Τα αποτελέσματα είναι συνήθως απογοητευτικά και καταστροφικά. Ο ΣΥΝ συνηθίζει να αλλάζει θέσεις σε πάγια ερωτήματα (π.χ. τράπεζες, χρέος), με ρυθμό που δεν μπορεί να παρακολουθήσει ούτε η κομματική βάση του. Οι «λύσεις» που κατά καιρούς προβάλλονται (π.χ. ευρωομόλογα, επανίδρυση ΕΚΤ κ.λπ.), για να είναι «ρεαλιστικές», συχνά αποτελούν χλωμές παραλλαγές ευρωσοσιαλδημοκρατικών προτάσεων (π.χ. ιδέες Ντελόρ), ενώ κάποτε φτάνουν να είναι προπομπός των επιλογών των Μερκοζί. Οι συνέπειες είναι να υποσκάπτει η ίδια η ηγεσία του ΣΥΝ τις δυνατότητες να μετατραπεί ο ΣΥΡΙΖΑ σε ένα σταθερό πολιτικό ρεύμα με ρίζες, σοβαρότητα και συνέπεια.
Ανάλογα παραδείγματα έχουμε και στη σημερινή συζήτηση του ΣΥΡΙΖΑ για την αντιμετώπιση της κρίσης. Ας δώσουμε ορισμένα παραδείγματα για προτάσεις συντρόφων του ΣΥΝ:
Φορολογία
Ενώ ο ΣΥΝ ποτέ δεν πρόβαλε με έμφαση (δηλαδή δεν αποδέχθηκε ειλικρινά) τη θέση του ΣΥΡΙΖΑ για φορολόγηση των κερδών των επιχειρήσεων με συντελεστή 45%, μας πρότεινε (ως τμήμα της πολιτικής για την ανατροπή της λιτότητας και την αναδιανομή) την εξής θέση: «Έκτακτη εισφορά σε κινητές περιουσίες, καταθέσεις, ομόλογα, μετοχές, που υπερβαίνουν τις 100.000 ευρώ κατ’ άτομο». Η δυνατότητα αποταμίευσης 100.000 ευρώ περιγράφει το χαμηλομεσαίο μικρομεσαίο τμήμα της κοινωνίας. Η στοχοθέτηση αυτού του τμήματος είναι υποχώρηση απέναντι στην πίεση του εκσυγχρονιστικού τμήματος της σοσιαλδημοκρατίας, που προωθεί την «ανάλυση» ότι η κρίση οφείλεται στην υπερενίσχυση των μικρομεσαίων κατά την τελευταία 25ετία. Οι προτάσεις του Αλ. Παπαδόπουλου ενάντια στους υδραυλικούς και τους ηλεκτρολόγους που «δεν δίνουν απόδειξη» και οι κραυγές του Πάγκαλου («μαζί τα φάγαμε») έχουν σαν στόχο να κρύψουν τις ευθύνες του κεφαλαίου. Η Αριστερά δεν έχει κανένα λόγο να τις αποδεχθεί, παρότι πρέπει να επεξεργαστεί και να προβάλει δρακόντειες απαιτήσεις κατά της φοροδιαφυγής-εισφοροδιαφυγής.
Χρέος
Στο ΣΥΡΙΖΑ υπάρχει πλατιά συναίνεση υπέρ της στάσης πληρωμών προς τους διεθνείς και ντόπιους τοκογλύφους, ως πρώτο βήμα για την αντιμετώπιση του χρέους. Οι σ. του ΣΥΝ αντιπρότειναν: «Κοινωνική ανάγκη και δίκαιη λύση είναι η αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους, ως μέρος μιας πολυμερούς διαπραγμάτευσης σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, χωρίς μνημόνια λιτότητας, ανεργίας και εκποίησης δημόσιου πλούτου, αλλά με βάση κοινωνικά και αναπτυξιακά κριτήρια… στη θέση της αδιέξοδης και καταστροφικής διαδικασία του PSI αντιπροτείνουμε αναστολή πληρωμών προς τους πιστωτές για τρία χρόνια… (αν αυτά δεν γίνουν δεκτά) τότε η μονομερής αναστολή χωρίς συναίνεση των πιστωτών θα αποτελεί μια αναπόφευκτη, αλλά αναγκαία επιλογή…». Η θέση αυτή ξεδοντιάζει πλήρως το αίτημα για στάση πληρωμών: Κάθε «πολυμερής διαπραγμάτευση σε ευρωπαϊκό επίπεδο» θα είναι υπό την ηγεμονία των Μερκοζί, θα συνδυάζεται με μνημόνια και δεν θα έχει καμιά σχέση με «δίκαιη λύση». Η «τριετής αναστολή πληρωμών» αναγνωρίζει το χρέος και την υποχρέωση αποπληρωμής του, ζητά 3ετές μορατόριουμ (θέση που ενυπάρχει στις προτάσεις Νταλάρα για το PSI) και συνδυάζεται με την κλιμάκωση του επιτοκίου αποπληρωμής (ρήτρα ανάπτυξης, που επίσης ενυπάρχει στις συζητήσεις του PSI).
Ανάπτυξη
Οι σ. του ΣΥΝ θεωρούν ότι βρήκαν ένα «παραγωγικό και αναπτυξιακό μοντέλο, το οποίο μπορεί να οδηγήσει στην έξοδο (σ.σ.: του καπιταλισμού) από την κρίση και μάλιστα στη βάση των κοινωνικών αναγκών». Νέες μορφές οικονομικής δράσης: δημοκρατικά οργανωμένοι συνεταιρισμοί, δομές αλληλεγγύης και κοινωνικής οικονομίας, δυνατότητα εργαζομένων να αναλαμβάνουν οι ίδιοι τις επιχειρήσεις που κλείνουν (σ.σ.: γιατί όχι και τις άλλες;)… Στοχευμένη ενίσχυση παραγωγικών κλάδων που παρουσιάζουν συγκριτικά πλεονεκτήματα και αναπτυξιακές δυνατότητες –τουρισμός(!), ελαφρά μέταλλα, ναυπηγεία, ναυτιλία(!!), ΑΠΕ κ.λπ.».
Οι «συνεταιρισμοί» είναι μια παλιά σοσιαλδημοκρατική ιδέα που επί Ανδρέα Παπανδρέου γνώρισε «ημέρες δόξας». Το ίδιο ισχύει και για τη «στοχευμένη ενίσχυση» (κλαδική πολιτική, στη γλώσσα της ΠΑΣΚΕ). Σημειώνουμε, όμως, ότι ενίσχυση στον τουρισμό και στη ναυτιλία σημαίνει (και άλλη!) ενίσχυση στους ξενοδόχους και στους εφοπλιστές… Όταν οι σοσιαλδημοκράτες υποστήριξαν ανάλογες προτάσεις (μιλώντας κυρίως για βιομηχανικούς κλάδους), το έκαναν σε μια περίοδο μεγέθυνσης, κατά την οποία επιχειρούσαν «με μοχλό το δημόσιο» να ενισχύσουν την ανάπτυξη του ελληνικού καπιταλισμού.
Στη σημερινή κρίση του συστήματος δεν υπάρχουν τέτοια περιθώρια και οι καπιταλιστές το γνωρίζουν καλύτερα από τον καθένα. Οι σ. Χρ. Λάσκος και Ευκλ. Τσακαλώτος, στο βιβλίο τους για την κρίση, έχουν αποδείξει πολύ καλά ότι «δεν υπάρχει επιστροφή» σε αυτές τις περιόδους και κατά συνέπεια αυτές οι προτάσεις είναι τουλάχιστον «ουτοπικές». Θα ήταν λοιπόν προτιμότερο η Αριστερά να μιλά για τις δικές της «αφηγήσεις», για το σοσιαλισμό, και όχι για κάποια ενδιάμεσα (τάχα) στάδια εξανθρωπισμένου καπιταλισμού με «συγκριτικά πλεονεκτήματα».
Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι μπροστά σε μεγάλες ευκαιρίες. Για να τις αξιοποιήσει, οφείλει να αποδεχτεί ειλικρινά και ολοκληρωμένα τα αιτήματα του κόσμου της εργασίας και να ξεφύγει από τη λογική των «έξυπνων λύσεων» που τόσο συχνά εγκλώβισαν την Αριστερά στην Ελλάδα, αλλά και –κυρίως– στην Ευρώπη.