Η άποψή μας

Το βαθύ κράτος της ΕΕ στήνει διπλή θηλιά στην κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ.

Η εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ είναι σημείο ανατροπής: ο κόσμος της κοινωνικής αντίστασης στην Ελλάδα, οι εργατικές και λαϊκές δυνάμεις, ανατρέποντας την κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου απαιτούν ξήλωμα της μνημονιακής βαρβαρότητας, την αντιστροφή των πολιτικών διαρκούς λιτότητας.

Η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου είναι μια «μεγάλη στιγμή» στον αγώνα της εργατικής τάξης, των φτωχών λαϊκών στρωμάτων, της νεολαίας, του ΣΥΡΙΖΑ και της Αριστεράς συνολικότερα. Η ανατροπή της τελευταίας μνημονιακής κυβέρνησης αφαιρεί από τα χέρια του αστικού - μνημονιακού συστήματος το κυβερνητικό «γρανάζι» που όλα τα προηγούμενα χρόνια ενορχήστρωσε τη χωρίς προηγούμενο επιχείρηση συντριβής των εργατικών και κοινωνικών δικαιωμάτων.

Δεν πρέπει να υπάρχει καμία αμφιβολία: τα «βασανιστήρια» των δανειστών στην κυβέρνηση Σαμαρά γίνονται με το βλέμμα στον ΣΥΡΙΖΑ, είναι μέρος της επιχείρησης «προληπτικής καταστολής» με στόχο τον ΣΥΡΙΖΑ. Η κυβέρνηση είναι σε οριακή κατάσταση.

Το καθεστώς δεν θα καθίσει με σταυρωμένα χέρια μπροστά στην προοπτική της πολιτικής και εκλογικής κατάρρευσης της συγκυβέρνησης ΝΔ-ΠΑΣΟΚ.
Αφενός επιχειρεί να απλώσει «γέφυρες» προς τον ΣΥΡΙΖΑ, επιδιώκοντας να ενισχύσει μια μετριοπαθή πολιτική στροφή της ηγεσίας του. Αφετέρου, γνωρίζοντας τις αντιφατικότητες και τη δυσκολία στον έλεγχο του κόσμου της ριζοσπαστικής Αριστεράς (τόσο των μελών του ΣΥΡΙΖΑ όσο και του γενικότερου κοινωνικού χώρου που τον στηρίζει), επιδιώκει να βάζει εκ προοιμίου όρια στην πολιτική δυναμική του: αυτό είναι το νόημα της επιχείρησης «εθνική συνεννόηση», μιας πολιτικής διεργασίας που είναι άμεσα συνδεδεμένη με την προοπτική μιας κυβέρνησης εθνικής ενότητας, προοπτική που ακυρώνει κάθε ριζοσπαστικό περιεχόμενο που έχει –ή που μπορεί να αποκτήσει– το πολιτικό σχέδιο διεκδίκησης μιας κυβέρνησης της Αριστεράς.

Το καθεστώς δεν θα καθίσει με σταυρωμένα χέρια μπροστά στην προοπτική της πολιτικής και εκλογικής κατάρρευσης της συγκυβέρνησης ΝΔ-ΠΑΣΟΚ.
Αφενός επιχειρεί να απλώσει «γέφυρες» προς τον ΣΥΡΙΖΑ, επιδιώκοντας να ενισχύσει μια μετριοπαθή πολιτική στροφή της ηγεσίας του. Αφετέρου, γνωρίζοντας τις αντιφατικότητες και τη δυσκολία στον έλεγχο του κόσμου της ριζοσπαστικής Αριστεράς (τόσο των μελών του ΣΥΡΙΖΑ όσο και του γενικότερου κοινωνικού χώρου που τον στηρίζει), επιδιώκει να βάζει εκ προοιμίου όρια στην πολιτική δυναμική του: αυτό είναι το νόημα της επιχείρησης «εθνική συνεννόηση», μιας πολιτικής διεργασίας που είναι άμεσα συνδεδεμένη με την προοπτική μιας κυβέρνησης εθνικής ενότητας, προοπτική που ακυρώνει κάθε ριζοσπαστικό περιεχόμενο που έχει –ή που μπορεί να αποκτήσει– το πολιτικό σχέδιο διεκδίκησης μιας κυβέρνησης της Αριστεράς.

Αυτή την ετοιμόρροπη κυβέρνηση πρέπει να τη ρίξουμε, για να μην της αφήσουμε περιθώρια ανασύνταξης και αξιοποίησης των εφεδρειών, που πάντα διαθέτει το αστικό καθεστώς.

Τα κυβερνητικά παπαγαλάκια στα ΜΜΕ άρχισαν ένα καινούργιο επικίνδυνο παιχνίδι: ανάμεσα στους χιλιάδες εξαθλιωμένους μετανάστες που φεύγουν κατά κύματα από τη ρημαγμένη από τον πόλεμο και τον ιμπεριαλισμό Ανατολή κρύβονται, λέει, επικίνδυνοι «τζιχαντιστές»!

Η οικονομική κρίση στην ευρωζώνη συνεχίζεται και ακόμα και η «ατμομηχανή» Γερμανία πέρασε σε ύφεση, ενώ η Γαλλία βυθίζεται σε πολιτική κρίση. Πάνω σε αυτό το υπόβαθρο, οι αντιπαραθέσεις διαφόρων καπιταλιστικών κέντρων απογειώνονται και η διεθνής συγκυρία «μυρίζει» όλο και περισσότερο αίμα αθώων.

Είναι φανερό ότι το τελευταίο καταφύγιο της συγκυβέρνησης Σαμαρά-Βενιζέλου είναι ο αυταρχισμός και η κρατική καταστολή. Δείγμα του φόβου της για τις εργατικές-λαϊκές αντιστάσεις και των πολιτικών αδιεξόδων των «από πάνω».

Η κυβέρνηση των Σαμαροβενιζέλων για να παραμείνει στην εξουσία είναι υποχρεωμένη να παραβιάζει συστηματικά βασικές αρχές ακόμα και της ίδιας της αστικής δημοκρατίας.

Η κυβέρνηση την άνοιξη έβαλε κάτω από το χαλί όλα τα μέτρα που επρόκειτο να πάρει, επειδή μπροστά της είχε τις εκλογές. Έπειτα από αυτές, ωστόσο, ο νέος εγκάθετος των τραπεζιτών και των δανειστών, Χαρδούβελης, δήλωσε ότι το πρόγραμμα της τρόικας θα εφαρμοστεί απαρέγκλιτα. «Οι Έλληνες ξέρουν πως δεν υπάρχει πια δωρεάν γεύμα», δήλωσε ξεπερνώντας σε γιάπικη κυνικότητα ακόμη και τον προκάτοχό του. Ούτε τη φιλανθρωπία δεν θα ανέχεται αυτή η κυβέρνηση: όσοι πρέπει να πεθάνουν από ασιτία, επειδή «το ζητά η αγορά», θα πεθάνουν.

Το αποτέλεσμα των εκλογών έχει οδηγήσει τη συγκυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ στην πιο αδύναμη θέση από το ξεκίνημα της κρίσης.

Στις τριπλές εκλογές της 18ης και της 25ης Μαΐου, η λαϊκή οργή για τα τέσσερα και πλέον χρόνια μιας λιτότητας άδικης, μονομερούς και αναποτελεσματικής, ως προς τους διακηρυγμένους στόχους, θα βρει την έκφρασή της.

Πριν κοπάσουν οι πανηγυρισμοί Σαμαρά - Βενιζέλου για τις τάχα επιτυχίες του πρωτογενούς πλεονάσματος και της εξόδου στις αγορές, η κυβέρνηση υποχρεώνεται να φέρει στη Βουλή τη –μέχρι σήμερα– κρυφή συμφωνία της με την τρόικα.

Η κατάρρευση του success story και το σκάνδαλο Μπαλτάκου-Κασιδιάρη φέρνουν άμεσα στην επιφάνεια όλες τις αστάθειες του πολιτικού σκηνικού, την πραγματική πολιτική κρίση που έχει να επιλύσει το καθεστώς.

Ακόμη και στα πιο ολοκληρωτικά καθεστώτα –π.χ. στη Βόρεια Κορέα που αρέσει ιδιαίτερα ως αντιπαράδειγμα στους οπαδούς του μνημονίου– οι παρελάσεις γίνονται με ευρύτατη συμμετοχή του λαού σε ένα πανηγύρι εθνικής συμφιλίωσης –πανηγύρι που βέβαια έχει και τις πολύ κακές του πλευρές. Γι’ αυτό οι κατ’ εξακολούθηση σιδερόφρακτες παρελάσεις για λίγους και εκλεκτούς στην Ελλάδα αποτελούν μια ατιμωτική για την κυβέρνηση εξαίρεση και ταυτόχρονα, σε συμβολικό επίπεδο, την έκφραση της βαθιάς ρήξης μεταξύ του πληθυσμού και της πολιτικής εξουσίας. Ρήξης που τελικά ξεπερνά ακόμη και αυτή που υπάρχει στα απολυταρχικά καθεστώτα.

Λίγες εβδομάδες πριν από τις ευρωεκλογές και οι άρχοντες των Βρυξελλών δεν τηρούν ούτε τα προσχήματα. Το Γιούρογκρουπ επιφύλαξε ψυχρολουσία με τελεσίγραφο στον Σαμαρά και τον Βενιζέλο, απαιτώντας να αποδεχθούν μέσα σε μία εβδομάδα το «μάξιμουμ πρόγραμμα» των δανειστών, ως προϋπόθεση για να εγκρίνει το Γιούρογκρουπ της Πρωταπριλιάς, στην Αθήνα, την εκταμίευση της επόμενης δόσης, έστω και τμηματικά.

Η συγκυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου προσπαθεί να επιβιώσει κάτω από το βάρος της αμείλικτης πραγματικότητας στο οικονομικό και πολιτικό πεδίο. Λιγότερο από τρεις μήνες πριν τις κάλπες του Μαΐου, τίποτα δεν δικαιολογεί την «αισιοδοξία» του αμφισβητούμενου –και στηριγμένου στην κοινωνική λεηλασία– πλεονάσματος.

Βρισκόμαστε λίγες εβδομάδες πριν τις ευρωεκλογές και οι Σαμαράς-Βενιζέλος συζητούν την αλλαγή του εκλογικού νόμου. Δεν θα μπορούσε να περιγραφεί καλύτερα το αδιέξοδο της συγκυβέρνησης, η αδυναμία της ΝΔ, αλλά και η διαλυτική κρίση της σοσιαλδημοκρατίας, του άλλοτε κραταιού χώρου που διασφάλιζε ομαλές διεξόδους για το καθεστώς. Η διαπίστωση αυτή επιβεβαιώνεται πλέον σε όλες τις δημοσκοπήσεις και κυρίως στην εκλογική δυναμική που διαβλέπουν όλοι οι δημοσκόποι.

Η κυβέρνηση έχει δείξει με κάθε τρόπο ότι, μπροστά στα οικονομικά αδιέξοδα στα οποία οδήγησε η πολιτική η δική της και η πολιτική της τρόικας, θα χρησιμοποιήσει όλους τους κρατικούς –και πιθανόν και παρακρατικούς– μηχανισμούς με δύο στόχους.

Τα προβλήματα της οικονομίας, οι διεθνείς κόντρες για το χρέος, οι διαμάχες μεταξύ υπουργών, το ξέσπασμα μικρότερων και μεγαλύτερων σκανδάλων εμφανίζουν την πραγματικότητα κόντρα στη «μαγική εικόνα» που παρουσιάζει ο Σαμαράς: Μια κυβέρνηση σε διαλυτική κρίση που στηρίζεται με νύχια και με δόντια από όλο το σύστημα για να μην καταρρεύσει.

Έπειτα από 14 βδομάδες απεργίας, οι διοικητικοί του Πανεπιστημίου Αθηνών κυρίως, αλλά και των άλλων Ιδρυμάτων, απέδειξαν ότι η εργατική αντίσταση στη μνημονιακή λαίλαπα, είναι πάντα παρούσα και ο κύριος λόγος που εντείνει τα αδιέξοδα του Σαμαρά και των συμμάχων του.

Η ψήφιση και η προσπάθεια εφαρμογής της άρσης απαγόρευσης των πλειστηριασμών πρώτης κατοικίας, του φόρου για την ακίνητη περιουσία, αλλά και των ομαδικών απολύσεων στον ιδιωτικό τομέα αποδεικνύονται ζητήματα δύσκολα για την κυβέρνηση όχι μόνον ως προς τη «διαπραγμάτευση» με την τρόικα.

Είναι προφανές ότι η κλεψύδρα έχει σχεδόν αδειάσει: η ακροδεξιά κυβέρνηση δεν μπορεί να παραμείνει ως έχει. Ο πιο παραστατικός δείκτης του συσχετισμού δυνάμεων είναι ο πανικός που αναδίνουν τα πρωτοσέλιδα των «Νέων».

Η ακροδεξιά κυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ έχει νικήσει το λαό όσον αφορά τις τσέπες του τελευταίου: Σύμφωνα με το ΙΝΕ-ΓΣΕΕ, οι αποδοχές εργασίας μισθωτών και αυτοαπασχολούμενων στην περίοδο 2010-2013 μειώθηκαν κατά 41 δισ. ευρώ έναντι του 2009 –κι αυτό χωρίς να υπολογιστεί η περαιτέρω μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος εξαιτίας της υπερφορολόγησης.