Η περίοδος οξυμένης κοινωνικής πάλης, που άνοιξε μετά την πτώση του Μουμπάρακ, συνεχίζεται στην Αίγυπτο.
Το καθεστώς τρίζει
Η περίοδος οξυμένης κοινωνικής πάλης, που άνοιξε μετά την πτώση του Μουμπάρακ, συνεχίζεται στην Αίγυπτο.
Σε μια σειρά εργοστάσια και κλάδους συνεχίζονται οι μαχητικές απεργίες, ενώ νέα ανεξάρτητα συνδικάτα χτίζονται παντού και πυκνώνουν τις γραμμές της Αιγυπτιακής Ομοσπονδίας Ανεξάρτητων Συνδικάτων. Στα πανεπιστήμια το φοιτητικό κίνημα οργανώνεται, απαιτώντας την καθαίρεση των πανεπιστημιακών αρχών της δικτατορίας και την απομάκρυνση της μυστικής αστυνομίας από τις σχολές. Στις γειτονιές εξαπλώνονται οι λαϊκές επιτροπές «για την υπεράσπιση της επανάστασης».
Το Ανώτατο Συμβούλιο των Ενόπλων Δυνάμεων συνεχίζει την προσπάθεια να ανακόψει τη δυναμική της επανάστασης και να σταθεροποιήσει το καθεστώς. Αν και έχει υποχρεωθεί σε κάποιες κινήσεις εκτόνωσης, όπως οι συλλήψεις πολιτικών και επιχειρηματικών φίλων του Μουμπάρακ, το πάγωμα των τραπεζικών καταθέσεών τους και η υπόσχεση να δικαστεί ο πρώην δικτάτορας, από την άλλη απορρίπτει ή χρονοτριβεί κάθε λαϊκό αίτημα και αναζητά την κατάλληλη συγκυρία για να καταστείλει τους αγώνες.
Αντεπανάσταση
Στις αρχές Μάρτη ήταν διάχυτη η ανησυχία πολλών αγωνιστών, που έβλεπαν την αντεπανάσταση να κερδίζει έδαφος. Η κυβέρνηση του Μουμπάρακ είχε μείνει στη θέση της, η μυστική αστυνομία το ίδιο, ενώ αντί για νέο σύνταγμα το Συμβούλιο επέβαλλε δημοψήφισμα για 9 ασήμαντες τροποποιήσεις στο υπάρχον σύνταγμα της δικτατορίας. Όμως ακολούθησαν μια σειρά νίκες για το κίνημα. Κάτω από την πίεση μεγάλων διαδηλώσεων σε όλη τη χώρα, ο πρωθυπουργός του Μουμπάρακ και μια σειρά βασικοί υπουργοί απολύθηκαν. Το ίδιο βράδυ εκατοντάδες διαδηλωτές στην Αλεξάνδρεια κατέλαβαν τα γραφεία της μυστικής αστυνομίας, απελευθέρωσαν πολιτικούς κρατούμενους και φωτοτύπησαν όλα τα αρχεία, πριν τα δώσουν στο στρατό. Την επόμενη μέρα διαδηλωτές εισέβαλλαν στα γραφεία της μυστικής αστυνομίας σε πολλές άλλες πόλεις. Παρά τις εκκλήσεις του Συμβουλίου να μη δημοσιοποιηθούν τα έγγραφα «για λόγους εθνικής ασφαλείας», το ίντερνετ και ο Τύπος πλημμύρισαν από τα αρχεία που έπεσαν στα χέρια των διαδηλωτών. Από τα έγγραφα αποδείχθηκε πως ο εμπρησμός της χριστιανικής εκκλησίας την Πρωτοχρονιά, όπως και τα περισσότερα χτυπήματα ενάντια στη χριστιανική μειονότητα, ήταν εντολή του υπουργείου Εσωτερικών. Αποδείχθηκε επίσης πως το Στρατιωτικό Συμβούλιο σκόπευε να αλλάξει απλά το όνομα της μυστικής αστυνομίας και να το παρουσιάσει ως «μεταρρύθμιση». Μετά από αυτό, το Συμβούλιο υποχρεώθηκε να ανακοινώσει τη διάλυση της μυστικής αστυνομίας.
Αυτές οι νίκες έδωσαν νέα ώθηση στο κίνημα. Όμως δεν σημαίνουν πως η άρχουσα τάξη θα σταματήσει την προσπάθειά της να πνίξει την επανάσταση. Τα κυβερνητικά και τα φιλελεύθερα ΜΜΕ εδώ και καιρό υποστηρίζουν το Συμβούλιο και κατηγορούν τους «εγωιστές» απεργούς. Το Συμβούλιο ανακοίνωσε ένα νόμο που ποινικοποιεί τις διαδηλώσεις και τις απεργίες. Σε κάποιες περιπτώσεις ο στρατός έχει επιτεθεί σε συγκεντρώσεις και έχει επιχειρήσει να συλλάβει απεργούς.
Μετωπική σύγκρουση
Το αποκορύφωμα αυτής της προσπάθειας ήταν η πρόσφατη αιματηρή επέμβαση του στρατού ενάντια στην κατασκήνωση της πλατείας Ταχρίρ. Η επίθεση αυτή είναι μια επικίνδυνη εξέλιξη που δείχνει πως οι στρατηγοί ακονίζουν τα δόντια τους και δοκιμάζουν τις αντοχές των από κάτω και των φαντάρων για να σκληρύνουν την καταστολή. Ταυτόχρονα όμως, μετά από αυτή την επίθεση, μεγάλη μερίδα των Αιγύπτιων, που αρχικά υποστήριζε το Ανώτατο Συμβούλιο ως υπερασπιστή της επανάστασης, πλέον βλέπει πιο καθαρά. Όπως γράφουν σε ανακοίνωσή τους οι Επαναστάτες Σοσιαλιστές: «Κανείς πια δεν ξεγελιέται από το σύνθημα “στρατός και λαός μια γροθιά”». Όλο και περισσότεροι αγωνιστές βλέπουν με τα ίδια τους τα μάτια αυτό που προπαγάνδιζε από την πρώτη μέρα η επαναστατική Αριστερά της Αιγύπτου: Οι στρατηγοί είναι με τη μεριά της αντεπανάστασης, γι’ αυτό η επανάσταση πρέπει να προχωρήσει εναντίον τους και να βαθύνει περισσότερο, για να ξηλώσει το καθεστώς.
Η όξυνση της ταξικής αντιπαράθεσης έχει επηρεάσει και το πολιτικό τοπίο. Οι φιλελεύθερες οργανώσεις κάνουν πια «υπεύθυνη» αντιπολίτευση, καταγγέλλοντας συχνά τις απεργίες και χωρίς να στηρίζουν τις διαδηλώσεις, στο όνομα της «εθνικής ενότητας». Όμως ο στρατός έχει βρει και έναν άλλο, πιο πολύτιμο, σύμμαχο στην προσπάθειά του να επιβάλλει «νόμο και τάξη»: Τους Αδελφούς Μουσουλμάνους. Η Αδελφότητα είναι η μόνη δύναμη της αντιπολίτευσης που υποστηρίζει ανοιχτά κάθε ενέργεια του Συμβουλίου.
Όμως αυτή η στάση δεν περνάει εύκολα από τη βάση του κόμματος. Τα ρήγματα που είναι γνωστό πως υπήρχαν ανάμεσα στη συντηρητική, αστική παλιά φρουρά της ηγεσίας και τη νεολαία και τους φτωχούς της βάσης, οξύνθηκαν. Οι άνθρωποι της βάσης δεν καταπίνουν εύκολα τη συμπαράταξη με τους μέχρι χθες διώκτες και βασανιστές τους. Παράλληλα, ανοίγουν ζητήματα όπως οι σχέσεις του κόμματος με τις γυναίκες και τους κόπτες, η εσωτερική δημοκρατία, το δικαίωμα μελών της Αδελφότητας να συμμετέχουν σε άλλα κόμματα και όχι αναγκαστικά στο δημιουργημένο από την ηγεσία της οργάνωσης «Κόμμα Ελευθερίας και Δικαιοσύνης». Πρόκειται για κλυδωνισμούς που απειλούν την Αδελφότητα ακόμα και με διάσπαση.
Το πιο θετικό νέο είναι πως μέσα στην έκρηξη αγωνιστικότητας οι εργάτες οργανώνονται για να αποκτήσουν τις δικές τους πολιτικές δυνάμεις και αυτή η προσπάθεια γίνεται με την ενεργή συμμετοχή της Αριστεράς. Εκατοντάδες μαχητικοί συνδικαλιστές έχουν ξεκινήσει καμπάνια για τη δημιουργία του Εργατικού Δημοκρατικού Κόμματος, ενώ επαναστάτες σοσιαλιστές, εθνικιστές ριζοσπάστες και συνδικαλιστές συζητάνε για τη δημιουργία ενός αριστερού μετώπου με το όνομα Λαϊκή Συμμαχία.
Η επαναστατική διαδικασία, που άνοιξε στην Αίγυπτο, βρίσκεται σε κίνδυνο και κάθε εξέλιξη σε αυτή τη χώρα θα έχει βάρος για την ευρύτερη περιοχή. Όμως, από κάτω, η εργατική τάξη, που μπορεί να αποκρούσει τις επιθέσεις της άρχουσας τάξης και να οδηγήσει μια νέα έφοδο, οργανώνει τις δυνάμεις της.
(Η πρώτη φωτό: Από τις διαδηλώσεις που έχουν ξεσπάσει μετά την επίθεση στην Ταχρίρ και απαιτούν την άμεση παραίτηση του Στρατιωτικού Συμβουλίου.)
(Στη δεύτερη φωτό: Η εκκένωση της Ταχρίρ. Τις επόμενες μέρες ξέσπασαν συγκρούσεις των διαδηλωτών με το στρατό.)