκοντες/σσες: Κάτοχοι διδακτορικού (και συχνά ερευνητικής προυπηρεσίας) χωρίς μόνιμη θέση απασχόλησης, που ανά έτος αιτούνται στα σχετικά προγραμμάτα διδασκαλίας που πρόσφατα υιοθετήθηκαν από το κράτος όπως το “Πρόγραμμα απόκτησης ακαδημαϊκής διδακτικής εμπειρίας σε νέους επιστήμονες” (χρηματοδότησης ΕΣΠΑ) ή το “Πρόγραμμα Ακαδημαϊκών Υποτρόφων”.
Σε εργασιακό επίπεδο περιλαμβάνει συναδέλφους/ισσες που δουλεύουν με «μπλοκάκι» (ως ελεύθεροι επαγγελματίες) και με συμβάσεις παροχής έργου παρόλο που προσφέρουν πλήρη και εξαρτημένη εργασία, Υποψήφιους Διδάκτορες/ισσες με υποτροφία (χρηματοδότηση που καταβάλλεται από συγκεκριμένους φορείς για την εκπόνηση διδακτορικής διατριβής και θεωρείται «υποτροφία» και όχι μισθός – με ότι αυτό σημαίνει για τα επακόλουθα, ανύπαρκτα συνήθως, εργασιακά δικαιώματα), Υποψήφιους Διδάκτορες/σσες που προσφέρουν επικουρικό διδακτικό έργο (με ελάχιστες, ή κάποιες φορές ανύπαρκτες αμοιβές), άλλες και άλλους που δουλεύουν χωρίς κάποια σύμβαση, και άλλους/ες, ακόμα πιο αόρατους και αόρατες που εργάζονται ακόμα και χωρίς αμοιβή. Στις περισσότερες από αυτές τις περιπτώσεις, ακόμα και στην περίπτωση παροχής ερευνητικού έργου με σύμβαση, οι ερευνητές/τριες δεν απολαμβάνουν ασφαλιστικών εισφορών – αντίθετα υποχρεούνται να τις καταβάλουν ατομικά με βάση το καθεστώς του ελεύθερου επαγγελματία, ακόμα και όταν εργάζονται σε μόνο ένα ίδρυμα/εργοδότη. Το ίδιο εργασιακό καθεστώς ισχύει και για τους/ις Διδάσκοντες/ουσσες, που παρέχουν διδακτικό έργο συνήθως με συμβάσεις έργου, για μικρά χρονικά διαστήματα συνήθως ενός εξαμήνου ή ενός έτους, παρόλο που στην πραγματικότητα καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες των ιδρυμάτων, λόγω των σημαντικών κενών που έχουν προκύψει από τις μειωμένες προσλήψεις μόνιμου προσωπικού τα τελευταία χρόνια.
Σε επίπεδο γεωγραφίας των τόπων εργασίας, περιλαμβάνει συναδέλφισσες/ους που εκπονούν την διδακτορική τους διατριβή δουλεύοντας από το χώρο του σπιτιού τους καθώς δεν τους προσφέρεται χώρος εργασίας στο πανεπιστήμιο που ανήκουν, άλλους και άλλες που μπορεί να εργάζονται σε πάνω από ένα ιδρύματα ταυτόχρονα, συχνά σε διαφορετικές πόλεις της χώρας, για να εξασφαλίζουν έναν ικανοποιητικό μισθό, και συμβασιούχους διδάσκοντες που κάθε βδομάδα χρειάζεται να μετακινούνται από τον τόπο κατοικίας τους προς στην πόλη και το ίδρυμα που διδάσκουν το συγκεκριμένο ακαδημαϊκό εξάμηνο ή έτος.
Εδώ και λίγα χρόνια όλες και όλοι οι παραπάνω ξεκινήσαμε να συζητάμε και να οργανωνόμαστε. Η αναγκαιότητα είχε φανεί ήδη, όταν τα προηγούμενα χρόνια πάρθηκαν κάποιες πρωτοβουλίες διαδικτυακά, φέρνοντας σε επαφή ανθρώπους απομακρυσμένους χωρικά, που ενώθηκαν κάτω από την πίεση συγκεκριμένων προβλημάτων που χαρακτήριζαν τις προκηρύξεις υποτροφιών διαφόρων φορέων.
Πλέον, με τις συζητήσεις και τις πρωτοβουλίες να έχουν προχωρήσει, έχει δημιουργηθεί το Πανελλαδικό Σωματείο Εργαζομένων στην Έρευνα και την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση. Η αναγκαιότητά του είναι τεράστια και ο ρόλος του κρίσιμος: Να καλύψει όσες και όσους εργάζονται αόρατα στην έρευνα και τη διδασκαλία, σε συνθήκες επισφάλειας, χωρίς δικαιώματα, χωρίς συνδικαλιστική κάλυψη, περαστικές/οι και ανακυκλώσιμες/οι από τα ιδρύματα. Να συζητά σε βάθος, να βρίσκει λύσεις και να διεκδικεί μαχητικά ζητήματα του κλάδου. Να διεκδικήσει τη γενναία αύξηση της δημόσιας χρηματοδότησης για την έρευνα σε πανεπιστήμια και δημόσια ερευνητικά κέντρα, αλλά και την αύξηση των μόνιμων θέσεων εργασίας με τη θεσμοθέτηση ενδιάμεσων βαθμίδων διδακτικού και ερευνητικού προσωπικού εντός των ιδρυμάτων. Να παλέψει για πανελλαδική σύμβαση εργασίας ερευνητή/τριας, ορίζοντας έναν ελάχιστο αξιοπρεπή μισθό για τους εργαζόμενους/ες στην έρευνα καθώς και τα εργασιακά δικαιώματα ωραρίου και ασφάλισης. Και να είναι ένα σωματείο ανοιχτό, μαζικό και κυρίως ενωτικό και ως προς τον κόσμο του κλάδου αλλά και προς τα έξω, σε συντονισμό με άλλα κομμάτια που εργάζονται στην έρευνα και την διδασκαλία, πρωτοβουλίες και συλλόγους στο εσωτερικό της χώρας αλλά και διεθνώς, που αντιμετωπίζουν αντίστοιχα ζητήματα. Ενάντια στον κατακερματισμό και την επισφάλεια, την μετανάστευση και την εργασιακή εξόντωση, να προτάξει συλλογικές λύσεις για την αναγνώριση της έρευνας ως εργασία και την διεκδίκησή της ως εργασία με δικαιώματα.
Στις πρώτες εκλογές του νέου σωματείου (11-12 Δεκέμβρη), δυνάμεις της ριζοσπαστικής και ενωτικής Αριστεράς και ανένταχτες-οι θα συμμετέχουμε με το σχήμα «ΑΝΤΙ/ΘΕΣΗ - Για το δικαίωμα στην έρευνα και την εργασία με δικαιώματα». Η μαζική συμμετοχή και τα καλά αποτελέσματα θα δώσουν τη δύναμη και το κύρος που χρειαζόμαστε για να ξεκινήσουμε το νέο έτος δράσεις και καμπάνιες.