οικονομία

[...] Η  ετήσια έκθεση του ΠΟΦ για τους παγκόσμιους κινδύνους, η οποία διαμορφώνεται μέσω έρευνας  μεταξύ των συμμετεχόντων στο Νταβός «διερευνά ορισμένους από τους σοβαρότερους κινδύνους που ενδέχεται να αντιμετωπίσουμε την επόμενη δεκαετία, σε ένα περιβάλλον ταχείας τεχνολογικής αλλαγής, οικονομικής αβεβαιότητας, αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη και συγκρούσεων. Και καθώς η συνεργασία δέχεται πιέσεις, για τις αποδυναμωμένες οικονομίες και κοινωνίες μπορεί να αρκέσει το μικρότερο σοκ, ώστε να βρεθούν πέραν του σημείου καμπής της ανθεκτικότητας».
 

Αποσπάσματα συνέντευξης του Μάικλ Ρόμπερτς στο περιοδικό Spectre. Πέρα από κάποιες μικρές περικοπές στις απαντήσεις του Ρόμπερτς, κάποιες ερωτήσεις έχουν απαλειφθεί, ενώ άλλες έχουν «επαναδιατυπωθεί» συνοπτικά από την «Ε.Α.» για λόγους χώρου. Ολόκληρη στα αγγλικά είναι διαθέσιμη στο spectrejournal.com με τίτλο «The crash after the sugar rush». 
 

Αναδημοσίευση από το σάιτ alencontre, τη μετάφραση έκανε η Σαπφώ Διαμαντοπούλου και ολόκληρο αναρτήθηκε στο Rprjoect.gr

Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο τεύχος 110 του περιοδικού «International Socialist Review», στα πλαίσια ενός ευρύτερου αφιερώματος με τίτλο «Πού βαδίζει ο καπιταλισμός;». Τη μετάφραση έκανε ο Μπάμπης Τσίτσιρας.

Ο  Πρόεδρος Τραμπ έχει πλέον προχωρήσει από τους δασμούς στις εισαγωγές χάλυβα (με τις εξαιρέσεις για ορισμένους συμμάχους) στην πραγματική μάχη: Να σταματήσει την Κίνα από το να κερδίσει μερίδιο αγοράς στις βασικές βιομηχανίες της Αμερικής: την τεχνολογία, τη φαρμακευτική βιομηχανία και άλλους τομείς που βασίζονται στη γνώση. Μπορεί η Κίνα να ενισχυθεί περαιτέρω σε παγκόσμιο επίπεδο ή οι πολιτικές του Τραμπ θα τη σταματήσουν;

Η ετήσια έκθεση του ΙΝΕ ΓΣΕΕ, που δημοσιεύθηκε τον Μάρτιο, διαπιστώνει ότι, κατά το φθινόπωρο του 2017, το ποσοστό των απασχολουμένων στο σύνολο του πληθυσμού ηλικίας 15-64 ετών ανήλθε σε 54,6% και είναι ελαφρώς αυξημένο σε σχέση με τις χειρότερες στιγμές του πρόσφατου παρελθόντος, αλλά σημαντικά χαμηλότερο από το προ-κρίσης επίπεδο.

Πολύς λόγος γίνεται τα τελευταία χρόνια για την Κοινωνική Οικονομία και το ρόλο που θα μπορούσε να διαδραματίσει στην ανασυγκρότηση του παραγωγικού μοντέλου και την οικονομική ανάπτυξη.

Η πολιτική ελίτ της Ευρωζώνης ευλογεί έναν ακόμη γύρο χρηματοπιστωτικής κερδοσκοπίας, από την οποία –υποτίθεται– θέλει να «εξυγιάνει» τον καπιταλισμό

«Το 2016 σηματοδοτεί στροφή στην ανάπτυξη», έλεγε το Δεκέμβριο του 2015 ο Αλέξης Τσίπρας, ακολουθώντας όλους τους προηγούμενους μνημονιακούς πρωθυπουργούς, αλλά και τους διεθνείς οργανισμούς, σε αυτό το παράξενο παιχνίδι όπου κάθε χρονιά αναγγέλλουν την πολυπόθητη ανάπτυξη για το επόμενο έτος. Τα πράγματα, όμως, δεν είναι τόσο απλά. Η οικονομία έχει προσαράξει στον πυθμένα της θάλασσας και δεν μπορεί να αποκολληθεί παρά μόνο εάν κάποιος από μηχανής θεός ασκήσει έξωθεν την ευνοϊκή του δράση.

Αιτιολόγηση τίτλου: Η 5η Δεκεμβρίου έχει προβληθεί από την κυβέρνηση και τους δανειστές ως ιδεατό ορόσημο για ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης ώστε το προγραμματισμένο για εκείνη τη μέρα Eurogroup να προχωρήσει στην ανακοίνωση των λεγόμενων βραχυπρόθεσμων μέτρων ελάφρυνσης του χρέους και -ίσως- σε μια αποτύπωση των παραμέτρων των μεσοπρόθεσμων μέτρων, τα οποία απαιτεί το ΔΝΤ ώστε να αποφασίσει αν θα συμμετάσχει στο τρίτο μνημόνιο ως δανειστής. Το πρόβλημα με την 5η Δεκεμβρίου είναι ότι ακολουθεί την... 4η Δεκεμβρίου. Κι αυτήν τη μέρα είναι προγραμματισμένες δύο εκλογικές δοκιμασίες: το δημοψήφισμα για τις συνταγματικές μεταρρυθμίσεις Ρέντσι στην Ιταλία και οι επαναληπτικές προεδρικές εκλογές στην Αυστρία.

Από την πρώτη εκδήλωσή της στα τέλη του 2009 η ελληνική κρίση χρέους, αν και δεν εξελίχθηκε βάσει κάποιου σχεδίου ή σε μια στοιχειωδώς προβλέψιμη τροχιά, αποτέλεσε βασικό εργαλείο μετασχηματισμού της Ευρωζώνης. Και από πολλές απόψεις εξακολουθεί να αποτελεί, παρότι το ειδικό βάρος της μειώθηκε δραστικά. Θεσμοί και κανόνες, που αποτελούν νέους πόλους εξουσίας και ευρωπαϊκής «κυριαρχίας», όπως ο ESM και ο SSM ή το Δημοσιονομικό Σύμφωνο και το Σύμφωνο για το Ευρώ+, συγκροτήθηκαν με αφορμή ή με πρώτο πεδίο πειραματισμού την Ελλάδα.

Oταν η Ελλάδα έπεσε στη δίνη της οικονομικής κρίσης, διάφοροι «γκουρού» της οικονομικής, της πολιτικής και της δημοσιογραφικής ζωής έσπευδαν να τονίσουν ότι «η κρίση είναι ευκαιρία». Όντως. Η κρίση ήταν και είναι ευκαιρία για τους πιο δυνατούς παίκτες, τους πιο αδηφάγους μεγαλοκαρχαρίες του ελληνικού κεφαλαίου, προκειμένου να κυριαρχήσουν στην εγχώρια αγορά, συντρίβοντας τη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα, εξουθενώνοντας το υπαλληλικό και εργατικό τους δυναμικό και αποκομίζοντας τρελά κέρδη. Πρόσφατοι απολογισμοί και αναλύσεις σε ιστοσελίδες, εφημερίδες και έντυπα του οικονομικού Τύπου πιστοποιούν του λόγου το αληθές.